ΟΡΦΙΚΗ ΠΙΝΑΚΙΔΑ ΤΗΣ ΠΕΤΗΛΙΑΣ
Εύρήσεις δ’ Αΐδαο δόμων ἐπ’ ἀριστερά κρήνην παρ’ δ’ αὐτήν λευκήν ἐστηκυίαν κυπάρισσον ταύτης τῆς κρήνης μηδέ σχεδόν ἐμπελάσειας εύρήσσεις δ’ ἑτέραν, τῆς Μνημοσύνης ἀπό λίμνης, ψυχρόν ὕδωρ προρέον. Φύλακες δὲ ἐπίπροσθεν ἔασιν. Εἰπεῖν: «Γῆς παὶς εἰμί καὶ οὐρανοῦ ἀστερόεντος, αὐτὰρ ἐμοὶ γένος οὐράνιον. Τόδε δ’ ἴστε καὶ αὐτοί. Δίψῃ δ’ εἰμὶ αὔη καὶ ἀπόλλυμαι. Ἀλλὰ δότ’ αἶψα ψυχρὸν ὕδωρ προρέον τῆς Μνημοσύνης ἀπό λίμνης.» Καὐτοὶ σοὶ δώσουσι πιεῖν θείας ἀπό κρήνης καὶ τότ’ ἔπειτ’ ἄλλοισι μεθ’ ἠρώεσσιν ἀνάξεις. ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΡΧΑΙΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ Εύρήσσεις δ’ Αΐδαο δόμων ἐπ’ ἀριστερᾶ κρήνην παρ’ δ’ αὐτήι λευκὴν ἑστηκυίαν κυπάρισσον ταύτης τῆς κρήνης μηδέ σχεδόν ἐμπελάσειας. Τελειώνοντας την αναζήτησή σου, θα εντοπίσεις (εὐρήσσεις) στα αριστερά των κτισμάτων του παλατιού (δόμων) του Άδη μία πηγή (κρήνη), δίπλα στην οποία υπάρχει ένα αόρατο (λευκό) κυπαρίσσι, αυτήν όμως την πηγή δεν μπορείς ούτε και για λίγο (σχεδόν) να την πλησιάσεις. εὐρίσκω = τελειώνω επιτυχώς μία αναζήτηση, εντοπίζω κάποιον ή κάτι σε μία κατάσταση. δόμος = οίκος, αίθουσα, δωμάτιο, ναός, κιβώτιο σεντούκι, οριζόντιος σειρά λίθων ή πλίνθων εν δομή. σχεδόν = επί τόπου πλησίον, επί χρόνου εγγύς. Κατά προσέγγιση κατά το μάλλον ή ήττον. ἐμπελάζω = φέρω τι πλησίον, αμετάβατο = πλησιάζω τινί ή τινός. εύρήσσεις δ’ ἑτέραν, τῆς Μνημοσύνης ἀπό λίμνης, ψυχρόν ὕδωρ προρέον. θα βρεθείς όμως σε μία άλλη πηγή, αυτήν της Μνημοσύνης, τα νερά της οποίας είναι λιμνάζοντα και το νερό της ψυχρό και ρέει μπροστά σου (προρέον). προρέω = ρέω προς τα εμπρός. Φύλακες δὲ ἐπίπροσθεν ἔασιν. Μπροστά από την πηγή αυτήν υπάρχουν φύλακες, οι οποίοι όμως επιτρέπουν (ἔασιν) την πρόσβαση. ἐάω = αφήνω, επιτρέπω, δεν εμποδίζω, ανέχομαι. Εἰπεῖν: «Γῆς παὶς εἰμί καὶ οὐρανοῦ ἀστερόεντος, αὐτὰρ ἐμοὶ γένος οὐράνιον. Τότε πρέπει να τους πεις: «Είμαι παιδί της γης, αλλά του γεμάτου από αστέρια ουρανού, αλλά όμως (αὐτάρ) το δικό μου γένος είναι ουράνιο. Τόδε δ’ ἴστε καὶ αὐτοί. Αυτό που σας λέω (τόδε) το γνωρίζετε (ἴστε) και εσείς. Δίψῃ δ’ εἰμὶ αὔη καὶ ἀπόλλυμαι. Η μεγάλη μου επιθυμία (δίψη) είναι να γίνει (εἰμὶ) η ψυχή μου ξηρή (αὔη) και να εξαφανιστώ, ώστε μην επιστρέψω σε επόμενη ενσάρκωση (ἀπόλλυμαι). δίψη = το αίσθημα που προκαλεί η ανάγκη για νερό, μτφ. η μεγάλη επιθυμία για κάτι. αὔος = ξηρός. ἀπόλλυμαι = χάνομαι, καταστρέφομαι, αφανίζομαι. Ἀλλὰ δότ’ αἶψα ψυχρὸν ὕδωρ προρέον τῆς Μνημοσύνης ἀπό λίμνης.» Αλλά εσείς αντιθέτως, αυτό που κάνετε είναι να προσφέρετε (δότ’) αμέσως (αἶψα) το ψυχρό νερό που προέρχεται από την λίμνη της Μνημοσύνης. ἀλλά = αντιθετικός σύνδεσμος που δηλώνει ότι ο όρος ή η πρόταση που ακολουθεί έχει αντίθετο περιεχόμενο από τον όμοιο συντακτικά όρο ή πρόταση που προηγείται. δίδωμι = δίνω, δωρίζω, προσφέρω, παραχωρώ, επιτρέπω, αφιερώνω. αἶψα = γρήγορα. Καὐτοὶ σοὶ δώσουσι πιεῖν θείας ἀπό κρήνης καὶ τότ’ ἔπειτ’ ἄλλοισι μεθ’ ἠρώεσσιν ἀνάξεις. Και οι φύλακες τότε (καὐτοὶ) θα σου δώσουν να πιεις από το νερό της πηγής της λήθης (κρήνης) και μετά από αυτό (ἔπειτ’) θα βασιλεύεις (ἀνάξεις) μαζί με τους άλλους ήρωες.ΣΤΗ ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΠΑΤΕΡΑ ΜΟΥ Χτύπησε τα μεγάλα, αδύναμα φτερά του στον αέρα για να κρατηθεί για άλλη μιά φορά. Μέσα του ήξερε ότι δεν θα το πετύχαινε αυτή τη φορά. Εδώ και πολύ καιρό είχε αρχίσει να χάνει ύψος. Η αμείλικτη βαρύτητα τον τραβούσε όλο και πιό δυνατά προς την μάνα Γή. Μισόκλεισε τα μάτια του, και ταυτόχρονα συνειδητοποίησε ότι δεν είχε άλλα περιθώρια, ότι ετούτη θα ήταν η τελευταία του πτήση....συνεχεια.. stavraetos.blogspot.com/2008/05/blog-post.html
Τρίτη, Νοεμβρίου 09, 2021
Οι Ορφικές Πηγές της Λήθης και της Μνημοσύνης
Ετικέτες
Αρχαία Ελληνική Γραμματεία,
Αρχαίοι Μύστες,
Οι Πηγές της Λήθης και της Μνημοσύνης,
Ορφικά κείμενα
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου