Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Οδυσσέας Ελύτης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Οδυσσέας Ελύτης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο, Φεβρουαρίου 28, 2015

Το Παράπονο, του Οδ. Ελύτη

Αναρωτιέμαι μερικές φορές............

Αναρωτιέμαι μερικές φορές:
Είμαι εγώ που σκέφτομαι καθημερινά ,πως η ζωή μου είναι μία;
Όλοι οι υπόλοιποι το ξεχνούν; Ή πιστεύουν πως θα έχουν κι άλλες, πολλές ζωές, για να κερδίσουν τον χρόνο που σπαταλούν;
Ν' αντικρίζεις τη ζωή με μούτρα. Να περιμένεις την Παρασκευή που θα φέρει το Σάββατο και την Κυριακή για να ζήσεις. Κι ύστερα να μη φτάνει ούτε κι αυτό, να χρειάζεται να περιμένεις τις διακοπές. Και μετά ούτε κι αυτές να είναι αρκετές. Να περιμένεις μεγάλες στιγμές. Να μην τις επιδιώκεις, να τις περιμένεις.
Κι ύστερα να λες πως είσαι άτυχος και πως η ζωή ήταν άδικη μαζί σου.
Και να μη βλέπεις ,πως ακριβώς δίπλα σου συμβαίνουν αληθινές δυστυχίες που η ζωή κλήρωσε σε άλλους ανθρώπους.
Σ' εκείνους που δεν το βάζουν κάτω και αγωνίζονται.
Και να μην μαθαίνεις από το μάθημά τους.
Και να μη νιώθεις καμία φορά ευλογημένος που μπορείς να χαίρεσαι τρία πράγματα στη ζωή σου, την καλή υγεία, δυο φίλους, μια αγάπη, μια δουλειά, μια δραστηριότητα που σε κάνει να αισθάνεσαι ότι δημιουργείς, ότι έχει λόγο η ύπαρξή σου.
Να κλαίγεσαι που δεν έχεις πολλά.
Που κι αν τα είχες, θα ήθελες περισσότερα.
Να πιστεύεις ότι τα ξέρεις όλα και να μην ακούς. Να μαζεύεις λύπες και απελπισίες, να ξυπνάς κάθε μέρα ακόμη πιο βαρύς.
Λες και ο χρόνος σου είναι απεριόριστος.
Κάθε μέρα προσπαθώ να μπω στη θέση σου. Κάθε μέρα αποτυγχάνω.
Γιατί αγαπάω εκείνους που αγαπούν τη ζωή. Και που η λύπη τους είναι η δύναμή τους.
Που κοιτάζουν με μάτια άδολα και αθώα, ακόμα κι αν πέρασε ο χρόνος αδυσώπητος από πάνω τους.
Που γνωρίζουν ότι δεν τα ξέρουν όλα, γιατί δεν μαθαίνονται όλα.
Που στύβουν το λίγο και βγάζουν το πολύ.
Για τους εαυτούς τους και για όσους αγαπούν.
Και δεν κουράζονται να αναζητούν την ομορφιά στην κάθε μέρα, στα χαμόγελα των ανθρώπων, στα χάδια των ζώων, σε μια ασπρόμαυρη φωτογραφία, σε μια πολύχρωμη μπουγάδα.
Όσο κι αν κανείς προσέχει
όσο κι αν το κυνηγά
πάντα, πάντα θα 'ναι αργά
δεύτερη ζωή δεν έχει.
(από Το Παράπονο, του Οδ. Ελύτη)

Παρασκευή, Απριλίου 05, 2013

Η συγκλονιστική ομιλία του Ελύτη για την Κύπρο.


Ο Νομπελίστας ποιητής, σε αυτή την ξεχασμένη ομιλία, αναφέρεται στην εμπειρία του από τους 5 μήνες που έζησε στην Κύπρο το καλοκαίρι του 1970 αποδίδοντας μοναδικά την ιστορία και την παλλόμενη ταυτότητά της.

Μιλάει και για τον Μακάριο, ενώ σημειώνει: «Αλλά αυτό είναι το θαύμα. Να δυναμώνεις και να αντρειεύεσαι τότε ακριβώς που κινδυνεύεις να χάσεις αυτά που αγαπάς, όμως να ξέρεις πως είναι δικά σου, κατάδικά σου. Και να τους δίνεις την χροιά του ακατάλυτου και του αιώνιου...»

Αναλυτικά η ομιλία -που αυτές τις κρίσιμες και πάλι στιγμές όπου τίθενται και θέματα ταυτότητας και συνέχειας διαβάζεται με ιδιαίτερο ενδιαφέρον- έχει ως εξής: «Με έχουν ονομάσει, κατά καιρούς, ποιητή της θάλασσας, ποιητή των νησιών και του ήλιου. Και ώς ένα σημείο είμαι. Αλλά δεν είμαι μόνο αυτό. Δεν είμαι μόνο αυτό που αντιλαμβάνεται κανείς, όταν ακούει τέτοιους χαρακτηρισμούς και νομίζει ότι έχει να κάνει με εντυπώσεις και περιγραφές, με μια απλή φυσιολατρεία. Τα φυσικά στοιχεία έχουν μια δεύτερη και μια τρίτη σημασία, όπου η γλώσσα και η ιστορική μνήμη εμπλέκονται και δημιουργούν μια άλλη πραγματικότητα, για τις καθημερινές μας στιγμές ασύλληπτη. Αποτελούν, θα έλεγα, στην κλίμακα του πνεύματος, ένα αλφάβητο που με την κατάλληλη χρήση του, εξαιρετικά δύσκολη –πρέπει να το πω και αυτό αμέσως–, ξεκλειδώνει τα μυστικά και αποδίδει το μυστήριο που μας περιβάλλει, το κάνει προσιτό στην ψυχή μας. Και η ψυχή μας είναι μεγάλη υπόθεση. Η ατομική μας ψυχή και η ομαδική. Γιατί υπάρχει και η ομαδική ψυχή, που αντιπροσωπεύει κάθε λαό στο σύνολό του και στην ιδιοτυπία του. Απ' αυτή την άποψη ήθελα να πω λίγα πράγματα, και αν μίλησα στην αρχή για τον εαυτό μου –πράγμα που δεν το συνηθίζω– το έκανα για να φτάσω ακριβώς εκεί.

Μου δόθηκε η ευκαιρία στους πέντε μήνες που πέρασα στην Κύπρο το καλοκαίρι του '70, να την τριγυρίσω όλη, να δω τα αρχαία της, τα Βυζαντινά της, τα σημερινά της, σε αδιάσπαστη συνέχεια, σε αδιάσπαστη ενότητα ανάμεσα τους και ανάμεσά στο τοπίο. Αυτό έχει μεγάλη σημασία. Με εντυπωσίασε και μου έδωσε μια βαθιάν ικανοποίηση, θα έλεγα μιαν επαλήθευση της ταυτότητάς μου σαν μέλους μιας κοινότητας που σαν Γένος επέτυχε πάντοτε.

Ο Ελληνισμός είναι μια κοινότητα που με ποικίλες μορφές και κάτω από ποικίλες περιστάσεις αντίξοες, δραματικές, εξοντωτικές κάποτε, κατάφερε παρ' όλα αυτά να επιβιώσει. Δεν ξέρω αν έχουμε άλλο τέτοιο παράδειγμα στην ιστορία. Και το μόνο του όπλο, αλλά ένα όπλο μοναδικό και παντοδύναμο, εστάθηκε η γλώσσα του. Η «ελληνική λαλιά», όπως έλεγε ο Καβάφης, «ως την Βακτριανή την πήγαμε – ως τους Ινδούς».

Να γιατί είμαι υπερήφανος ασκώντας μια τέχνη που χρησιμοποιεί ακριβώς αυτό το όργανο. Και να γιατί μου έδωσε τόση ικανοποίηση η συμβίωσή μου με την πραγματικότητα της Κύπρου. Γιατί βρήκα τα «ανάλογα» της γλώσσας αυτής, έξω από κάθε ιστορική ή πολιτική σκοπιμότητα, σ' αυτή τη «μνήμη» που την κουβαλάτε και την εξωτερικεύετε όλοι σας και που είναι μαρτυρία ενός ανεπανάληπτου πολιτισμού.

Αυτό που θαυμάζουμε στην ελληνική τέχνη της ακμής, δεν είναι αυτό που πίστεψαν οι Δυτικοί ότι συνεχίστηκε με την Αναγέννηση. Ούτε αυτό που πραγματοποιήσανε αργότερα με τα νεοκλασσικά κτίρια που κοσμούν τις πρωτεύουσές τους. Είναι μια ειδική αίσθηση για τα πράγματα και τις αναμεταξύ τους σχέσεις, που οδηγεί στην ευγένεια, είτε καταπιάνεσαι με μεγάλα είτε με ταπεινά έργα. Για την αντίληψή μου –θα μπορούσα να πω για την αντίληψη ολόκληρης της γενεάς μου– η συνέχεια του πνεύματος εκείνου πραγματοποιήθηκε αποκλειστικά και μόνον από τον λαϊκό πολιτισμό. Μια εσωτερική αυλή σπιτιού με τους ασβεστωμένους τοίχους, τα λουλούδια στους τενεκέδες, τα πέτρινα σκαλάκια, ή ένας περίβολος μοναστηριού με τα κυπαρίσσια, τη στέρνα, τις στοές και τα κελλιά, βρίσκονται πολύ πιο κοντά στην αντίληψη που έφτιαχνε τους Απόλλωνες και τις νίκες, τους Οσίους και τις Θεομήτορες, απ' όλες τις μεγαλόπρεπες κολόνες και μετόπες των Ευρωπαϊκών Ανακτόρων. Και αυτό συνέβη επειδή, αξεδιάλυτα συνυφασμένα, το τοπίο και η γλώσσα, επιβιώσανε μέσα στο ομαδικό υποσυνείδητο, διατηρηθήκανε μέσα στους ύμνους της Ορθοδοξίας και στα Δημοτικά Τραγούδια –το παρατηρούμε αυτό εντελώς ιδιαίτερα στην Κύπρο– και έφτασαν ώς τις μέρες μας, είτε οι καιροί ήτανε καλοί είτε χαλεποί. Τολμώ, μάλιστα, να πω ότι λειτουργήσανε πιο οργανικά και πιο έντονα στη δεύτερη περίπτωση – κάτι που γεννά την απορία των ξένων και παραμένει για την αντίληψή τους ακατανόητο. Πολύ συχνά μου έτυχε να με ρωτήσουνε στις συνεντεύξεις: Για ποιό λόγο η ποίηση η ελληνική γυρίζει στην μοίρα του φορέα της; 

Καμιά σχεδόν ποίηση ξένης χώρας δεν ασχολείται με την Ιστορία και την μοίρα του λαού της. Τους απάντησα: Επειδή ο Ελληνισμός έζησε πάντοτε κοντά στον κίνδυνο. Επειδή ό,τι κινδυνεύει, ζητάς να το διασώσεις. Επειδή νιώθουμε μόνοι. Επειδή σαν πολιτιστική μονάδα δεν έχουμε συγγενείς. Και επειδή –προσθέτω εγώ τώρα μεταξύ μας– στο βάθος μας φοβόντουσαν πάντοτε, όσο αδύναμοι και αν είμασταν. Και μας πολεμούσανε, «Πέλαγο μέγα πολεμά, βαρεί το καλυβάκι!», για να ξαναθυμηθώ τον Σολωμό. Ή μήπως αυτό δεν συμβαίνει σήμερα με την Κύπρο;

Μου επεφύλαξε η τύχη την τιμή να γνωρίσω τον Εθνάρχη Μακάριο σε μιαν από τις κορυφαίες στιγμές της δράσης του. Και την θλιβερή τιμή να παραστώ εχθές στην επιμνημόσυνη δέηση για ανάπαυση της ψυχής του. Το αγωνιστικό του σθένος, την ψυχική του αντοχή, το κάλλος του, τα αντλούσε από την μεγάλη δεξαμενή που αποτελείτε όλοι σας – ολόκληρος ο κυπριακός λαός. Για αυτό τη συνέχεια την βλέπουμε σήμερα και θα την βλέπουμε πάντοτε –αρκεί να υπάρχει ενότητα– ολοένα πιο δυνατή, πιο αποφασιστική επάνω στα δικά του βήματα.Αλλά αυτό είναι το θαύμα. Να δυναμώνεις και να αντρειεύεσαι τότε ακριβώς που κινδυνεύεις να χάσεις αυτά που αγαπάς, όμως να ξέρεις πως είναι δικά σου, κατάδικά σου. Και να τους δίνεις την χροιά του ακατάλυτου και του αιώνιου...».
Πηγή: iefimerida.gr


Πηγή: http://www.artandcity.gr/2013/03/14059.html#ixzz2Pb60lx3D