Παρασκευή, Απριλίου 25, 2025

Ευστράτιος Δημητρίου ( Demetrio Stratos )

 Demetrio Stratos: la voce oltre me - Patria Indipendente • ANPI

Στις 22 Απριλίου 1945, γεννήθηκε ο Ευστράτιος Δημητρίου ή Demetrio Stratos (Αλεξάνδρεια, 22 Απριλίου 1945 – Νέα Υόρκη, 13 Ιουνίου 1979) ο οποίος ήταν Έλληνας τραγουδιστής, συνθέτης, στιχουργός, πολυοργανίστας και μουσικός ερευνητής, συνιδρυτής και τραγουδιστής του ιταλικού progressive rock, jazz fusion μουσικού συγκροτήματος AreA – International POPular Group, γνωστότερων ως Area ή AreA(Αρέα). 

Ο Ευστράτιος Δημητρίου (22 Απριλίου 1945 – 13 Ιουνίου 1979), γνωστός επαγγελματικά ως Demetrio Stratos, ήταν Ελληνοϊταλός τραγουδιστής, τραγουδοποιός, πολυοργανίστας και ερευνητής της μουσικής, περισσότερο γνωστός ως συνιδρυτής, βασικός ερμηνευτής και τραγουδιστής του ιταλικού συγκροτήματος προοδευτικού ροκ Area – International POPular Group.
Γεννημένος και μεγαλωμένος στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου από Έλληνες γονείς, σπούδασε πιάνο και ακορντεόν στο «Εθνικό Ωδείο». Το 1957 στάλθηκε στη Λευκωσία της Κύπρου και, σε ηλικία 17 ετών, μετακόμισε στο Μιλάνο της Ιταλίας για να φοιτήσει στο Πολυτεχνείο του Μιλάνου, στη Σχολή Αρχιτεκτονικής, όπου και σχημάτισε το πρώτο του μουσικό συγκρότημα. Το 1967 εντάχθηκε στο ιταλικό συγκρότημα beat μουσικής I Ribelli, ενώ το 1972 ίδρυσε το συγκρότημα Area.

Ο Stratos ηχογράφησε πολλούς δίσκους και συμμετείχε σε φεστιβάλ στην Ιταλία, τη Γαλλία, την Πορτογαλία, την Ελβετία, την Ολλανδία, την Κούβα και τις Ηνωμένες Πολιτείες, τόσο με τους Area όσο και ως σόλο καλλιτέχνης ή σε συνεργασία με άλλους δημιουργούς. Συνεργάστηκε με καλλιτέχνες όπως οι Mogol, Lucio Battisti, Gianni Sassi, Gianni Emilio Simonetti, Juan Hidalgo, Walter Marchetti, John Cage, Tran Quang Hai, Merce Cunningham, Jasper Johns, Andy Warhol, Grete Sultan, Paul Zukofsky, Nanni Balestrini, Claude Royet-Journoud και Antonio Porta.

Μελέτησε εθνομουσικολογία, επεκτάσεις της φωνής, ασιατικές μουσικές παραδόσεις, συγκριτική μουσικολογία, το πρόβλημα της εθνοτικής φωνητικότητας, ψυχανάλυση, τη σχέση ανάμεσα στον προφορικό λόγο και την ψυχή, αλλά και τα όρια της γλώσσας. Ήταν ικανός να φτάσει φωνητικά έως τα 7.000 Hz και να εκτελεί διφωνία, τριφωνία, ακόμα και τετραφωνία. Ο Daniel Charles τον περιέγραψε ως τον άνθρωπο που «αποδεκάτισε τη μονοφωνία» μέσω του πολυπρισματικού ακουστικού φάσματος. Οι φωνητικές του δυνατότητες έχουν εξερευνηθεί και καταγραφεί.

Ο Stratos πέθανε στο Memorial Hospital της Νέας Υόρκης στις 13 Ιουνίου 1979, σε ηλικία 34 ετών. Η αυτοδιακηρυγμένη αποστολή του ήταν να απελευθερώσει τη φωνητική έκφραση από την «δουλεία» της γλώσσας και της κλασικής μελωδίας. Αντιμετώπιζε την εξερεύνηση των δυνατοτήτων της φωνής ως εργαλείο ψυχολογικής και πολιτικής απελευθέρωσης. Το έργο του θεωρείται από πολλούς κριτικούς και τραγουδιστές ως καθοριστικής σημασίας στην εξέλιξη πειραματικών και πρωτοποριακών φωνητικών τεχνικών.
Demetrio Stratos - Wikipedia
Βιογραφία
Τα πρώτα χρόνια, 1945–1971
Ο Demetrio Stratos γεννήθηκε ως Ευστράτιος Δημητρίου στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, στις 22 Απριλίου 1945, από Έλληνες γονείς, τον Γιάννη Δημητρίου και την Αθανασία Αρχοντογιώργη. Πέρασε τα πρώτα του 13 χρόνια στην Αλεξάνδρεια, όπου σπούδασε πιάνο και ακορντεόν στο περίφημο Conservatoire National d'Athènes («Εθνικό Ωδείο Αθηνών»), ενώ παράλληλα σπούδασε αγγλικά στο British Boys School. Όπως αργότερα δήλωσε, το γεγονός ότι γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια τον έκανε να αισθάνεται σαν «θυρωρός» σε διεθνές ξενοδοχείο, προορισμένος να βιώσει το πέρασμα των λαών και να συμμετέχει στη «κυκλοφορία» του πολιτισμού στη Μεσόγειο, μια περιοχή γεμάτη με διαφορετικές εθνοτικές ομάδες και έντονη μουσική ποικιλομορφία. Η οικογένειά του ήταν Ελληνορθόδοξη, και από παιδί άκουγε βυζαντινούς ύμνους, παραδοσιακή αραβική μουσική και στη συνέχεια τα πρώιμα ακούσματα της ροκ εν ρολ. Όλοι αυτοί οι ήχοι τον επηρέασαν βαθιά για όλη του τη ζωή. Το 1957, λόγω των πολιτικών γεγονότων που συγκλόνισαν την Αίγυπτο, στάλθηκε στο Καθολικό Κολέγιο της Αγίας Γης στη Λευκωσία, όπου δύο χρόνια αργότερα τον ακολούθησε η οικογένειά του.

Το 1962 μετακόμισε με την οικογένειά του στο Μιλάνο της Ιταλίας, όπου φοιτούσε στο Πολυτεχνείο του Μιλάνου, στη Σχολή Αρχιτεκτονικής. Το 1963 σχημάτισε το πρώτο του μουσικό συγκρότημα και εμφανίστηκε ζωντανά στο Φεστιβάλ της «Casa dello studente» («Εστία Φοιτητών») στο Μιλάνο, καθώς και σε διάφορα τοπικά μπαρ όπως το Santa Tecla και το Intra's al Corso. Τυχαία, ο αρχικός τραγουδιστής του συγκροτήματος δεν μπορούσε να τραγουδήσει ένα βράδυ λόγω μικρού ατυχήματος και ο Stratos τον αντικατέστησε, ξεκινώντας έτσι την πορεία του ως τραγουδιστής. Το ρεπερτόριό του εκείνη την εποχή περιλάμβανε σόουλ, μπλουζ και rhythm and blues. Την ίδια περίοδο εργαζόταν και σε πολλά στούντιο ηχογράφησης στο Μιλάνο, ως κιμπορντίστας.

Το 1967 εντάχθηκε στο συγκρότημα I Ribelli («Οι Επαναστάτες») ως κιμπορντίστας. Μαζί τους ηχογράφησε πολλές επιτυχίες όπως τα «Chi mi aiuterà», «Oh Darling!» και «Pugni chiusi», τραγούδια που έγιναν σύμβολα της ιταλικής δεκαετίας του 1960, και ο Stratos γνώρισε γρήγορη φήμη στην Ιταλία. Το 1969, το συγκρότημα κυκλοφόρησε τον ομώνυμο δίσκο «I Ribelli».

Το 1970 αποχώρησε από τους I Ribelli και σχημάτισε νέο μουσικό σχήμα με Άγγλους μουσικούς, όπως ο ντράμερ Jan Broad, και άρχισε να αφιερώνει τον χρόνο του στη μελέτη της φωνής και των μουσικών φαινομένων, κάνοντας πειραματισμούς. Το ενδιαφέρον του σε αυτή την έρευνα ξεκίνησε όταν παρατηρούσε την κόρη του, Αναστασία (γεννημένη το 1970), κατά τη φάση της «μωρολογίας», όταν ένα παιδί παίζει και πειραματίζεται με τη φωνή του πριν ακόμα μιλήσει. Ο Stratos παρατήρησε ότι με την απόκτηση της γλώσσας χάνεται ο πλούτος του φωνητικού ήχου. «Το παιδί χάνει τον ήχο για να οργανώσει τις λέξεις». Αυτή η παρατήρηση αποτέλεσε θεμέλιο για την ποιητική του. Η σχέση γλώσσας-φωνής και ο πειραματισμός του με αυτήν υπήρξαν ο πυρήνας της καλλιτεχνικής του πορείας.

Το 1971 ηχογράφησε το σόλο σινγκλ «Daddy's dream» που κυκλοφόρησε από την δισκογραφική Numero Uno, ιδιοκτησίας των Mogol και Lucio Battisti. Η εμπλοκή του με την εμπορική μουσική σταμάτησε οριστικά μετά από αυτή τη μία κυκλοφορία.

Area, 1972–1978

Το 1972, ο Στράτος, και ο ντράμερ Τζούλιο Καπιότσο ίδρυσαν το συγκρότημα Area, ένα ιταλικό προοδευτικό ροκ και τζαζ φούζιον συγκρότημα. Η αρχική σύνθεση περιλάμβανε τους Έντι Μπουσνέλο (σαξόφωνο), Πάτρικ Τζίβας (μπάσο), Λεάντρο Γκαετάνο (πιάνο) και Τζόνι Λαμπίτσι (ηλεκτρική κιθάρα). Λίγο αργότερα, οι Μπουσνέλο και Τζίβας αποχώρησαν και αντικαταστάθηκαν από τους Πατρίτσιο Φαρισέλλι και Πάολο Τοφάνι, ενώ ο Τζίβας εντάχθηκε στο γνωστό συγκρότημα Premiata Forneria Marconi (PFM). Τη θέση του στο μπάσο ανέλαβε ο Άρες Ταβολάτσι. Ο Στράτος ηχογράφησε πολλούς δίσκους με τους Area, αλλά και ως σόλο καλλιτέχνης, σε συνεργασία με τον Τζάνι Σάσσι, ιδιοκτήτη της δισκογραφικής Cramps Records.

Το 1973, ο Στράτος συμμετείχε στην 8η Μπιενάλε του Παρισιού, ενώ οι Area κυκλοφόρησαν τον πρώτο τους δίσκο, με τίτλο Arbeit macht frei ("Η εργασία απελευθερώνει"), δανεισμένος από τη γνωστή φράση που υπήρχε στην πύλη του ναζιστικού στρατοπέδου συγκέντρωσης στο Άουσβιτς.

Το 1974, το συγκρότημα περιόδευσε σε φεστιβάλ σε Γαλλία, Πορτογαλία και Ελβετία. Ο Στράτος άρχισε να εμβαθύνει όλο και περισσότερο στον μυστηριώδη κόσμο των φωνητικών ήχων, συνεχίζοντας και διευρύνοντας το τεράστιο έργο του πάνω στη σημασία της φωνής στους ασιατικούς και μεσανατολικούς πολιτισμούς. Στο Μιλάνο συνεργάστηκε με τους Τζιάνι Εμίλιο Σιμονέτι, Χουάν Ιντάλγο και Βάλτερ Μαρκέτι, ιδρυτές του πειραματικού καλλιτεχνικού και μουσικού σχήματος Zaj, στο πλαίσιο του διεθνούς κινήματος Fluxus, που συνδύαζε διαφορετικά καλλιτεχνικά μέσα και πειθαρχίες. Στη συνέχεια, ήρθε σε επαφή με το έργο του John Cage, όταν ηχογράφησε το έργο του "Sixty-Two Mesostics Re Merce Cunningham", σε διασκευή για σόλο φωνή και μικρόφωνο, το οποίο παρουσίασε σε πολλά φεστιβάλ ενώπιον κυρίως νεανικού κοινού. Στο φεστιβάλ της προλεταριακής νεολαίας στο Πάρκο Λάμπρο στο Μιλάνο, παρουσίασε το έργο μπροστά σε 15.000 θεατές. Τμήματα αυτής της ηχογράφησης συμπεριλήφθηκαν στον δίσκο Nova Musicha N.1: John Cage, που κυκλοφόρησε από τη Cramps Records και εγκαινίασε τη σειρά Nova Musicha. Παράλληλα, οι Area κυκλοφόρησαν τον δεύτερο δίσκο τους, Caution Radiation Area.

Το 1975, ο Στράτος ασχολήθηκε με τη συγκριτική μουσικολογία και μελέτησε θέματα σχετικά με την εθνολογική φωνητικότητα, τις φωνητικές τεχνικές της μουσικής της Ανατολικής Ασίας, και ιδιαίτερα τις τεχνικές υπερτονικού τραγουδιού (overtone singing). Την ίδια χρονιά, κυκλοφόρησε και ο τρίτος δίσκος των Area, με τίτλο Crac!.

Το 1976, ο Στράτος κυκλοφόρησε τον πρώτο του σόλο δίσκο, Metrodora, προϊόν των φωνητικών του μελετών. Ο τίτλος και ο μοναδικός στίχος του έργου ήταν εμπνευσμένα από τη Μετροδώρα, γιατρό της Βυζαντινής εποχής του 6ου αιώνα. Στο Παρίσι ήρθε σε επαφή με τον Εμίλ Λεΐπ, διευθυντή του Εργαστηρίου Ακουστικής του Πανεπιστημίου Παρισιού VI. Την ίδια χρονιά, οι Area κυκλοφόρησαν και τον πέμπτο δίσκο τους, Maledetti (Maudits), ενώ περιόδευσαν σε φεστιβάλ στη Γαλλία και την Πορτογαλία. Στην Aula Magna του Πανεπιστημίου του Μιλάνου, έδωσαν συναυλία μαζί με τους Πατρίτσιο Φαρισέλλι (προετοιμασμένο πιάνο), Πάολο Τοφάνι (κιθάρα, συνθεσάιζερ), Πολ Λύτον (κρουστά) και Στιβ Λέισι (σοπράνο σαξόφωνο). Η ζωντανή ηχογράφηση κυκλοφόρησε το 1979 από τη Cramps με τίτλο Event ’76.

Την ίδια περίοδο, ο Στράτος ασχολήθηκε με την ψυχανάλυση και ερεύνησε τη σχέση της γλώσσας με την ψυχή. Μίλησε σε αρκετά σεμινάρια στο Ινστιτούτο Γλωσσολογίας και Φωνητικής του Πανεπιστημίου της Πάδοβας, όπου διατύπωσε μια δική του «παιδαγωγική της φωνής». Στην Πάδοβα, συνεργάστηκε με τους Φερέρο και Λούτσιο Κροάτο του Ιατρικού Κέντρου Φωνιατρικής, διεξάγοντας έρευνες για τη φωνή και τις γλωσσικές τεχνικές. Ο Στράτος τόνιζε τη σύνδεση της φωνής με την ψυχή και παρουσίαζε την ηχητική δυνατότητα των ίδιων του των φωνητικών χορδών ως ένα αυτόνομο μουσικό όργανο.

Το 1977, οι φωνητικές ικανότητες του Στράτου μελετήθηκαν και καταγράφηκαν από τον καθηγητή Φράνκο Φερέρο στο Πανεπιστήμιο της Πάδοβας, μια έρευνα που οδήγησε σε δύο επιστημονικές δημοσιεύσεις. Παρ’ όλα αυτά, βρήκε χρόνο να δώσει ζωντανές παραστάσεις στο Θέατρο "Arsenale" και στην Γκαλερί Marconi στο Μιλάνο.

Ο Άλμπερτ Χέρα ρώτησε τον Τραν Κουάνγκ Χάι σε μία συνέντευξη: «Τι γνώμη έχετε για τον Ντεμέτριο Στράτο;» Ο Τραν Κουάνγκ Χάι απάντησε:

«Έμαθε από εμένα το 1977, στη Γαλλία. Ήρθε σε μένα με έναν μάνατζερ που μου είπε ότι ο Δάσκαλος Ντεμέτριο Στράτος ήθελε να μάθει τις τεχνικές τραγουδιού μου. Έμεινε μαζί μου για δύο ώρες και έμαθε τα πάντα. Έπειτα, επέστρεψε στην Ιταλία και χρησιμοποίησε τις ασκήσεις που έμαθε για τις προσωπικές του αναζητήσεις».

— Τραν Κουάνγκ Χάι προς τον Άλμπερτ Χέρα (στα ιταλικά)

Το 1978, οι Area αποχώρησαν από τη δισκογραφική Cramps Records και μετακινήθηκαν στη δισκογραφική Ascolto, που ανήκε στην CGD. Στην Ascolto κυκλοφόρησαν το έκτο τους στούντιο άλμπουμ, 1978 Gli dei se ne vanno, gli arrabbiati restano! («Το 1978 οι θεοί φεύγουν, οι οργισμένοι μένουν!»), το τελευταίο στο οποίο συμμετείχε ο Στράτος. Παράλληλα, ο Στράτος συνέχισε τις σόλο δραστηριότητές του με την Cramps και τον Τζάνι Σάσσι, κυκλοφορώντας το Cantare la Voce.

Τον Φεβρουάριο, εκπροσωπώντας την Ελλάδα, πραγματοποίησε συναυλία στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Πόλης του Παρισιού, σε εκδήλωση που οργανώθηκε από το Atelier de Création Radiophonique για τη Χ Διεθνή Μπιενάλε Νέων Καλλιτεχνών, με τίτλο "Musics at an Exhibition", επιμέλειας του Ντανιέλ Κω. Στη συνέχεια, εμφανίστηκε ζωντανά ως σόλο καλλιτέχνης στην Pre-Art Gallery του Μιλάνου και περιόδευσε με τους Area στην Πορτογαλία.

Η διεθνής του φήμη ενισχύθηκε όταν, κατόπιν πρόσκλησης του Τζον Κέιτζ, συμμετείχε στις συναυλίες στο Θέατρο Roundabout της Νέας Υόρκης, στις 18 και 19 Μαρτίου. Οι εκδηλώσεις αυτές εντάσσονταν στο πλαίσιο του "Event", μιας παράστασης του Μερς Κάνινγκχαμ και της ομάδας χορού του, υπό την καλλιτεχνική διεύθυνση του Τζάσπερ Τζονς και με μουσική επιμέλεια του Κέιτζ. Η παράσταση περιλάμβανε επίσης σκηνικά και κοστούμια των Ρόμπερτ Ράουσενμπεργκ, Μαρκ Λάνκαστερ και Άντι Γουόρχολ. Σε αυτήν, ο Στράτος παρήγαγε μια εντυπωσιακή ποικιλία ήχων και ηχητικών εφέ χρησιμοποιώντας αποκλειστικά τη φωνή του.

Στις 2 Ιουνίου, ο Στράτος συμμετείχε στη Δεύτερη Διεθνή Εβδομάδα Παράστασης στην Μπολόνια. Στις 15 Ιουνίου στο Άμστερνταμ, έλαβε μέρος στο "Sounday" του Τζον Κέιτζ – μία αδιάλειπτη παράσταση διάρκειας περίπου δέκα ωρών (7:00 π.μ. - 5:00 μ.μ.), η οποία οργανώθηκε στο Centrum Bellevue από τον ολλανδικό ραδιοσταθμό KRO Radio Hilversum IV. Εκεί, ο Στράτος πραγματοποίησε επίσης ένα σεμινάριο με ζωντανή παρουσίαση στο Stedelijk Museum.

Στις 26, 27 και 28 Ιουνίου, συμμετείχε στην παράσταση του Κέιτζ "Το Τρένο του Τζον Κέιτζ – Αναζητώντας τη Χαμένη Σιωπή", που περιλάμβανε τρεις μουσικές διαδρομές σε ένα προετοιμασμένο τρένο γεμάτο μικρόφωνα, ηχεία, 210 κασετόφωνα, ενισχυτές και τυχαίους ήχους, όλα υπό τη διεύθυνση του Κέιτζ με τη βοήθεια των Βάλτερ Μαρκέτι και Χουάν Ιντάλγο.

Στις 4 Ιουλίου, ανέβηκε στη σκηνή του θεάτρου Μαργαρίτα στη Γένοβα με τη Γκρέτε Σουλτάν και τον Πολ Ζούκοφσκι για μια συναυλία αφιερωμένη στον Κέιτζ.

Από 28 Ιουλίου έως 5 Αυγούστου, οι Area συμμετείχαν στο Παγκόσμιο Φεστιβάλ Νεολαίας και Φοιτητών (για την Αντιιμπεριαλιστική Αλληλεγγύη, Ειρήνη και Φιλία) στην Αβάνα της Κούβας. Ο Στράτος προσκλήθηκε από το τοπικό Υπουργείο Πολιτισμού να συναντήσει την αντιπροσωπεία Μογγόλων μουσικών και να συμμετάσχει σε συζήτηση για τις φωνητικές τεχνικές της Ανατολικής Ασίας.

Επιστρέφοντας από την Κούβα, ηχογράφησε ένα φωνητικό ποίημα με τίτλο Ο Τζίτζιρας ο Μίτζιρας για την ιστορικοκριτική ανθολογία Futura, που κυκλοφόρησε από την Cramps Records, όπου διερευνούσε τη ρυθμοηχητική δύναμη του τραγουδιού των τζιτζικιών, εμπνευσμένος από μια ελληνική γλωσσοδέτη.

Τον Σεπτέμβριο, έδωσε ζωντανή παράσταση στο θέατρο Elfo του Μιλάνου, η οποία παρουσιάστηκε στο πλαίσιο της "Εβδομάδας Τζον Κέιτζ" στο Opéra Louis Jouvet στο Παρίσι. Ο Κέιτζ τον προσκάλεσε επίσης να διδάξει ένα μάθημα για τις δυνατότητες της ανθρώπινης φωνής στο Center for Experimental Music του Πανεπιστημίου του Σαν Ντιέγκο στην Καλιφόρνια.
Demetrio Stratos: 40 χρόνια από τον θάνατο του μεγαλύτερου ...
Θάνατος

Τον Ιανουάριο του 1979, ο Στράτος ηχογράφησε το έργο Le Milleuna, μια ερμηνεία διάρκειας μιας ώρας με στίχους του Νάνι Μπαλεστρίνι (Nanni Balestrini) και μιμική ερμηνεία και δράση από τη Βαλέρια Μάλι (Valeria Magli). Τον Φεβρουάριο, βρέθηκε στο Παρίσι για να ερμηνεύσει τον χαρακτήρα του Αντονέν Αρτώ (Antonin Artaud) σε μια θεατρική επιθεώρηση που διοργάνωσε η France Culture. Την ίδια περίοδο, από τις 8 έως τις 11 Φεβρουαρίου, συμμετείχε σε σειρά ρεσιτάλ στο θέατρο Alberico στη Ρώμη. Ο Στράτος είχε προγραμματίσει τη μουσική παράσταση Rock 'n' roll Exhibition μαζί με τον Πάολο Τοφάνι (Paolo Tofani) και τον Μάουρο Παγκάνι (Mauro Pagani), με σκοπό να φέρει ξανά στο φως τους μεγάλους μουσικούς της δεκαετίας του ’50. Μια δοκιμαστική ζωντανή παρουσίαση με κοινό πραγματοποιήθηκε στο θέατρο Porta Romana του Μιλάνου και η ηχογράφηση κυκλοφόρησε τον Ιούνιο σε δίσκο βινυλίου.

Παράλληλα, σε συνεργασία με τη σειρά Poésie Ininterrompue («Αδιάλειπτη Ποίηση») της France Culture, υπό τη διεύθυνση του Κλοντ Ρουαγέ-Ζουρνού (Claude Royet-Journoud), ο Στράτος έδωσε μια εκτενή συνέντευξη στον Ντανιέλ Σαρλ (Daniel Charles), στην οποία εκτέλεσε πολλές φωνητικές ακολουθίες και παρείχε αναλυτικές εξηγήσεις. Ο Στράτος αποχώρησε από τους Area για να αφοσιωθεί αποκλειστικά στην έρευνα και τον πειραματισμό με τη φωνή και να προωθήσει τη σόλο καριέρα του. Στο Ωδείο Μουσικής "G. Verdi" του Μιλάνου δίδαξε μάθημα με τίτλο Σημειολογία της Σύγχρονης Μουσικής για τη Φωνή. Οι διαλέξεις του συνεχίστηκαν μέχρι τον Μάρτιο. Την Παρασκευή 30 Μαρτίου έδωσε την τελευταία του σόλο συναυλία στο μικρό Θέατρο της Villa Reale στη Μόντσα.

Τον Απρίλιο, διαγνώστηκε με σοβαρή περίπτωση απλαστικής αναιμίας. Στις 2 Απριλίου νοσηλεύτηκε στο Πολυκλινικό Νοσοκομείο του Μιλάνου, αλλά η κατάστασή του επιδεινώθηκε ραγδαία και μεταφέρθηκε στο Memorial Hospital της Νέας Υόρκης για θεραπεία. Την ίδια ώρα, οι φίλοι του στην Ιταλία οργάνωσαν συναυλία για να συγκεντρωθούν χρήματα για την ιατρική του περίθαλψη. Πολλοί μουσικοί αποδέχθηκαν την πρόσκληση να συμμετάσχουν, και η συναυλία προγραμματίστηκε για τις 14 Ιουνίου 1979. Η εκδήλωση αυτή κατέληξε να αποτελέσει μνημόσυνο για τον Στράτο, καθώς πέθανε μια μέρα πριν, στις 13 Ιουνίου 1979, στο νοσοκομείο της Νέας Υόρκης, σε ηλικία μόλις 34 ετών, περιμένοντας μεταμόσχευση μυελού των οστών. Η επίσημη αιτία θανάτου ήταν έμφραγμα του μυοκαρδίου (καρδιακή προσβολή).

Ο θάνατός του διέκοψε την προγραμματισμένη συνεργασία του με τον ποιητή Αντόνιο Πόρτα (Antonio Porta), μέλος της ομάδας των Novissimi, πάνω σε ένα πρότζεκτ που στηριζόταν στη μουσική της φωνής του Στράτου. Η απώλειά του σόκαρε όχι μόνο τους πρωτοποριακούς και πειραματικούς μουσικούς που τον θεωρούσαν έναν από τους πιο σημαντικούς εκπροσώπους του χώρου, αλλά και ολόκληρη την καλλιτεχνική κοινότητα. Η είδηση διαδόθηκε ευρέως, ακόμα και από μέσα ενημέρωσης που δεν είχαν σχέση με την εναλλακτική μουσική. Εκείνη την εποχή κυκλοφόρησαν φήμες ότι η ασθένειά του προκλήθηκε από τις μυστικές και επικίνδυνες φωνητικές του πρακτικές. Πολλοί πίστεψαν ότι πέθανε επειδή "τόλμησε πολύ", ξεπερνώντας τα όρια των ανθρώπινων δυνατοτήτων, σαν ένας σύγχρονος Ίκαρος που τιμωρήθηκε επειδή πλησίασε πολύ κοντά στον Ήλιο.

Το μνημείο του Στράτου φέρει την επιγραφή από την αρχή της Οδύσσειας: «Μούσα, μίλησέ μου για τον άνθρωπο με τον πολύτροπο νου». Βρίσκεται στο κοιμητήριο του Scipione Castello (44.82872785°N 9.961494°E), ένα μικρό χωριό που αποτελεί δημοτικό διαμέρισμα του Salsomaggiore Terme, πόλης στην επαρχία της Πάρμα στην περιοχή Εμίλια-Ρομάνια της βόρειας Ιταλίας. Από το 2000, στο Scipione Castello οργανώνεται κάθε χρόνο μουσικό φεστιβάλ στη μνήμη του Ευστράτιου Δημητρίου (Demetrio Stratos)

Παρακαταθήκη

Οι Area, Ευστράτιος Δημητρίου , Πατρίτσιο Φαρισέλλι και Πάολο Τοφάνι συμπεριλήφθηκαν στη λίστα Nurse with Wound, μια λίστα μουσικών και συγκροτημάτων που συνόδευε το πρώτο άλμπουμ των Nurse with Wound, με τίτλο Chance Meeting on a Dissecting Table of a Sewing Machine and an Umbrella, που κυκλοφόρησε το 1979.

Λίγο μετά τον θάνατό του, το ιταλικό προοδευτικό ροκ συγκρότημα Premiata Forneria Marconi αφιέρωσε στον τράτο το τραγούδι «Maestro della voce» («Δάσκαλος της φωνής»), το οποίο συμπεριλαμβάνεται στο άλμπουμ τους Suonare suonare του 1980.

Το στούντιο συναυλιών του ραδιοφωνικού σταθμού Radio Popolare του Μιλάνου ονομάστηκε προς τιμήν του.

Από το 1996 διοργανώνεται ετήσια μουσική εκδήλωση με τίτλο «Rassegna di Musica Diversa – Omaggio a Demetrio Stratos» («Ανασκόπηση Εναλλακτικής Μουσικής – Φόρος Τιμής στον Demetrio Stratos»), στην πόλη Alberone di Cento, στην επαρχία της Φεράρα, στη βόρεια Ιταλία. Η εκδήλωση αυτή προβάλλει ανερχόμενα ιταλικά μουσικά σχήματα και καινοτόμες ιδέες.

Το 2002, το συγκρότημα Picchio dal Pozzo ανακάλυψε ηχογραφήσεις από το 1979, με τον Στράτο να ερμηνεύει στο Θέατρο IPPAI (Ινστιτούτο Προστασίας και Βοήθειας Νεότητας) στη Γένοβα. Οι ερμηνείες αυτές ενσωματώθηκαν στον δίσκο Pic_nic @ Valdapozzo (2004), στον οποίο τα τραγούδια βασίζονται εξ ολοκλήρου στη φωνή του. Ιδιαίτερη εντύπωση προκαλεί το κομμάτι «Epitaffio», όπου ο Στράτος δημιουργεί μια γλυκιά μελωδία με την τεχνική «Φλαουτοφωνία», συνοδευόμενη από διακριτικό ρυθμό και ήχους της νύχτας που δεν επισκιάζουν τη φωνή.

Το Διεθνές Βραβείο «Demetrio Stratos» για πειραματική μουσική ιδρύθηκε το 2005, με πρωτοβουλία της συζύγου του, Ντανιέλα Ρονκόνι, του Πατρίτσιο Φαρισέλλι, του Κλαούντιο Κιανούρα, του Βάλτερ Πράτι και του Γκέρντ Ρίσκε. Απονέμεται σε ανερχόμενους μουσικούς, καινοτόμα πρότζεκτ και συνολική προσφορά στην πειραματική μουσική. Το πρώτο βραβείο ανερχόμενου καλλιτέχνη απονεμήθηκε στη Ρομίνα Ντανιέλε (2005). Το Βραβείο Καριέρας έχει απονεμηθεί σε:

Diamanda Galás (2005)

Meredith Monk (2007)

Fred Frith (2008)

Fátima Miranda (2009)

Joan La Barbara (2011)

Το «La voce Stratos» («Η φωνή Στράτος») είναι βιβλίο και ντοκιμαντέρ για τη ζωή και το έργο του, που κυκλοφόρησε το 2009 από τους Λουτσιάνο Ντ’Ονόφριο και Μόνικα Αφατάτο, με συνεργασία της συζύγου του. Περιλαμβάνει πάνω από τριάντα συνεντεύξεις συνεργατών, μουσικών, καλλιτεχνών και φωνητικών ερευνητών, καθώς και ανέκδοτο φωτογραφικό και οπτικοακουστικό υλικό.

Την ίδια χρονιά διοργανώθηκε στη Γένοβα η δεύτερη έκδοση του «Suonare la voce: tributo a Demetrio Stratos» («Παίζοντας τη φωνή: φόρος τιμής στον Demetrio Stratos»), με διήμερα σεμινάρια και συναυλίες που κορυφώθηκαν με εμφάνιση της Ισπανίδας Fátima Miranda.

Στις 25 Αυγούστου 2009, στη Σιένα, τα εναπομείναντα μέλη των Area (Φαρισέλλι, Ταβολάτσι και Τοφάνι), μαζί με τον Κρίστιαν Καπιότσο (γιο του Τζούλιο Καπιότσο) στα τύμπανα και τον Μάουρο Παγκάνι στο βιολί και τη φωνή, επανενώθηκαν για πρώτη φορά μετά από δεκαετία στο φεστιβάλ La Città Aromatica, προς τιμήν του Στράτου. Στις 29 και 30 Ιανουαρίου 2010, ακολούθησε νέα επανένωση των Area στο Teatro San Lazzaro di Savena (Μπολόνια), στο πλαίσιο της εκδήλωσης StratosFerico: Omaggio a Demetrio Stratos.

Η ζωή του Στράτου αποτελεί πλήρη ενσάρκωση του πνεύματος της δεκαετίας του '70. Πρόσφατα, ο Ιταλός σκηνοθέτης Gabriele Salvatores ανακοίνωσε ότι θα γυρίσει ταινία για τη μουσική και την πολιτική της εποχής μέσα από τη ζωή του χαρισματικού καλλιτέχνη.

Έρευνες στη φωνητική

Πέρα από τις εντυπωσιακές τεχνικές, στόχος του Στράτου ήταν να απελευθερώσει τη φωνητική έκφραση από τα δεσμά της γλώσσας και της αισθητικής μελωδίας. Παρατηρώντας την κόρη του Αναστασία, κατέληξε πως οι άνθρωποι διαθέτουν τεράστιες εκφραστικές δυνατότητες που περιορίζονται προοδευτικά κατά την ανάπτυξη της γλώσσας. Θεωρούσε την εξερεύνηση των δυνατοτήτων της φωνής εργαλείο ψυχολογικής και πολιτικής απελευθέρωσης — ήθελε κοινωνικές ομάδες και άτομα να «βρουν τη δική τους φωνή».

«Αν πρόκειται να υπάρξει νέα φωνητικότητα, πρέπει να βιώνεται συλλογικά και όχι ατομικά: μια προσπάθεια απελευθέρωσης από τον ρόλο του παθητικού ακροατή και θεατή που μας έχει επιβάλει ο πολιτισμός και η πολιτική. Αυτό το έργο δεν πρέπει να εκλαμβάνεται ως ακρόαση, αλλά ως "ένα παιχνίδι όπου διακυβεύεται η ίδια η ζωή".»

— Ευστράτιος Δημητρίου, Metrodora

Πέρα από τη δισκογραφία του με τους Area, τα προσωπικά του έργα αποτελούν έναν τεράστιο κορμό πειραματικής έρευνας. Χρησιμοποιώντας τη φωνή ως μουσικό όργανο, έφτασε τα όρια των ανθρώπινων δυνατοτήτων:

έφτασε συχνότητες έως 7.000 Hz (ένας τενόρος φτάνει έως 523 Hz, μια σοπράνο έως 1.046 Hz)
κρατούσε νότες για μεγάλο διάστημα
εφάρμοζε τεχνικές διφωνίας, τριφωνίας και τετραφωνίας (πολυφωνία μόνο με την ανθρώπινη φωνή)
Σε συνεργασία με το CNR της Πάδοβας, δημοσίευσε μελέτες στην εθνομουσικολογία, τις φωνητικές επεκτάσεις και το ασιατικό τραγούδι.

«Κατά την εκπομπή, οι φωνητικές χορδές δεν δονήθηκαν. Η συχνότητα ήταν εξαιρετικά υψηλή — τα φωνητικά όργανα δεν φτάνουν φυσιολογικά πάνω από 1.200 Hz. Κι όμως, ο Στράτος παρήγαγε δύο ασύμβατα "σφυρίγματα", το ένα να κατεβαίνει από 6.000 Hz, το άλλο να ανεβαίνει από 3.000 Hz. Δεν υπήρχε μεταξύ τους αρμονική σχέση. Παρατήρησα και ταυτόχρονη εκπομπή τριών "σφυριγμάτων".»

— Καθ. Φράνκο Φερρέρο

Η έρευνά του ανοίγει δρόμους για ακόμη ανεξερεύνητα πεδία, όπως η υπεροχή του νοήματος έναντι του σημαινόμενου, ή η τελετουργική αξία της φωνής. Μελέτες του στην αρθρωτική, ακουστική και αντιληπτική φωνητική και την πειραματική ποίηση τον οδήγησαν στην πλήρη απελευθέρωση της φωνής από φυσιοκρατικά όρια. Αυτό αποτυπώνεται ηχητικά στα έργα του Metrodora και Cantare la voce, όπου ό,τι ακούγεται σαν μουσικό όργανο είναι απλώς η ανθρώπινη φωνή.

«Η ανθρώπινη φωνή στη σύγχρονη μουσική είναι ένα κανάλι που δεν μεταδίδει τίποτα. Η δυτική υπερτροφία της φωνής έχει καταστήσει τον τραγουδιστή σχεδόν αναίσθητο στις ποικιλίες της φωνητικότητας, παγιδευμένο στα όρια συγκεκριμένων γλωσσικών δομών.»

— Ευστράτιος Δημητρίου , Metrodora

Η υπεροχή του σημαίνοντος έναντι του σημαινόμενου

Η υπεροχή του σημαίνοντος έναντι του σημαινόμενου είναι ένα ζήτημα που απασχολεί ιδιαίτερα τη γλωσσολογία και την πραγματολογία και έχει οδηγήσει σε καίριες καμπές τόσο στη σημασιολογία όσο και στη σημειωτική. Η αξία της γλώσσας δεν πρέπει να αναζητείται στις σχέσεις μεταξύ των σημείων ή στη σχέση μεταξύ σημαίνοντος (signifiant) και σημαινόμενου (signifié), αλλά στη χρήση της γλώσσας μέσα στο εκάστοτε συγκείμενο. Για παράδειγμα, μία μεταβολή στον τονισμό, στην ένταση, στο ηχόχρωμα ή στον τόνο της φωνής μπορεί να ακυρώσει πλήρως τη σημασιολογική αξία μιας πρότασης (των λέξεων).

Ο Στράτος κατανόησε την σημασιολογική ενίσχυση που παράγεται από τη φωνή. Δεν λειτουργεί μόνο ως προς τα νοήματα, αλλά αποτελεί το πρωτογενές μέσο σωματικής έκφρασης. Η φωνή φέρει από μόνη της επικοινωνιακή σημασία που αξίζει να ακουστεί ανεξάρτητα από το περιεχόμενο των νοημάτων που μεταδίδει. Το σημαίνον "φωνή" γίνεται σημειογενετικό, δηλαδή γεννά νέες σημασίες, όταν το εξετάσουμε στην καθαρή του ουσία, στη "φωνή" (phoné). Ο «μαγικός» ήχος της φωνής είναι ανεξάρτητος από νοήματα· έτσι ο Στράτος παράγει ήχους χωρίς κωδικοποιημένα νοήματα, οι οποίοι όμως δημιουργούν νέους πιθανούς κόσμους.

Όπως η απολιθωμένη Ωρειάδα Ηχώ, η αναζήτησή του για αυτήν την χαμένη φωνή εξερευνά την ανθρώπινη κραυγή, την ανάσα, τον θόρυβο. Στοχεύει στην επιστροφή στην σωματική πραγματικότητα, στην ενστικτώδη υλικότητα, στη ζωώδη διονυσιακή βάση, η οποία καταπνίγηκε από την κωδικοποιημένη αντικειμενικότητα. Η επιμονή στη "σημαίνουσα φωνή" αφαιρεί αξία από την υποκειμενική παραγωγή του σημαινόμενου. Ο Στράτος οδηγείται στη διάλυση του "εγώ" μέσω μιας δημιουργικής επαναληπτικής διαμόρφωσης, υπέρ μιας διαυποκειμενικής ένωσης των πηγών της ζωής.

Η νομαδική φωνή αντιπροσωπεύει την απελευθέρωση· επιδιώκει τη σωματική φωνητικοποίηση αποσπασμένη από τις σταθερές καμπύλες του bel canto. Στα "Μοιρολόγια Ι", "Μοιρολόγια ΙΙ" και "Κρυπτομελωδίες Παιδικές" η φωνή παρουσιάζεται σε πληθυντικό τρόπο: ψιθυρίζει, θρηνεί, μιμείται, γίνεται διπλοφωνία και τριπλοφωνία. Πρόκειται για έναν πολυφωνικό φωνητισμό χωρίς υποκείμενο, ανδρογύναιο, όπου συνυπάρχουν και τα δύο φύλα, το αρσενικό και το θηλυκό.

Ο Στράτος τραγουδά τη φωνή, ως καθαρή εμφάνιση, φάρμακο (pharmakon), δηλητηριώδες και θεραπευτικό ταυτόχρονα, χωρίς τίποτε άλλο παρά μόνο τη φωνή – μια καθαρά παιγνιώδη πράξη, μόνο η φωνή ως φωνή. «Με αυτόν τον τρόπο η ανατρεπτική κυριαρχία της φωνής ως γεγονός, η επικοινωνία ως pharmakon, θέτει το υποκείμενο κάπου ανάμεσα στην ανεπιφύλακτη απόλαυση και την κατανάλωση.»

Η ύμνηση του σημαίνοντος της φωνής στηρίζει μια επιστημολογία της αντίληψης, αμφισβητεί το «σφάλμα του Ντεκάρτ» που περιόρισε τη λογική στη λεκτική σύλληψη της έννοιας. Συνομιλεί με την «Πρακτογνωσία» (Praktognosia) του Maurice Merleau-Ponty, που τοποθετεί την αφετηρία στη βιωματική αίσθηση των σωμάτων μας.

Η τελετουργική αξία της φωνής

Ο Στράτος αναφέρεται στον αυλό, το διπλό καλάμι που χρησιμοποιούνταν σε αρχαίες ελληνικές τελετές· παράγει δύο ήχους και μπορεί να κρατήσει τους ανθρώπους σε κατάσταση έκστασης. Στο κομμάτι του «Φλαουτοφωνίες κι Άλλα» που περιλαμβάνεται στο άλμπουμ Cantare la Voce (1978), υπάρχουν δύο μη αρμονικές φωνές που προκαλούν στον ακροατή μία κατάσταση έκστασης, παρόμοια με αυτή των θρησκευτικών τελετών, και ένα αίσθημα αποξένωσης. Έτσι, η φωνητική μουσική του Στράτου είναι ένα είδος λαϊκής τελετής που επιτρέπει στους ακροατές να αγγίξουν την πρωταρχική τους προέλευση.

«Η φλογερή φωνή του Στράτου παίζει ένα κυκλικό θέμα, μία τροπική έμπνευση που μας φέρνει πιο κοντά σε μια εμπειρία κοινωνίας, τελετουργικής αλληλεπίδρασης και θυσίας. Αυτή η επανάληψη προκαλεί κάτι υπνωτικό που διευκολύνει την κατάσταση έκστασης. Ο Στράτος φαίνεται να επιθυμεί μια συμμετοχική, αυθόρμητη και γενναιόδωρη ακρόαση. Μέσω αυτών των πάντα διαφορετικών επαναλήψεων, στοχεύει να καταργήσει, να διαλύσει το "εγώ", ως το βασικό στοιχείο της θυσίας. Μέσα σε αυτήν τη διάλυση της ταυτότητας, εμείς (η ομάδα των ακροατών) βρισκόμαστε σε κοινωνία με θεούς, τη Γη και τη Ζωή.» – Janete El Haouli

Στα χρόνια της αποϊεροποίησης και εκκοσμίκευσης του χριστιανισμού, ο Στράτος πρότεινε μια νέα κοσμική ιερότητα, στο όνομα των αρχαίων Ελλήνων, μια επιστροφή στην αυθεντική τελετουργικότητα. Το δίπολο φωνής-μουσικής είχε ξεχάσει εκείνη την τελετουργικότητα, διότι στον σημερινό κόσμο χρησιμοποιείται κυρίως για την έκφραση ανθρώπινων σκέψεων, ιδεών και ιδεολογιών, κι όχι για την ιερή εμπειρία της εσωτερικής κοινωνίας του ανθρώπου με τη φύση που τον περιβάλλει.

Η αναζήτηση της τριπλοφωνίας και της τετραπλοφωνίας συναντάται στους θιβετιανούς μοναχούς και κάποιους ιππείς της Μογγολίας. «Είναι μια τελετουργική χρήση της φωνής», έγραφε ο Στράτος, και αυτός ο σκοπός διατηρείται στα έργα του. Υπάρχουν τέσσερα τελετουργικά στοιχεία: η επανάληψη, η απόδραση από το καθημερινό, η απώλεια του εγώ και η κοινοτική διάσταση. Ίσως, διαβάζοντας Gilles Deleuze, ο Στράτος πείστηκε ότι η επανάληψη δεν είναι η καταδικαστέα νευρωτική εμμονή, αλλά μια τεχνική απόδρασης από το καθημερινό, από τη ροή του χρόνου, με σκοπό την πρόσβαση σε μια άλλη τάξη αλήθειας. Έτσι, η έκσταση με την κατάργηση του εγώ και του γνώριμου κόσμου διεύρυνε τον ορίζοντα προς άλλους κόσμους. Το αποτέλεσμα ήταν μια συλλογική σκηνή, ταυτόχρονα αποξενωτική και μυστικιστική.

Στα έργα του Στράτου, μπορούμε να αναγνωρίσουμε τον σημαιοφόρο των λαϊκών τελετουργιών μέσα στα μεγάλα ροκ συναυλιακά γεγονότα, όπου το κοινό δεν εξαντλείται από το θεαματικό μιμητικό πρότυπο του σούπερ σταρ, αλλά βιώνει σχεδόν θρησκευτικά τη μουσική-φωνή, που του επιτρέπει να αισθανθεί στη σκηνή το ανατριχιαστικό ρίγος της συμμετοχής του στη ζωή.

Λόγω της εξαιρετικής του ικανότητας, των αποκτημένων τεχνικών του και των μελετών του με το CNR, κατόρθωσε να παράγει αποτελέσματα που παραμένουν μέχρι σήμερα αξεπέραστα. Ο Daniel Charles τον περιέγραψε ως τον άνθρωπο που διέλυσε τη μονοφωνία μέσω της πολυδιάσπασης του ακουστικού φάσματος. Πέτυχε μια διπλοφωνία η οποία γίνεται τριπλοφωνική, ακόμη και τετραπλοφωνική. Η φωνητική του έγινε μικροορχηστρώσεις (φωνή ως όργανο) χωρίς καμία τεχνολογική ενίσχυση ή επεξεργασία. Ανύψωσε το ροκ τραγούδι σε νέα ύψη με τη φωνητική του ακροβασία.

Δισκογραφία

LP

Metrodora Cramps (CRSLP 6205) 1976 single cover with inner- issued in Cramps' DIVerso series (no.5)

  Cramps (5206 205) 1977 as above - reissue with new catalogue number

  Get back (GET 5206) 2001 single cover

  Sony/BMG (88843 02325 1) 2014 numbered box set with LP, CD and 5 postcards

  Sony/BMG (88985 36554 1) 2017 new remastered reissue

  Cramps/De Agostini (CRSLP 6205) 2018 single cover with inner and 8-page insert - no.27 in the De Agostini "Prog Rock Italiano" series

  Cramps/Sony Music (19658 70313 1) 2022 red vinyl

Cantare la voce Cramps (5206 119) 1978 issued in Cramps' Nova Musicha series (no.19) - gatefold cover with inner and booklet

  Sony/BMG (88883 77558 1) 2013 numbered box set with LP, CD, insert and 32 page booklet

  Cramps/De Agostini (5206 119) 2019 gatefold cover with booklet and 8-page insert - no.47 in the De Agostini "Prog Rock Italiano" series

  Cramps/Sony Music (19658 70435 1) 2022 single cover with inner - white vinyl

Rock and roll exhibition Cramps (5205 901) 1979 with Mauro Pagani and Paolo Tofani - single cover with inner

  Akarma (AK 1016) 2001 as above

  Cramps/Sony Music (19658 70637 1) 2022 single cover with inner - orange vinyl

Recitarcantando Cramps (5206 501) 1980 gatefold cover with inner

  Cramps/Sony Music (19439 84841 1) 2021 gatefold cover, yellow inner - issued for Record Store Day 2021

Concerto al teatro S. Leonardo Progressivamente/De Agostini (GMP 008) 2021 unreleased 1979 live recording - gatefold cover with inner and 8-page insert - no.98 in the De Agostini "Prog Rock Italiano" series

Concerto all'Elfo Cramps/Sony Music (19658 70637 1) 2022 1978 live recording, issued on CD in 1995 - blue vinyl

Le milleuna Cramps/Sony Music (19658 70476 1) 2022 2 LP - gatefold cover with yellow vinyls - issued on CD in 1990

CD

Metrodora Cramps (CRSCD 065) 1989 reissue of 1976 album - now deleted

  Cramps/EMI (72438 57441 2) 1998 as above

  Edel (CRA 0136612) 2001 as above with digipack cover

  Cramps (CRSCD 065) 2009 new reissue with mini-LP gatefold cover

Cantare la voce Cramps (CRSCD 119) 1989 reissue of 1978 album - now deleted

  Edel (CRA 0136592) 2001 as above with digipack cover

  Cramps (CRSCD 013) 2009 new reissue with mini-LP gatefold cover

Le milleuna Cramps (CRSCD 034) 1990 1979 recordings

  Edel (CRA 0136572) 2001 new reissue of the above

Rock and roll exhibition Cramps (CRSCD 010) 1994 reissue of 1979 album - now deleted

  Akarma (AK 1016) 1999 as above with mini gatefold cover

Recitarcantando Cramps (CRSCD 035) 1994 reissue of 1980 album with slightly different mix and longer tracks - now deleted

  Edel (CRA 0138642) 2001 reissue of 1980 album with digipack cover

Concerto all'Elfo Cramps (300 037-2) 1995 1978 live recording

  Cramps/EMI (72438 57443 2) 1997 as above

  Sony Music (88883 79417 2) 2014 new remastered reissue

Stratosfera box set Akarma (AK 1037/5 CD) 2002 5CD box set including his solo albums Metrodora, Cantare la voce, Recitarcantando, Le milleuna, Concerto all'Elfo

VARIOUS ARTISTS COMPILATIONS

Qui giovani

(with Daddy's dream) Numero Uno (2G2KY 19279) 1972 compilation, also featuring Demetrio Stratos, Premiata Forneria Marconi, Formula 3, Adriano Pappalardo

Futura - Poesia sonora

(with O tzitziras, o mitziras)  Cramps (5206 307) 1978 7 LP box

  Cramps (CRSCD 091-095) 1989 5-CD set - reissue of the above 1978 box set

Quelli della Numero Uno

(with Daddy's dream) Numero Uno (CFD 01080-10) 1999 10 CD - box set with tracks from singles

SINGLES (with picture cover)

Daddy's dream

Since you've been gone Numero Uno (ZN 50142) 1972  

  Numero Uno/Sony Music (19439 86116 7) 2021 reissue of 1972 single on purple vinyl - numbered edition issued for Record Store Day 2021

Τετάρτη, Απριλίου 09, 2025

Ο ΦΑΡΟΦΥΛΑΚΑΣ

 Ο ΦΑΡΟΦΥΛΑΚΑΣ Κάποιοι είπαν πως πέθανε κι άλλοι πως χάθηκε σε μια χώρα  μακρινή. Ένας ήξερε μόνο την αλήθεια, πως πήγε κάπου φαροφύλακας. Ο αδερφός  του. Όμως κι αυτός, πήρε μαζί το

Κάποιοι είπαν πως πέθανε κι άλλοι πως χάθηκε σε μια χώρα μακρινή. Ένας ήξερε μόνο την αλήθεια, πως πήγε κάπου φαροφύλακας. Ο αδερφός του. Όμως κι αυτός, πήρε μαζί το μυστικό του. Ποιος είπε πως το αίμα νερό δε γίνεται; Αρκούν μια γυναίκα, πολλές φορές μια παρεξήγηση και μερικά χωράφια για να γίνει το κακό.
 
Προσελήφθη από την σχετική υπηρεσία το ’47 και το πρώτο του πόστο ήταν σε μια βραχονησίδα, δυτικά των Αντικυθήρων. Εκεί έμαθε να κολυμπάει στα βαθιά του επαγγέλματος, από έναν κελευστή του πολεμικού ναυτικού, που ’χε τόση πείρα ο αθεόφοβος, ώστε να κρατά τον φάρο μόνος του, χωρίς βοηθό. Από εκείνον έμαθε να σέβεται τη θάλασσα και να συντηρείται σε δύσκολες καιρικές συνθήκες, που διαρκούσαν για μέρες, ή και για εβδομάδες, μέχρι να έρθει η βάρκα με τις προμήθειες.
Αλλά κι αυτός δεν πήγαινε πίσω. Απ’ τη Κρήτη κρατούσε η σκούφια του. Γερό παιδί. Σκύλος! Ποσειδώνα τον έλεγαν. Δε μάσαγε από τέτοια. Απεναντίας, όταν έσκαγαν οι θεομηνίες, τις γούσταρε κιόλας, η καλύτερή του, κάτι που τον ανέβαζε ψηλά στα μάτια του εκπαιδευτή του.
 
Από μικρός είχε καλή άπνοια και εντυπωσίαζε τους πάντες με τα μακροβούτια του, κάθε φορά που βούταγε στα βαθιά κρατώντας μια μικρή άγκυρα για βαρίδι, για να πατώνει ίσαμε είκοσι οργιές κάτω, μέχρι την τσιμινιέρα του παλιού ναυαγίου λίγο έξω απ’ το λιμάνι της Σούδας.
Είχε ήδη υπηρετήσει σε τέσσερις φάρους, πριν αναλάβει το τελευταίο πόστο του στο Ακρωτήριο Ταίναρο. Στους Οθωνούς, στη Φολέγανδρο, στον Καβομαλιά και στη Τζιά.
Θεωρούσε τον εαυτό του ευλογημένο που μπορούσε να ασκεί ένα τέτοιο λειτούργημα μες στην ερημιά, μονάχος, πολλές φορές σε αντίξοες καιρικές συνθήκες κι επιβίωσης, με υπευθυνότητα που απαιτούσε ν’ απαρνηθεί τα εγκόσμια, όμως ποτέ την επίγνωση της ευθύνης που ‘χε επωμιστεί, να κρατά ―με κάθε τρόπο― τις νύχτες το φάρο αναμμένο, ώστε το φως του να ενώνει τον άνθρωπο με τη ζωή.
Σαράντα χρόνια τώρα, αυτή η ευσυνειδησία τον οδηγούσε ύπουλα στα μονοπάτια της τρέλας.
Όταν δουλεύεις μόνος δε λογοδοτείς σε κανέναν, παρά μόνο στους θεούς, ήταν το πρώτο πράγμα που του ‘πε ο εκπαιδευτής του, μόλις πάτησε πόδι στο ζόρικο φάρο των Αντικυθήρων.
Απ’ τους ελληνιστικούς χρόνους μέχρι σήμερα, αρκετοί καπεταναίοι τα βρήκαν σκούρα, ενώ πολλοί άλλοι πνίγηκαν στα αφιλόξενα μαύρα νερά της Μεσογείου.
 
Το Ακρωτήριο Ταίναρο, σαν γαμψό νύχι αρπαχτικού πουλιού, απειλούσε κάθε πλοίο, που η ρώτα του σκόπευε να καβατζάρει τον κάβο με θαλασσοταραχή, κι ο πέτρινος φάρος, κρατώντας τις επάλξεις, ορθωνόταν στιβαρός, προμηνύοντας πάντα τον κίνδυνο στα πλοία με προορισμό το λιμάνι του Γυθείου.
Στις θεομηνίες, το σκηνικό έκοβε την ανάσα. Ο μαΐστρος ξύριζε τον χειμώνα κι η σοροκάδα δε σήκωνε λεβεντιές. Τα πελώρια κύματα έσκαγαν πάνω στο φάρο ίσαμε είκοσι μέτρα ψηλά, με τη θάλασσα, αγριεμένη, να θέλει να τον παρασύρει στα βαθιά. Αλλά κι η τραμουντάνα, αδίστακτη, πήρε πολλούς ναυτικούς που αψήφησαν τους νόμους της φύσης, αφήνοντας πολλά κουφάρια πλοίων στο βυθό και σπασμένα καΐκια που τα παρέσυρε ως τις ακτές της Αφρικής.
Απ’ τον αυχένα του Ταΰγετου ως το ακρωτήριο Ταίναρο, κρανίου τόπος η Μάνη, όμως αυτό ήταν που τον ερέθιζε και εξήπτε τη φαντασία του σ’ αυτή γη.  Η φαντασία είναι ουσιαστική στο λειτούργημα του φαροφύλακα και κινητήρια δύναμη για ν’ αντέξει τις αντιξοότητες της φύσης και της νύχτας υπηρετώντας το σκοπό του.
 
Θεωρητικά, είχε ήδη βγει στη σύνταξη, αλλά ακόμα εκτελούσε τα καθήκοντά του, ειδικά τον χειμώνα, για να βλέπει την οικογένειά του ο νεότερος που ‘χε αναλάβει προ τριμήνου. Γι αυτόν ήταν εύκολο, δεν είχε οικογένεια. Ακόμα και στο δωμάτιο που του ‘χαν παραχωρήσει απ’ την κοινότητα στο Πόρτο Κάγιο, δεν πήγαινε ποτέ. Η ζωή του όλη ήταν στο φάρο.
Όποτε είχε μπουνάτσα, έπιανε τις εργασίες που δεν γινόντουσαν άλλες μέρες. Έκοβε το φιτίλι, έλυνε το κάτοπτρο, κι έβγαζε τους ασήκωτους φακούς συμπύκνωσης τύπου Fesnel για να τους καθαρίσει με σύρμα και σαπουνάδα απ’ την καπνιά της ασετιλίνης. Οι συμπαγείς αυτοί φακοί, με τα ομόκεντρα δακτυλίδια και τις αυλακώσεις, διαθλούσαν το φως από μια μεγαλύτερη περιοχή σε μια μικρότερη, σχηματίζοντας μια ενιαία δέσμη φωτός, περιοδικής διάρκειας, ίσης ή μεγαλύτερης του σκότους. Ο φάρος στο Ταίναρο ήταν πέτρινος και δεν χρειαζόταν βάψιμο όπως οι άλλοι που υπηρέτησε στους Οθωνούς και τη Φολέγανδρο, όπου με τον ασβέστη και την μπατανόβουρτσα τους έβαφε κάθε τρεις και λίγο για να λάμψει ο κορμός τους στον ήλιο, όμως απαιτούσε να περνά με μίνιο και πράσινη μπογιά τη θόλο του φανού κάθε μήνα. Σαν μην έφταναν αυτά, έπρεπε να γυαλίζει το μπρούτζινο καμπανάκι σινιάλου και τη χάλκινη μπουρού της σειρήνας ομίχλης.
Τα χαρακτηριστικά του προσώπου του ήταν τραχιά, τόσα χρόνια στη θάλασσα. Είχε έναν ελαφρύ προγναθισμό, με το κάτω χείλος να καβαλάει τ’ από πάνω, που του ‘δινε μια όψη βλοσυρή.
Τις σπάνιες φορές που είχε μπουνάτσα, απ’ την κορυφή του φάρου έβλεπε καθαρά τη γενέτειρά του, την Κρήτη, εκεί κάπου δεξιά απ’ τα Κύθηρα, να φρουρεί τον ελληνικό νότο. Στον Ψηλορείτη μια φορά είχε ανέβει μόνο στη ζωή του, ν’ αγναντέψει το Αιγαίο που απλωνόταν σ’ όλο του το μεγαλείο κάτω απ’ τα πόδια του και να που τώρα τον έβλεπε κι από κει.
«Τι να πεις;» μουρμούριζε καθώς στοχαζόταν, πως αυτός ο τόπος ο μικρός, ο μέγας, είχε τη 13η μεγαλύτερη ακτογραμμή στο κόσμο.
 
Φάρος. Έργο σοφίας ανθρώπου. Σύμβολο φαλλικό που ορθωνόταν μπροστά στο πέλαγο, με τη θάλασσα –γένους θηλυκού– να τον αγκαλιάζει με τα κύματά της.
Τα παλιά χρόνια όταν αργούσαν να φτάσουν οι προμήθειες με το μπάρκο δια θαλάσσης, ή με το μουλάρι απ’ το κακοτράχαλο χωμάτινο μονοπάτι, που το εξαφάνιζαν κάθε μέρα τα κύματα, σωνόταν η ασετυλίνη και το πετρέλαιο στον φάρο. Τότε έπρεπε όλη νύχτα να ανεβοκατεβάζει έναν λεβιέ τρομπάροντας αέρα στη μπουρού της σειρήνας, με τον μακρόσυρτο ήχο της ν’ ακούγεται στο πέλαγο. Ήταν τόσο δυνατή που φορούσε ωτοασπίδες, με το άκουσμά της να τον αναστατώνει τις νύχτες βάζοντας κακό στο μυαλό του. Πολλές φορές αν κι αυτή δεν λειτουργούσε, τότε τραβούσε ρυθμικά ένα κορδονάκι, που ‘χε απόληξη στο καμπανάκι του σινιάλου. Ο φάρος, η σειρήνα και τα σινιάλα, σκούνταγαν τους ναυτικούς με το ξενυχτισμένο βλέμμα πάνω στη γέφυρα, ώστε να βρίσκουν το φως τους μες στην τύφλα της ομίχλης.
Όταν είχε καλοσύνη κι είχε νετάρει από τις εργασίες, έπαιρνε μια μικρή απογευματινή σιέστα. Ο ύπνος ποτέ δεν ήταν αρκετός στο φάρο, αφού η νύχτα απαιτούσε να μένει ξάγρυπνος. Πολλές φορές, ακόμα και σ’ αυτούς τους κλεφτούς απογευματινούς ύπνους, ξυπνούσε κάθιδρος από έναν εφιάλτη, όπου η λυχνία του φάρου είχε σβήσει.
Πού και πού, έβγαζε το λαούτο απ’ τη θήκη κι έπαιζε ριζίτικα της πατρίδας του. Όμως ποτέ δεν τραγουδούσε και ποτέ δεν έβαζε ζάχαρη στα λόγια του, ειδικά από τότε που έχασε τη Μπιούτη, ένα αδέσποτο που ‘χε βρει στη Φολέγανδρο και του κρατούσε παρέα όλα αυτά τα χρόνια. Του στοίχισε πολύ όταν την έθαψε προ τριετίας κάτω από μια ελιά στη μέσα Μάνη.
 
Τρεις μέρες καλοσύνης είχαν περάσει μέχρι εκείνο το χειμωνιάτικο πρωινό. Στεκόταν όρθιος στα φαγωμένα από τις ατέλειωτες τρικυμίες βράχια που θύμιζαν σφουγγάρι και ψάρευε σκάρους στα κρεμαστά νερά, στην άκρη του κάβου. Ένα μπουλούκι θαλασσοπούλια ξύρισαν τα μαβιά κύματα που αντανακλούσαν το κόκκινο φως της αυγής κι ύστερα  χάθηκαν στον ορίζοντα.
Στ’ ανοιχτά φόρτωνε πουνεντογαρμπής και, μια ώρα μετά, το γύρισε σε σοροκάδα. Ήξερε πως όταν η αυγή είχε κόκκινο χρώμα, μύρια κακά έπονται. Το ‘γραφε και μια ζωγραφιά που του ´χε χαρίσει ένας Καναδός φαροφύλακας όταν επισκέφτηκε το φάρο του πριν από χρόνια: Red sky at night, sailors’ delight. Red sky in the morning, sailors take warning.
Στη μοναξιά, αν κάτι είχε μάθει καλά, ήταν τα τερτίπια του καιρού. Ακόμα κι ένα μικρό τρανζίστορ που κουβαλούσε πάντα στο σάκο του, το άναβε μόνο και μόνο για να διαπιστώνει αν την προηγουμένη είχε πέσει μέσα στις προβλέψεις πιο πολύ η Εθνική Μετεωρολογική Υπηρεσία ή εκείνος.
Ο αγέρας ήταν φορτωμένος με τη μυρουδιά της αρμύρας, του πετρελαίου, του κατραμιού και της πίσσας.
Τα πρωινά σημάδια δεν ήταν καλά κι η μέρα ακόμα μικρή, έτσι σήκωσε το φλάμπουρο και γύρισε πίσω να ταμπουρωθεί στον πύργο, όπου ήταν όλα μαδημένα και μουχλιασμένα από την άρμη. Ανέβηκε απ’ την κλιμακωτή σκάλα στην καμπίνα, είκοσι μέτρα ψηλά, κι αγνάντευε ολόγυρα απ’ τα Κύθηρα μέχρι τ’ αρχαίο νεκρομαντείο στα δυτικά του.
Έσταξε λίγο ελαιόλαδο πάνω σ’ ένα κρίθινο παξιμάδι, άλλωστε Κρητικός ήταν, έβγαλε το φελλό από μια νταμιτζάνα ρακή και γέμισε ένα ρακοπότηρο μέχρι τη μέση.
 
Τον τελευταίο χρόνο που αντικαθιστούσε τον νεότερο φαροφύλακα την περίοδο της άδειάς του, οι δικές του βάρδιες είχαν λιγοστέψει. Είχε αρχίσει να πίνει συστηματικά από το μεσημέρι και τις νύχτες πολλές φορές δυσκολευόταν να ξεχωρίσει τις τρεις πηγές φωτός. Εκείνη του κατόπτρου που αντανακλούσε πίσω στα τζάμια του φάρου, εκείνη του πλοίου που ενδεχομένως κινδύνευε στ’ ανοιχτά, αλλά κι εκείνη της άσβεστης λουσέρνας δίπλα στην εικόνα του Άϊ Νικόλα. Παρήγορη πάντα η παρουσία της φωτιάς απ’ την εποχή του Ομήρου. Μέχρι την τρίτη δημοτικού είχε φτάσει όταν τα παράτησε, όμως όλα αυτά τα χρόνια διάβαζε. Τι να κάνει κι αυτός στην ερημιά; Διάβαζε. Ειδικά ποίηση, μ’ εκείνο τον στίχο του Σεφέρη να τον στοιχειώνει, που έγραφε: … ρημάχτηκε όλος ο τόπος, πέθαινε ο κόσμος και γεννιούνταν φίδια. Μιλιούνια φίδια τούτο τ’ ακρωτήρι, χοντρά σαν το ποδάρι ανθρώπου και φαρμακερά.
Με τα χρόνια η ψυχή του είχε γίνει πέτρα, ασήκωτη, σαν τον βράχο που σηκώνει τον φάρο.
Όλο το απόγευμα έπινε, κι όσο έπινε, έξω φόρτωνε.
Καθόταν εκεί μ’ ένα βλέμμα απλανές και σιγά-σιγά, όσο τα μαύρα σύννεφα κάλυπταν τον ουρανό, βυθιζόταν σε μια παράνοια.
Το μπρούτζινο ανεμούρι ψηλά έτριζε, καθώς ο δυνατός νοτιάς με τα φορτώματά του προσπαθούσε να το ξεριζώσει απ’ τα στηρίγματα κι όλο το παλατζάριζε αρκετές μοίρες ζερβόδεξα.
Είχε ήδη βραδιάσει κι ένας μολυβένιος ουρανός σκέπαζε την φουρτουνιασμένη θάλασσα.
Ανάμεσα απ’ τα λυχνανάμματα του φάρου πάνω στον θαλασσοδαρμένο κάβο, ένας αντικατοπτρισμός σύνορα με την οφθαλμαπάτη.
Στη άκρη του βράχου, ανεμοκίνητες ψυχές ολοένα αλλάζαν σχήμα, όπως τα σύννεφα, κι ένας πλημμυρισμένος ταρσανάς, γεμάτος μαδέρια, κατάρτια, σπασμένες γάστρες και πηδάλια να επιπλέουν ξυλάρμενα, με τα κύματα να ξεβράζουν ό,τι άλλο φανταστείς απ’ τα σπασμένα καΐκια.
Ο φάρος λίκνιζε κάτω απ’ την πένθιμη βραχνάδα της σειρήνας ομίχλης, που επίμονα σήμανε απ’ την γέφυρα ενός πλοίου πέρα στ’ ανοιχτά, μ’ εκείνο τον  μακρόσυρτο ήχο, βοή της μπουρούς, αλαλαγμό στο θρήνο. Μπου! …. μπου! Ντάγκ! … ντάγκ!
Είδε ξάφνου τον αδερφό του να περπατά στην καμπούρα του κάβου, μ’ ένα πελώριο κύμα να τον ακολουθεί.
«Διάολε που πάει;» αναφώνησε μέσα στη νύχτα.
Άρχισε να τρέμει σύγκορμος, όμως η σύγχυση απ’ το αλκοόλ ήταν η κινητήριος δύναμη που τον έκανε να πεταχτεί απ’ το πόστο του για να κοιτάξει καλύτερα. Τον είδε μούσκεμα να περπατά χωλαίνοντας προς το φάρο, έτσι όπως τον θυμόταν στα όνειρά του, με μακριά γένια, σκαμμένο πρόσωπο και σοφό βλέμμα.
«Μα τον Άγιο», φώναξε και κατέβασε μονογούλι όλο το ρακοπότηρο.
Στην προσπάθειά του να κατέβει γρήγορα, σκόνταψε και κουτρουβαλώντας τα σκαλιά, έσκασε τ’ ανάσκελα στο πέτρινο δάπεδο στην είσοδο του φαρόσπιτου, με τον αέρα να λυσσομανά και να κοπανά την μπουκαπόρτα ασύστολα πάνω στα πέτρινα ντουβάρια.
Μετά από λίγο κατάφερε να σηκωθεί και με το μέτωπό του να τρέχει αίμα, έτρεξε όξω προς το νύχι του κάβου.
 
Η θάλασσα σήκωσε τα ύδατα στα μεσουράνια, κι εκείνο το πελώριο κύμα που ακολουθούσε τον αδερφό του, πήρε τη μορφή της γυναίκας που ερωτεύτηκαν παράφορα κι οι δυο. Τον λόγο της βεντέτας.
«Τώρα την έχουμε κι οι δυο», του βροντοφώναξε ο αδελφός του μέσα στον χαλασμό της θύελλας, κρατώντας τον δείκτη του αριστερού χεριού προτεταμένο στην υδάτινη γυναίκα, που ήταν άγρια κι επιθυμητή, όπως τόσα χρόνια τώρα κοιμόταν δίπλα του, ανάμεσα στην ηδονή και τον ύπνο, ανάμεσα στη φωτιά και στο νερό, στον έρωτα και στο θυμό, με μια γλώσσα νεροφίδας να βγαίνει από τα χείλη κάτω απ’ τα σπινθηροβόλα μάτια της, καθώς μαστίγωνε τα κύματα που όλο ψήλωναν και βαρυβογγούσαν, τινάζοντας νεροστρόβιλους στα επουράνια. Τα χέρια του χρύσιζαν απ’ το φως του φάρου, την ώρα που απεγνωσμένος έκανε σινιάλα προς το μέρος της, καθώς εκείνη τράβηξε πίσω τα νερά για μια στιγμή κι αφροκοπώντας επανήρθε, κλείνοντας τον πέτρινο φάρο στην αγκαλιά της.
 
Τρεις μέρες μετά ήρθαν οι αντικαταστάτες. Ο φάρος ήταν έρημος, κι ο φαροφύλακας, άφαντος. Στο ημερολόγιο του φάρου βρήκαν την τελευταία του σημείωση. Έγραφε: Δύση 18:30, 28 Φεβρουαρίου 1987. Όλη μέρα καλοσύνη και τώρα το βράδυ κάλμα, με τ’ αστέρια να καθρεφτίζονται στη θάλασσα. Σ’ όλο το πέλαγο μπουνάτσα, πέρα ως εκεί που φτάνει το μάτι. Αυτή η μπουνάτσα, μοιάζει πως θα κρατήσει για πάντα.
 
Κωνσταντίνος Τσεκλένης: Ο φαροφύλακας

Τετάρτη, Οκτωβρίου 02, 2024

Σωκράτης Μάλαμας (εξομολογητικά)

 Μπορεί να είναι ασπρόμαυρη εικόνα 1 άτομο, βιολί και κιθάραΓεννήθηκα το 1957 στη Συκιά Χαλκιδικής, στο τέρμα της Σιθωνίας. Ένα πανέμορφο χωριό με 5.000 κατοίκους χτισμένο πάνω στο τελείωμα ενός βουνού. Ήταν ένα μυθικό μέρος με παλιά σπίτια, αρχοντικά, διώροφα, τριώροφα και πέτρινα με ξύλινες βεράντες. Είχε ένα χρώμα ακαθόριστο, όσον αφορά τον χρόνο. Όταν βλέπω το χωριό μου, μου έρχεται στο μυαλό το 300 μ.Χ. Κάπως έτσι φαντάζομαι ότι θα ήταν οι κωμοπόλεις τότε στην επαρχία. > Οι γονείς μου ήταν αγρότες. Ο πατέρας μου ήταν περιστασιακά και ξυλοκόπος. Έκοβε και κατέβαζε πεύκα από τα ψηλά του βουνού με μουλάρια και άλογα. Έβγαζε ένα μεροκάματο της τάξης των 5 δραχμών. Σκέψου ότι με 5 δραχμές τότε αγόραζες 2 κονσέρβες Swan. > Όταν ήμουν πέντε ετών οι γονείς μου αποφάσισαν να μεταναστεύσουν στη Γερμανία, στη Στουτγάρδη. Η πρώτη εικόνα που αντίκρισα εκεί ήταν αρρωστημένη για ένα παιδάκι στην ηλικία μου. Ήταν σαν να ζωντανεύουν οι εφιάλτες που βλέπεις στα όνειρά σου. Ξαφνικά, από εκεί που ήμουν ένα με τη γη, βρέθηκα μέσα από ένα ταξίδι 45 ωρών με το τρένο στην καρδιά της βιομηχανικής Ευρώπης, ανάμεσα σε υψικαμίνους και ένα μολυσμένο ποτάμι με μαούνες να μεταφέρουν κάρβουνα από το πουθενά στο πουθενά. Μέναμε σε ένα διαμέρισμα μαζί με άλλες τρεις οικογένειες Ελλήνων, κάθε οικογένεια σε ένα δωμάτιο. Γρήγορα αρρώστησα βαριά για περίπου έναν χρόνο. Ο οργανισμός μου δεν μπορούσε να προσαρμοστεί στο κλίμα. > Στα 12 επιστρέφω στην Ελλάδα και κάνω τις δυο πρώτες τάξεις του γυμνασίου στη Θεσσαλονίκη, όπου έμενε η αδερφή μου. Στη Γ' Γυμνασίου πήγα σχολείο στον Άγιο Νικόλαo Χαλκιδικής. Ήμουν απείθαρχος μαθητής, άλλαζα συνέχεια σχολεία, έκανα αηδίες μέχρι που με έδιωξαν από όλα τα γυμνάσια της χώρας. Ευτυχώς, βρέθηκε μια θαυμάσια γυναίκα στο συμβούλιο των καθηγητών, στο γυμνάσιο του Αγίου Νικολάου, με υπερασπίστηκε και με ξαναπήραν την επόμενη χρονιά. > Όταν τελείωσα το σχολείο ξαναγύρισα στη Γερμανία. Θεωρούσα ότι ήταν μια νέα διέξοδος για μένα. Μπήκα κατευθείαν στο προκαταρκτικό εξάμηνο για ηλεκτρολόγος-μηχανολόγος και έκατσα εκεί δυόμισι χρόνια, συνεχίζοντας παράλληλα τις μουσικές σπουδές που είχα ξεκινήσει στη Θεσσαλονίκη. Δεν με έπειθε, όμως, καθόλου το πανεπιστημιακό θέμα. Εγώ έπαιζα μουσική από μικρός. Δεν είχα βλέψεις να κάνω κάτι σπουδαίο. Μου άρεσε να διαβάζω αυτά που ήθελα εγώ, να βλέπω πίνακες ζωγραφικής, να παρακολουθώ θέατρο όταν είχα τη δυνατότητα. Μου άρεσε να μελετώ ποίηση. Στα 13 μου διάβαζα τον Τοίχο του Σαρτρ - φαντάσου πόσο μπορεί να δηλητηριαστεί ένα παιδί από τέτοια αναγνώσματα. Διάβαζα Ρεμπώ, Μπωντλαίρ, θεατρικά, τη Δίκη του Κάφκα. Συγκλονιστικά αναγνώσματα. Βέβαια, έπεφτα μέσα σε ένα λαβυρινθώδες εσωτερικό περιβάλλον και πολλές φορές περνούσα μέρες ολόκληρες σε σιωπή. Σταματούσα να μιλώ, δεν επικοινωνούσα με το περιβάλλον και στο σχολείο αισθανόμουν ξένος. Ίσως ένιωθα και μια εσωτερική έπαρση. Μια υποκριτική ιδιότητα του ανθρώπου να ενστερνίζεται το εξωτερικό δράμα και να το κάνει δικό του. > Εκείνη την εποχή στη Γερμανία άκουγα όλο το κλασικό ρεπερτόριο. Led Ζeppelin, Rolling Stones, Creedence Clearwater Revival. Πηγαίναμε σε διάφορες κρατικές λέσχες νεολαίας όπου υπήρχε ασύδοτη ελευθερία. Μπορούσες να πιεις, να καπνίσεις, να γλεντήσεις, να κάνεις ό,τι θες, απλά υπήρχαν εκεί κοινωνικοί λειτουργοί που σε συμβούλευαν τι είναι καλό και τι όχι. Μετά άρχισαν να δημιουργούνται τα kelar, υπόγειοι, παράνομοι χώροι, όπου έδινες 2-3 μάρκα, σου έβαζαν μια σφραγίδα στο χέρι και γινόταν χαμός από κόσμο, χασίς και χάπια. Δοκιμάζαμε τα πάντα, γινόμασταν κουρούμπελα, χάναμε τον ορίζοντα από μπροστά μας, ενώ πολλά παιδιά έπαθαν και ζημιές. Ήταν κάτι σαν τα ρέιβ πάρτι που ήρθαν εδώ πολλά χρόνια μετά. > Μια χιονισμένη μέρα, πηγαίνοντας στη σχολή, βγήκα από το μετρό και αντίκρισα τα δυο παράλληλα κτίρια του πανεπιστημίου, που ήταν κάπως σαν τους δίδυμους πύργους. Αμέσως έκανα στροφή, γύρισα σπίτι, πήρα μια τσάντα με πέντε ρούχα, πήγα στον σταθμό του τρένου και γύρισα πίσω στην Ελλάδα. Στον σταθμό της Θεσσαλονίκης με περίμεναν κάτι φίλοι με το αυτοκίνητο να με πάρουν και να πάμε να πιούμε. Εγώ τους ζήτησα να πάμε να δω τη θάλασσα. Πήγαμε στην παραλία, κάτσαμε μισή ώρα και, καθώς φεύγαμε, στα 200 μέτρα μας χτύπησε ένα αυτοκίνητο. Ο διπλανός μου σκοτώθηκε και οι υπόλοιποι τρεις κομματιαστήκαμε. > Όταν έγινα καλά πήγα φαντάρος και μετά ξεκίνησα να δουλεύω στο Πόρτο Καρράς. Καθάριζα τζάμια και πατώματα, έκανα τον συνοδό στο λεωφορείο από το αεροδρόμιο, τον ταμία στο pool bar, δούλεψα στο λογιστήριο. Γρήγορα, όμως, αποφάσισα να φύγω και να κατέβω στην Αθήνα για να γραφτώ στο Εθνικό Ωδείο, στην πλατεία Βάθη. Είχα ακούσει το Βαγγέλη τον Ασημακόπουλο, τον Μπουντούνη και τον Μαυρουδή να παίζουν σε δίσκους και έλεγα «αυτοί είναι κιθαρίστες». Ξεκίνησα στο τμήμα του Ασημακόπουλου κι ενώ ήμουν καλός, η οικονομική ανάγκη με έκανε να αρχίσω να δουλεύω στα σκυλάδικα. > Το πρώτο σκυλάδικο που δούλεψα ως κιθαρίστας ήταν η Ιφιγένεια στη Συγγρού. Αυτά τα μαγαζιά ήταν πολύ underground τότε. Όλος ο υπόκοσμος και οι τραβεστί εκεί μαζεύονταν. Κάθε βράδυ υπήρχαν πολλή βία, ένταση και συναίσθημα. Το ξημέρωμα έπρεπε να γίνει κάποιος ξυλοδαρμός, κάνα μαχαίρωμα, να βγουν πιστόλια, κάποιος έπρεπε να δείξει τον ανδρισμό του, κάποιος έπρεπε να πάρει τον ρόλο της γυναίκας. Οι θαμώνες έπαιζαν περίεργους ρόλους. Η κατάσταση είχε μια συναισθηματική επίφαση κι ένα δράμα το οποίο ήταν ψευδές. Βέβαια, οι πρωταγωνιστές σίγουρα περνούσαν το δράμα τους. Οι θαμώνες, οι ακροατές, οι παρατηρητές, δεν καταλάβαιναν τίποτα, δεν μπορούσαν να καταλάβουν αυτό το έργο. Πέρασαν πολλά χρόνια για να κατανοήσω τον λόγο που οι άνθρωποι βασανίζονταν τόσο πολύ. Δεν γούσταρα καθόλου τη φάση. Όταν τελείωνα τη δουλειά, έπαιρνα τις 800 δραχμές του μεροκάματου και σκεφτόμουν ότι τώρα θα πάρω ένα ταξί, θα πάω σπίτι, θ' ανοίξω την μποτίλια του υγραερίου, θα βάλω πανιά στα τζάμια και δεν θα ξυπνήσω ποτέ. > Μετά, βρήκα απάγκιο στα νυχτομάγαζα της Πλάκας. Εκεί που ξεκινούσαν με δημοτικά και κατέληγαν σε Διονυσίου. Τότε, κάπου μεταξύ '81 και '83, ο κόσμος έβγαινε στην Πλάκα όπως πηγαίνει τώρα στην παραλία το καλοκαίρι. Δούλευα στον Άτταλο, στον Κρητικό, στου Μοστρού, στη Λητώ. Όλα τα προάστια ξεχύνονταν εκεί με τα καλά τους για να δείξουν οι κοπέλες την ομορφιά τους και οι άντρες τη μαγκιά τους. Κι εκεί γίνονταν φασαρίες. Όχι όπως στο σκυλάδικο, όμως. Εκεί τραγούδαγα κιόλας. Έλεγα βαριά λαϊκά. Είχα το ταμπεραμέντο, είχα και το ρεπερτόριο από μικρός στο σπίτι. Άκουγα Καζαντζίδη, Διονυσίου, Μπιθικώτση, όλους τους λαϊκούς τραγουδιστές, αλλά και τους ρεμπέτες, τον Βαμβακάρη, τον Τσιτσάνη και τους υπόλοιπους. Με το τραγούδι ανέβαινε και το μεροκάματό μου. Από τις 800 δραχμές που έπαιρ- να έφτανα στις 1.800. Αλλά μετά δεν μπορούσα να δουλεύω μέχρι τα ξημερώματα και να έχω εξεταστική το πρωί στο ωδείο. Έτσι, μετά από τρεισήμισι χρόνια τα μάζεψα και γύρισα στη Θεσσαλονίκη. > Έπιασα δουλειά ως δάσκαλος στο Ωδείο Βορείου Ελλάδας, αλλά έπαιρνα έναν μισθό της πείνας. Όταν σε κυνηγάει ο λυσσασμένος σκύλος της ανάγκης, δεν υπάρχει καμιά ρομάντζα γύρω. Όλα είναι επιβίωση. Αν ήμουν μόνος μου εντάξει, αλλά υπήρχε και το παιδί μου, που άρχισε να μεγαλώνει, και η γυναίκα μου. Η ζωή μου ήταν πολύ αλήτικη για να μπορώ να είμαι προσηλωμένος οικογενειάρχης, αλλά, παρ' όλα αυτά, έπρεπε να στρέψω την προσοχή μου σ' αυτούς τους ανθρώπους. Άρχισα να δουλεύω πάλι σε μαγαζιά στη Θεσσαλονίκη, έγραφα μόνος μου τραγούδια για να ξεφεύγω από όλο αυτό το πράγμα που δεν μ' άρεσε καθόλου. Μετά άρχισα να παίζω τα δικά μου κομμάτια σε μικρούς χώρους και τότε με πρόσεξε ο Νικόλας ο Παπάζογλου. Με ρώτησε για τα τραγούδια μου, έδειξε ενδιαφέρον και μου είπε να μπω στο στούντιο να τα ηχογραφήσω. Εγώ δεν είχα ιδέα από στούντιο. Φεύγαμε στις 7 το πρωί μεθυσμένοι από το μαγαζί μαζί με τον ηχολήπτη και πηγαίναμε στο στούντιο, χωρίς να καταλαβαίνουμε ότι αυτό που τραγουδούσα δεν έστεκε τονικά. > Οι πρώτες μου εμφανίσεις ήταν με πολύ λίγο κόσμο, αλλά εγώ το θεωρούσα δώρο. Για μια πενταετία ζούσα χωρίς χρήματα. Έκανα ενδιάμεσα κάποιες εμφανίσεις σε μερικά μπαράκια σε νησιά, μάζευα κάποια χρήματα από εκεί και μετά έκλεινα δουλειές για να παίζω τα δικά μου πράγματα. Πήγαινα τρεις μήνες στη Σίφνο, μάζευα 15.000-20.000 δραχμές όταν το ενοίκιο είχε 3.000. Ήταν τόσο μεγάλο το πάθος να βγω να παίξω ή να γίνω δημοσίως χάλια, που αυτό το πράγμα υπερέβαινε όλες τις ανάγκες μου. Ήμουν 48 κιλά, ποτέ δεν πήρα σάρκα πάνω μου. Ήταν μια περίοδος εξαιρετικά έντονη και όμορφη και μεγαλειώδης. Όταν κοιτάζω πίσω βλέπω ότι αυτή η περίοδος μπορεί να ήταν μια σκοτεινή τρύπα, μια μαύρη τελεία μέσα στη ζωή μου, αλλά ήμουν απολύτως λειτουργικός, εξαναγκασμένος, και ταυτόχρονα επιζητούσα πάση θυσία την έκσταση μέσα από την εργασία μου και την επιμονή μου. Έβρισκα τροφή στα κομμάτια μου, όταν έγραφα μια μελωδία δεν χρειαζόταν να φάω ούτε να πιω. Ζούσα από αυτό το πράγμα, όπως ζω και τώρα. Απλά τώρα έχω βάλει μια απόσταση ανάμεσα σ' αυτό και στον νου και την καρδιά μου. Είμαι κάποια μέτρα μακριά από τότε. Αυτό το φέρνουν η ηλικία και η αποχώρηση από το πεδίο δράσης και βολής. > Τίποτα δεν με ωθεί να γράψω τραγούδια. Εκεί που πίνω κρασί με τους φίλους μου ή κάνω βόλτες με πιάνει κάτι που με κάνει να στριμωχτώ, να καθίσω σε μια γωνιά και να ασχοληθώ μόνο με αυτό. Είναι όπως μπαίνεις σε ένα λιβάδι την άνοιξη και βλέπεις και τσουκνίδες και μαργαρίτες. Ελπίζω να μην έγραψα μόνο τσουκνίδες στη ζωή μου. > Πριν από είκοσι χρόνια έγραψα το «Πάμε να φύγουμε», που έλεγε «Πάμε να φύγουμε από αυτή την πόλη, όλα ξηλώθηκαν, μείναμε μοναχοί άνθρωποι, σπίτια και φωνές». Αυτό το τραγούδι έγινε πραγματικότητα πριν από δέκα χρόνια. Σηκώθηκα κι έφυγα από τις πόλεις, πήγα σε ένα χωρίο στην Πίνδο. Στις πόλεις κατανάλωνα τη ζωή μου περισσότερο στο να «βλεπόμαστε» και όχι στο να κάνω αυτό που θέλω. Τώρα χρειάζομαι νηφαλιότητα, ησυχία και γαλήνη. Μου αρέσει να πηγαίνω με τα παιδιά μου βόλτα στα βουνά, μου αρέσουν η ησυχία και το άγνωστο σε κάθε μου βήμα. Μου αρέσει να ξαπλώνω κάτω στο χώμα και να λέω μια προσευχή. > Έχω διδαχθεί από πολλούς καλλιτέχνες. Από τον Τούντα και τον Μπαχ, από τον Τσιτσάνη και τον Μότσαρτ, από τον Βαγγέλη Παπάζογλου και τον Χάιντν, από τον Νίκο Παπάζογλου και τον Τσικ Κορία, από τον Γαβαλά και την Ίμα Σουμάκ. Αλλά μέχρι και Lady Gaga ακούω, γιατί ακούνε και τα παιδιά μου. Τώρα τελευταία όμως το έχω γυρίσει στην τζαζ. Ακούω αυτούς τους παράφρονες ανθρώπους. Αν δεν είσαι μουσικός, θα πρέπει να είσαι η μετενσάρκωση μουσικού για να ερμηνεύσεις τα έργα τους. > Είμαι πατέρας τεσσάρων παιδιών. Τα παιδιά σε κάνουν να βγάζεις και το θηλυκό χρώμα σου. Δεν είναι εύκολο να το παραδεχτεί ένας άντρας αυτό, αλλά όταν τα παιδιά σου σε κοιτάζουν στα μάτια είναι πολύ εύκολο να αλλάξεις ρόλο και να μπεις σε αυτόν της μητέρας. > Όταν με ρωτάνε αν θέλω να γυρίσω τον χρόνο πίσω, απαντώ όχι, γιατί δεν θέλω να χάσω τα δώρα που μου έχει χαρίσει ο χρόνος. Να γίνω 20 χρόνων και να καίγομαι; Για ποιο λόγο; Όσοι θέλουν να γυρίσουν τον χρόνο πίσω είναι επειδή δεν έζησαν ή δεν τους επιτράπηκε να ζήσουν όπως ήθελαν. Αν λες σε ένα παιδί να συγκρατηθεί, μπορεί και να κλείσει τελείως τις μηχανές του, να μην τις ανοίξει ποτέ μέχρι τα 80 του, και τότε να γίνει ένας ηλικιωμένος που θέλει να ζήσει από την αρχή τον έρωτα της ζωής του. > Δεν μπορώ να κρατήσω άλλο μέσα μου τη μυθολογία της κραιπάλης και της καταστροφής, αλλά δεν έχω κάνει ακόμα τον κύκλο στη ζωή μου και μπορεί να με πιάσει καμιά τρέλα και να ξανακατέβω στην Αθήνα. Μπορεί στα γεράματά μου να θέλω να ζήσω στα Εξάρχεια. Μου αρέσει αυτή η περιοχή που έχει νεολαία, φασαρίες και μπάχαλο. > Τα ταξίδια δεν είναι στους τόπους, τα ταξίδια είναι εδώ. Έχω φύγει από το μπαρ της Γωγώς στον Νέο Κόσμο μια Κυριακή στις 7 το πρωί και περπατώντας προς το Κουκάκι ένιωσα ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος του κόσμου. Σχεδόν κάθε μέρα μου είναι ένα ταξίδι και θέλω το ταξίδι μου να είναι ανεπανάληπτο. > Δεν είμαι υπέρ των παιδιών που αρπάζουν μια πέτρα και σπάνε τις βιτρίνες. Αυτό δυναμώνει ακόμη περισσότερο την ήδη υπάρχουσα άσχημη κατάσταση. Το όνειρο γίνεται πιο δραματικό και άσχημο. Και το άσχημο δεν φέρνει εξιλέωση. Εξιλέωση είναι η γνώση ότι αυτοί οι ίδιοι που σηκώνουν την πέτρα και σπάνε το κεφάλι του άλλου ή το τζάμι, αυτοί οι ίδιοι είναι το απόλυτο φως, η απόλυτη γνώση. Γι' αυτό πρέπει να γυρίσουν και να κοιτάξουν τον εαυτό τους. Δεν υπάρχουν εχθροί εκεί έξω, οι εχθροί είναι σύμβολα. > Ανησυχώ ιδιαίτερα για την κατάσταση που επικρατεί σήμερα, με όλα αυτά τα πλήθη των απελπισμένων ανθρώπων που μου θυμίζουν το κομμάτι του Σαββόπουλου που έλεγε: «Όπου κοιτάζω να κοιτάζεις / όλη η Ελλάδα ατέλειωτη παράγκα / παράγκα, παράγκα, παράγκα του χειμώνα / κι εσύ μιλάς σαν πτώμα / Ο λαός,ο λαός στα πεζοδρόμια κουλούρια ζητάει και λαχεία / κοπάδια, κοπάδια, κοπάδια στα υπουργεία / αιτήσεις για τη Γερμανία». Αυτό ακριβώς ζούμε και τώρα. Κάνουμε κυκλικές κινήσεις και πέφτουμε πάνω στα χνάρια μας. Θα κάνουμε ό,τι ωραιότερο και υψηλότερο μπορούμε για να μπούμε σε μια διαφορετική κατάσταση, θα ονειρευτούμε έναν κόσμο ιδανικό, θα μάθουμε ξανά να ονειρευόμαστε. Θα γίνουμε σοβαροί ονειρευτές, όχι κωλόπαιδα. Θα πάρουμε την ευθύνη των πραγμάτων. Είμαστε υπεύθυνοι για το έργο ή δεν είμαστε; Θα πορευτούμε με τον διπλανό μας ή όχι; > Μπορεί να λέω ότι δεν θα αποχωρήσω ποτέ από το τραγούδι, άλλα αυτό είναι ψέμα. Δεν μπορείς να παίζεις εσαεί. Τώρα έχω τη βιολογική και συναισθηματική δύναμη να το κάνω, αλλά μερικές φορές, όταν ανοίγεται μπροστά μου μια παράδοξη κατάσταση, πιο πολύ με ελκύουν το άγνωστο και η παραίτηση από την προηγούμενη εργασία μου, παρά η μουσική και το τραγούδι. > Η αγάπη περισσότερο εκπέμπεται από εμάς προς τον κόσμο και όχι το αντίστροφο. Και η ειρωνεία είναι ότι όλοι ζητάμε την αγάπη. Ενώ στην ουσία εμείς οι ίδιοι είμαστε η αγάπη, εμείς είμαστε η ελευθερία, εμείς είμαστε η αλήθεια, από μας εκπορεύονται όλα αυτά. Είναι βασικά, ουσιαστικά συστατικά της ύπαρξης. Εάν δεν τα έχουμε αυτά, να πάμε να γαμηθούμε, να βυθιστούμε στο τίποτα. > Τώρα πια είμαι πιο διαλλακτικός. Η κατανόηση είναι πρωτεύον στοιχείο. Δεν μετράς τους ανθρώπους με μεζούρα, αρχίζεις και τους δέχεσαι κι αυτό είναι ένα τεράστιο δώρο που στο φέρνει ο χρόνος. > Ο χρόνος δεν με πιέζει. Ίσα ίσα μου δημιουργεί τη λαχτάρα του τέλους. Οι ψευτολάτρεις της ψευδοπραγματικότητας δεν έχουν να χάσουν τίποτα, εάν δε συνεχιστεί το έργο. > Δεν νοσταλγώ τίποτα κι ούτε πρόκειται. Ίσως να νοσταλγώ το μέλλον. Πηγή: www.lifo.gr

Δευτέρα, Φεβρουαρίου 12, 2024

Ν. Εύβοια. Οι αρχαίοι "Δρύοπες" και τα περίφημα "Δρακόσπιτα"

 

Η ιστορία και η μυθολογία του πρωτοελληνικού φύλου. Οι πόλεις τους στη νότια Εύβοια και τα μεγαλιθικά μυστηριώδη «Δρακόσπιτα» που έχτισαν στην περιοχή.

Πρόλογος

Στην περιοχή της νότιας Εύβοιας εντοπίζονται αρκετές αρχαίες μεγαλιθικές κατασκευές, όπως τα μυστηριώδη κτίσματα που αποκαλούνται «Δρακόσπιτα», αλλά και οχυρώσεων με ογκώδη λιθοδομή, με εμφαντικά παραδείγματα τις ακροπόλεις της Δύστου και των Στυρών.

Κατά καιρούς έχουν διατυπωθεί πλείστες θεωρίες σχετικά με τους δημιουργούς αυτών των κυκλώπειων οικοδομημάτων, πολλές από τις οποίες εμπίπτουν στην σφαίρα της φαντασίας. Ωστόσο, από την ενδελεχή έρευνα των πρωτογενών ιστορικών πηγών, συνάγεται ότι περί τα μέσα της Υστεροελλαδικής εποχής (ΥΕ, 1600 – 1100 π.Χ.) το νότιο τμήμα της νήσου είχε εποικιστεί από τους Δρύοπες, με την παρουσία τους να είναι διαχρονική σε ολόκληρη την περίοδο της αρχαιότητας. Θεωρώντας ότι η πολιτιστική επίδραση τους είχε γενεσιουργό ιδιοσυγκρασία για τον τόπο, είναι πολύ σημαντικό να γνωρίσουμε την προέλευση και την γεωγραφική ανάπτυξη αυτών των προγονικών κατοίκων της Εύβοιας, που αναμφίβολα ανέγειραν εκείνα τα καταπληκτικά μνημεία, αποκλείοντας στο τέλος όλες τις άλλες προτεινόμενες περιπτώσεις.

Search-icons-for-images-white

2-Πρότυπο-αντίγραφο-αρχαίας-«πεντηκόντορου»

Πρότυπο αντίγραφο αρχαίας «πεντηκόντορου». Ο συγκεκριμένος τύπος πλοίου αναφέρεται από τον Όμηρο στην «Ιλιάδα» και ενδεχομένως οι Δρύοπες να έφυγαν από την πατρογονική κοιτίδα τους στην Στερεά Ελλάδα χρησιμοποιώντας παρόμοια πλοία.

Η ιστορία και η μυθολογία των Δρυόπων

Οι Δρύοπες υπήρξαν αρχέγονο πρωτοελληνικό φύλο[1], που εκτιμάται πως είχε συγγενικούς δεσμούς τόσο με τους Πελασγούς, όσο και με τους Δόλοπες.

Η ετυμολογία του ονόματος τους προκύπτει από την λέξη «Δρυς», όπως αποκαλούσαν οι αρχαίοι Έλληνες γενικότερα όλα τα δέντρα, εξού και το παράγωγο δρυμός (δάσος), φανερώνοντας κατά κάποιο τρόπο τον στενό δεσμό τους με την φύση. Η πατρογονική κοιτίδα των Δρυόπων οριοθετούνταν στην ορεινή δασωμένη περιοχή ανάμεσα στα όρη Οίτη και Παρνασσός, η οποία στην απώτερη αρχαιότητα ονομάζονταν Δρυοπίς, επεκτεινόμενη ενδεχομένως και μέχρι την κοιλάδα του ποταμού Σπερχειού[2]. Ως γενάρχη τους τιμούσαν τον Δρύοπα (Δρύοψ), γιό του ποτάμιου Θεού Σπερχειού και της Πολυδώρας, μιάς από τις 50 κόρες του βασιλιά του Άργους Δαναού[3].

Ο Δρύοψ υπήρξε ο πρώτος άνακτας του Δρυοπικού βασιλείου στην περιοχή της Οίτης και είχε αποκτήσει τρία παιδιά: τον Κραγαλέα, τον Θειοδάμαντα και τη Δρυόπη. Η τελευταία, σύμφωνα με την μυθολογική παράδοση, έβγαζε καθημερινά το κοπάδι των προβάτων του πατέρα της στους βοσκότοπους της Οίτης. Στην ποιμενική απασχόληση της η Δρυόπη συντροφεύονταν πάντα από τις νύμφες Αμαδρυάδες[4], οι οποίες της επέτρεπαν να παίζει μαζί τους, την μάθαιναν να υμνεί τους Θεούς και την μυούσαν στους μυστικιστικούς χορούς τους. Μια μέρα την αντίκρισε να χορεύει ο Θεός Απόλλωνας και την ερωτεύτηκε. Για να την κατακτήσει μεταμορφώθηκε αρχικά σε χελώνα. Μόλις όμως, η Δρυόπη πήρε με τρυφερότητα το ζώο στην αγκαλιά της, ο Θεός μεταβλήθηκε σε φίδι. Τότε, οι Αμαδρυάδες φοβήθηκαν και έφυγαν τρέχοντας. Έτσι, ο Απόλλωνας απομόνωσε την πριγκιποπούλα και την αποπλάνησε. Ύστερα από το απροσδόκητο περιστατικό, η Δρυόπη επέστρεψε τρομαγμένη στο μέγαρο του πατέρα της, χωρίς να αναφέρει σε κανένα αυτό που της είχε συμβεί. Κατόπιν παντρεύτηκε τον Ανδραίμονα, όντας ήδη έγκυος και γέννησε ένα παιδί τον Άμφισσο, που ουσιαστικά τον είχε αποκτήσει από την αθέμιτη ένωση της με τον Απόλλωνα.

Ο Άμφισσος με την πάροδο του χρόνου έγινε ο βασιλιάς των Δρυόπων και έχτισε μια πόλη που την ονόμασε Οίτη, στις πλαγιές του ομώνυμου όρους[5]. Επίσης, μαθαίνοντας από την μητέρα του ότι πραγματικός πατέρας του ήταν ο Απόλλωνας ανέγειρε ένα ναό αφιερωμένο στον Θεό κοντά στην νεόδμητη πόλη. Σε μία από τις επισκέψεις της Δρυόπης στο ναό, την άρπαξαν οι Αμαδρυάδες και την μετέτρεψαν σε αθάνατη νύμφη. Στο σημείο της απαγωγής οι νύμφες έκαναν να φυτρώσει μια λεύκα και να αναβλύσει μια πηγή, ως ανάμνηση της αγαπημένης τους Δρυόπης. Μετά από το αναπάντεχο γεγονός, ο Άμφισσος καθιέρωσε αγώνες δρόμου προς τιμήν των Αμαδρυάδων, από τους οποίους όμως αποκλείστηκαν οι γυναίκες, διότι δύο παρθένες κοπέλες είχαν φανερώσει την αρπαγή της μητέρας του και κατόπιν είχαν μεταμορφωθεί σε έλατα.

Search-icons-for-images-white

3-Οικοδομικά-λείψανα-κυκλικού-εποπτικού-πύργου-στο-ακρωτήριο-Μπούρος

Οικοδομικά λείψανα κυκλικού εποπτικού πύργου στο ακρωτήριο Μπούρος της νότιας Εύβοιας, με εμφανή στοιχεία μεγαλιθικής δόμησης.

Ο Ηρακλής και οι Δρύοπες

Η απαρχή του Δρυοπικού βασιλείου στην Στερεά Ελλάδα, προσδιορίζεται χρονικά ανάμεσα στο 1380 με 1350 π. Χ., με δεδομένο ότι σύμφωνα με τους υπολογισμούς των ηγεμονικών διαδοχών ο Δαναός, προπάτορας εκ μητρός του Δρύοπα, βασίλεψε στο Άργος περί τα μέσα του 15ου αιώνα π.Χ..

Στην ίδια περίοδο ανάγεται και η βασιλεία του Λυκάονα στην Αρκαδία, ο οποίος υπήρξε ο προπάτορας του Δρύοπα κατά την δεύτερη γενεαλογική εκδοχή, ενισχύοντας την εκτιμώμενη χρονολόγηση. Στην αναγωγή αυτή συνηγορεί και η επίθεση του Ηρακλή εναντίον των Δρυόπων, τρεις γενεές μετά τον πρώτο βασιλιά τους, με το σκεπτικό ότι η ιστορική φυσιογνωμία του πανελλήνιου ήρωα τοποθετείται γύρω στο 1250 π.Χ. και πως στην αρχαιότητα μία γενεά προσμετρούνταν 30 με 33 χρόνια. Η σύγκρουση και τα επακόλουθα της καταγράφονται από τον αρχαίο ιστορικό Διόδωρο τον Σικελιώτη (1ος αιώνας π. Χ.) στο τέταρτο βιβλίο του, όπου έχει συρράψει όλους τους θρύλους σχετικά με τον Ηρακλή και επαναλαμβάνεται κάπως λεπτομερέστερα από τον Παυσανία (2ος αιώνας μ.Χ.) στο κεφάλαιο των «Μεσσηνιακών» για την αρχαία Ασίνη, από το έργο του «Ελλάδος Περιήγησις».

Σύμφωνα με τον Διόδωρο: «ο βασιλιάς των Δρυόπων Φύλας παρανόμησε πασιφανώς απέναντι στο ιερό των Δελφών. Τότε ο Ηρακλής εκστράτευσε μαζί με Μηλιείς (Μαλιείς) και φόνευσε τον βασιλιά των Δρυόπων. Έπειτα, εκδίωξε τους κατοίκους από την χώρα και την παρέδωσε στους Μηλιείς. Ο ίδιος αιχμαλώτισε την θυγατέρα του Φύλαντα, από την οποία απέκτησε ένα γιό, τον Αντίοχο. Από τους Δρύοπες που αποπέμφθηκαν, κάποιοι έφτασαν στην Εύβοια και έκτισαν την πόλη Κάρυστο, ενώ άλλοι έπλευσαν προς την νήσο Κύπρο, όπου αναμείχθηκαν με τους γηγενείς κατοίκους και διέμειναν εκεί. Οι υπόλοιποι Δρύοπες κατέφυγαν στον Ευρυσθέα (βασιλιά των Μυκηνών και της Τίρυνθας), ο οποίος τους βοήθησε εξαιτίας της έχθρας που έτρεφε προς τον Ηρακλή και με την αρωγή του ίδρυσαν στην Πελοπόννησο τρεις πόλεις, την Ασίνη, την Ερμιόνη και την Ηιόνα».

Στην παραπάνω αφήγηση του Διόδωρου, απαιτείται να διευκρινιστεί σημειολογικά ότι ο Φύλας φέρεται να πραγματοποίησε ένα συμπόσιο στο ιερό τέμενος των Δελφών, διαπράττοντας ένα ασεβές ατόπημα. Οι δε Μηλιείς ή Μαλιείς, οι συμπολεμιστές του Ηρακλή, προέρχονταν από την Αρκαδική κώμη Μαλέα, νοτίως της Μεγαλόπολης, και κατ’ αντιστοιχία η περιοχή τους αποκαλούνταν «Μαλεάτις χώρα»[6]. Όταν τους παραχωρήθηκε η επικράτεια των Δρυόπων, εγκαταστάθηκαν μόνιμα κυρίως γύρω από την κοιλάδα του ποταμού Σπερχειού και από αυτούς προέκυψε η σημερινή ονομασία του Μαλιακού κόλπου[7].

Search-icons-for-images-white

4-Οικοδομικά-λείψανα-κυκλικού-εποπτικού-πύργου-στο-ακρωτήριο-Μπούρος

Οικοδομικά λείψανα κυκλικού εποπτικού πύργου στο ακρωτήριο Μπούρος, στο νοτιοανατολικό άκρο του όρμου της Καρύστου, με εμφανή στοιχεία μεγαλιθικής δόμησης. Η αρχαία Κάρυστος ήταν μία από τις πόλεις που ίδρυσαν οι Δρύοπες κατά την μετανάστευση τους από την περιοχή της Οίτης.

Η διασπορά των Δρυόπων

Οι εκτοπισμένοι Δρύοπες διεσπάρησαν κατά ομάδες και εκτός από την Πελοπόννησο, την Κύπρο και την νότια Εύβοια, μετακινήθηκαν επίσης προς τις Κυκλάδες νήσους, αποικίζοντας ιδιαίτερα την Κύθνο, στην οποία έδωσαν το όνομα Δρυοπίς, από τον ομώνυμο αρχηγό τους και ίσως να πέρασαν και από την ανατολική Αττική.

Ένας άλλος κλάδος τους μετέβηκε πιθανότατα στο νότιο τμήμα της Ηπείρου, όπου ίδρυσαν την πόλη Δρυς και η τοποθεσία επονομάστηκε επίσης Δρυοπίς, καθώς και την πόλη Αμβρακία, στην θέση της σημερινής Άρτας, όμως ενδεχομένως σταδιακά να συγχωνεύτηκαν με τους εκεί κατοικούντες Δόλοπες, δημιουργώντας την εντύπωση περί ταύτισης των δύο συγγενικών πρωτοελληνικών φύλων μεταξύ των νεότερων μελετητών.

Ο Παυσανίας δίνει περισσότερες πληροφορίες για την αναγκαστική μετοικεσία των Δρυόπων, που συμπληρώνουν τα όσα εξιστορεί ο Διόδωρος Σικελιώτης. Η σχετική διήγηση του επιμελούς περιηγητή έχει ως εξής: «Οι Ασιναίοι αρχικά κατοικούσαν περί τον Παρνασσό και ήταν όμοροι με τους Λυκωρίτες. Αυτοί είχαν το όνομα Δρύοπες από τον οικιστή τους, το οποίο διέσωσαν και στην Πελοπόννησο. Ύστερα από την τρίτη γενεά, όταν βασίλευε ο Φύλας, οι Δρύοπες νικήθηκαν σε μάχη από τον Ηρακλή και προσάχθηκαν στους Δελφούς ως ανάθημα για τον Απόλλωνα. Έπειτα αναχώρησαν στην Πελοπόννησο, κατόπιν χρησμού που έδωσε ο Θεός στον Ηρακλή, και εγκαταστάθηκαν πρώτα στην Ασίνη, παρά την Ερμιόνη. Από εκεί αποπέμφθηκαν από τους Αργείους και κατοίκησαν στη Μεσσηνία, κατά παραχώρηση των Λακεδαιμονίων, ενώ οι Μεσσήνιοι που επανήλθαν μετά από χρόνια, δεν προέβηκαν σε καμία ενέργεια για να τους διώξουν από την πόλη τους. Οι ίδιοι οι Ασιναίοι λένε για τους εαυτούς τους τα εξής: ομολογούν πως νικήθηκαν σε μάχη από τον Ηρακλή και πως αλώθηκε η πόλη τους στον Παρνασσό, χωρίς να παραδέχονται ότι αιχμαλωτίστηκαν και οδηγήθηκαν στον Απόλλωνα, παρά όταν καταλαμβάνονταν το τείχος από τον Ηρακλή, εκείνοι απήλθαν από την πόλη και διέφυγαν στις ακρώρειες του Παρνασσού. Ύστερα διαπεραιώθηκαν με πλοία στην Πελοπόννησο και έγιναν ικέτες του Ευρυσθέα, ο οποίος επειδή απεχθάνονταν τον Ηρακλή, τους έδωσε την Ασίνη της Αργολίδας. Οι Ασιναίοι είναι οι μόνοι από το γένος των Δρυόπων, που υπερηφανεύονται για το όνομα τους μέχρι και τις ημέρες μας, αντίθετα με τους Ευβοείς, οι οποίοι έχουν τα Στύρα. Είναι λοιπόν και οι Στυρείς εξ’ αρχής Δρύοπες, από αυτούς όμως που δεν συμμετείχαν στην μάχη κατά του Ηρακλή, διότι είχαν τις οικίες τους μακριά από την πόλη. Αλλά οι Στυρείς θεωρούν περιφρονητικό το να καλούνται Δρύοπες, όπως και οι κάτοικοι των Δελφών αποφεύγουν να ονομάζονται Φωκείς. Οι δε Ασιναίοι χαίρονται πάρα πολύ να αποκαλούνται Δρύοπες και είναι πρόδηλο πως τα αγιότατα από τα ιερά τους παραμένουν στην μνήμη τους, εκείνα που ήταν κάποτε ιδρυμένα στον Παρνασσό. Σε αυτούς βεβαίως υπάρχει ναός του Απόλλωνα και ένα ιερό του Δρύοπα με άγαλμα αρχαίο, στον οποίο διεξάγουν παρά έτος τελετή, λέγοντας τον Δρύοπα «παιδί του Απόλλωνα».

Search-icons-for-images-white

5-Τμήμα-των-σωζόμενων-αρχαίων-τειχών-της-Δρυοπικής-ακρόπολης-των-Στυρών

Τμήμα των σωζόμενων αρχαίων τειχών της Δρυοπικής ακρόπολης των Στυρών.

Χρήσιμα συμπεράσματα για τους Δρύοπες από τα γραφόμενα του Παυσανία

Εξετάζοντας προσεκτικά το κείμενο του Παυσανία, είναι δυνατόν να εξαχθούν ορισμένα πολύ ενδιαφέροντα συμπεράσματα.

Σε αυτό ο Δρύοψ μνημονεύεται ως ο οικιστής της γενιάς του, δηλαδή ουσιαστικά σαν ο επικεφαλής μίας ομάδας εποίκων της συγκεκριμένης τοποθεσίας στην Στερεά Ελλάδα, οι οποίοι προέρχονταν από κάπου αλλού και κατόπιν έλαβαν το όνομα του. Είναι σαφές ότι ο χαρακτηρισμός αυτός, θα πρέπει να αποδοθεί στις μυθολογικές καταβολές των διαφιλονικούμενων μητέρων του Δρύοπα, από τους βασιλικούς οίκους του Άργους ή της Αρκαδίας, μία άποψη που την ασπάζεται ο αρχαίος συγγραφέας παρουσιάζοντας τον έμμεσα ως μέτοικο. Επίσης, αναφέρεται πως οι Δρύοπες διέμεναν σε κάποιο μέρος περί το όρος Παρνασσός, πριν τον μαζικό εκπατρισμό τους από τον Ηρακλή, χωρίς να προσδιορίζεται επακριβώς η γεωγραφική έκταση της χώρας τους. Όμως, από την ένδειξη της γειτνίασης τους με τους Λυκωρίτες, οι οποίοι ήταν οι πανάρχαιοι κάτοικοι του κυρίως ορεινού όγκου του Παρνασσού[8], γίνεται αντιληπτό ότι η επικράτεια των Δρυόπων σχηματίζονταν πιο βόρεια, πλησιέστερα προς το όρος Οίτη, όπως είναι ευρύτερα αποδεκτό ανάμεσα στους ιστορικούς ερευνητές. Κατά πάσα πιθανότητα, η βορειοδυτική απόληξη του συγκεκριμένου όρους αποτελούσε το νότιο σύνορο της, περίπου εκεί που βρίσκεται σημερινή κωμόπολη της Γραβιάς, αν συνυπολογίσουμε ότι όλες οι αρχαίες πόλεις της Παρνασσίδας κάτω από αυτό το ύψος καταγράφονται από τον Παυσανία στην περιφέρεια της Φωκίδας και των Οζόλων Λοκρών, ενώ δεν γίνεται καμία απολύτως μνεία για πρότερη κατοίκηση τους από Δρύοπες. Αν και ο σπουδαίος περιηγητής φαίνεται να είχε επισκεφτεί και την γειτονική περιοχή της Δωρίδας, που είχε αντικαταστήσει σαν ιστορική ονομασία το παλαιότερο τοπωνύμιο της Δρυοπίδας, δυστυχώς απεβίωσε περί το 180 μ.Χ., δίχως να προλάβει να συγγράψει τις εντυπώσεις από το οδοιπορικό του σε ξεχωριστό βιβλίο, ούτε ένας άλλος λόγιος αξιοποίησε τις σημειώσεις του. Έτσι, χάθηκαν πολύτιμες πληροφορίες για τα μνημεία και τις παραδόσεις εκείνων των πόλεων, στις οποίες ενδεχομένως να συμπεριλαμβάνονταν και κάποια στοιχεία για τους Δρύοπες, αφού οι γενεαλογικές ρίζες τους ξεκινούσαν από αυτά τα εδάφη. Το ίδιο ισχύει και για την νήσο Εύβοια, στην οποία εικάζεται ότι είχε περιοδεύσει ο Παυσανίας και όπου στον νότιο τμήμα της εγκαταστάθηκε μετέπειτα μία μεταναστευτική ομάδα του υπόψη πρωτοελληνικού φύλου, κατασκευάζοντας τα σωζόμενα ακόμα μεγαλιθικά οικοδομήματα, όπως τα «Δρακόσπιτα» και διάφορες οχυρώσεις.

Search-icons-for-images-white

6-Τμήμα-των-σωζόμενων-αρχαίων-τειχών-της-Δρυοπικής-ακρόπολης-των-Στυρών

Τμήμα των σωζόμενων αρχαίων τειχών της Δρυοπικής ακρόπολης των Στυρών. Διακρίνεται καθαρά η σμιλευτική κατεργασία που έχουν υποστεί οι ογκολιθικοί δόμοι, προκειμένου να εφαρμόζουν μεταξύ τους στη τοιχοποιία.

Που βρισκόταν η Δρυοπική μητρόπολη;

Όσον αφορά την πόλη των Δρυόπων που αλώθηκε από τον Ηρακλή, ο Παυσανίας αφηγείται πως βρίσκονταν στον Παρνασσό, σε αντιδιαστολή με την μυθολογική εκδοχή που θέλει τον γιό της Δρυόπης Άμφισσο να την ίδρυσε πλησίον του όρους Οίτη, δίνοντας σε αυτή το ίδιο όνομα με το όρος.

Ποια ήταν λοιπόν η πραγματική θέση της Δρυοπικής μητρόπολης; Ίσως θα πρέπει να την αναζητήσουμε κάπου ενδιάμεσα. Κοντά στην είσοδο του ορεινού οικισμού Οινοχώριον Φωκίδος, περίπου οκτώ χιλιόμετρα βορειοδυτικά της Γραβιάς, διακρίνονται λείψανα αρχαίας πόλης με ισοδομικό τείχος, που πολλοί ερευνητές την ταυτίζουν με την Δρυοπική πολίχνη. Αξιοσημείωτο είναι ότι σε απόσταση περίπου έξι χιλιομέτρων από εκεί υπάρχει το σημερινό χωριό της Οίτης, ενισχύοντας έστω και φιλολογικά την υπόψη περίπτωση, ελλείψει άλλων αδιαφιλονίκητων ενδείξεων[9]. Η περιοχή του Οινοχωρίου τοπογραφικά προσδιορίζεται στις νοτιοανατολικές απολήξεις του όρους Οίτη, εντούτοις κείτεται απέναντι ακριβώς από τα βορειοδυτικά κράσπεδα της οροσειράς του Παρνασσού, στα οποία οι αρχαίοι κάτοικοι κάλλιστα θα μπορούσαν να είχαν ανεγείρει ένα λατρευτικό ιερό. Με βάση αυτά τα αμυδρώς δηλωτικά στοιχεία, είναι δυνατόν να προβούμε στην αρκετά τολμηρή υπόθεση πως οι Δρύοπες κάτοικοι της αρχαίας Μεσσηνιακής Ασίνης, με τους οποίους συνομίλησε ο Παυσανίας, ύστερα από εκατοντάδες χρόνια εκτοπισμού από τις πατρογονικές εστίες τους, είχαν παραδόξως διατηρήσει ως ανάμνηση της μακρινής καταγωγής τους το όρος Παρνασσός, για κάποιο άγνωστο λόγο σκοπιμότητας.

Παρακολουθώντας την μετοικεσία των Δρυόπων μέσα από τις διηγήσεις των δύο αρχαίων συγγραφέων, διαπιστώνεται ότι το κύριο μεταναστευτικό ρεύμα τους είχε την θαλάσσια κατεύθυνση εποικισμού από την νότια Εύβοια προς την ανατολική Αργολίδα, ενώ στην πορεία ένα τμήμα τους σταμάτησε στο νησί της Κύθνου και ίσως στην ανατολική Αττική. Όσοι κατέληξαν στην Πελοπόννησο ίδρυσαν τέσσερις παράκτιες πόλεις, με την συγκατάθεση του βασιλιά Ευρυσθέα. Την Ερμιόνη στο ακρωτήριο Καστρί του όρμου Κάπαρι επί της νοτιοανατολικής ακτής της Αργολίδας, τον Μάσητα (Μάσης) στον όρμο της Κοιλάδας Κρανιδίου, την Ασίνη στον κόλπο του Τολού Ναυπλίου και την Ηιόνα (Ηιόνες), η θέση της οποίας παραμένει αταύτιστη περί τα ανατολικά παράλια της Τροιζηνίας, απέναντι από το νησί του Πόρου, αλλά δεν είναι απίθανο να βρίσκονταν στην αντίθετη πλευρά, κοντά στο σημερινό χωριό Δρυόπη Τροιζηνίας, που έχει κληρονομήσει την ονομασία του από το πρωτοελλαδικό φύλο, διατηρώντας ανεξίτηλη την προαιώνια παρουσία του στην ευρύτερη περιοχή. Στην συνέχεια, θα εστιάσουμε στις ιστορικές αναφορές για τους Δρύοπες που εγκαταστάθηκαν στην Εύβοια, καθώς αποτελούν το κύριο διερευνητικό θέμα της παρούσας πραγματείας.

Search-icons-for-images-white

7-Η-εσωτερική-πλευρά-της-πύλης-της-αρχαίας-ακρόπολης-των-Στυρών

Η εσωτερική πλευρά της πύλης της αρχαίας ακρόπολης των Στυρών, με πανοραμική θέα προς τον όρμο των Στυρών και την νήσο Αιγίλια (Στύρα).

Οι Δρύοπες της Εύβοιας

Οι Δρύοπες που κατέληξαν στην Εύβοια περί τα μέσα του 13ου αιώνα π.Χ., μετά την εκδίωξη τους από τον Ηρακλή, εποίκισαν το νότιο τμήμα της, ιδρύοντας τις πόλεις Κάρυστο, Στύρα και Δύστο.

Ελάχιστες είναι οι πληροφορίες για την πρώιμη δραστηριότητα των Δρυόπων, αλλά φαίνεται ότι εξαπλώθηκαν από την λίμνη της Δύστου έως τις νοτιοανατολικές ακτές της Εύβοιας, θεμελιώνοντας πιθανότατα και άλλες αρχαίες πολίχνες, όπως η Ζάρητρα στην τοποθεσία του σημερινού χωριού Ζαρακάς, η Γεραιστός περί τον παραλιακό οικισμό Καστρί Πλατανιστού και το οικιστικό σύνολο της Αρχάμπολης νοτίως του ακρωτήριου του Καφηρέα, το οποίο ταυτίζεται πλέον από τους αρχαιολόγους με το Ομηρικό πόλισμα των Αιγών (Αιγαί)[10]. Το ανεξίτηλο στίγμα της παρουσίας των Δρυόπων στην νότια Εύβοια αποτυπώνεται στις σωζόμενες επιβλητικές μεγαλιθικές οχυρώσεις και στα επονομαζόμενα «Δρακόσπιτα», φανερώνοντας πως οι δημιουργοί τους κατείχαν την απαραίτητη τεχνογνωσία για την κατασκευή τους, η οποία απαιτούσε εξειδικευμένες γνώσεις και την χρήση εξελιγμένων ανυψωτικών μηχανών.

Η εύλογη αυτή διαπίστωση είναι από μόνη της αρκετή για να αναιρέσει τους άκρως εμπαθείς και ανυπόστατους χαρακτηρισμούς, που έχουν αποδοθεί σε αυτούς ως ληστρικό και βαρβαρικό λαό και αναπαράγονται από κάποιους επιπόλαιους ιστοριοδίφες[11]. Το γεγονός της μετακίνησης των Δρυόπων με πλοία κατά την αποδημία τους από την Στερεά Ελλάδα καταδεικνύει πασιφανώς ότι διέθεταν ναυτικές ικανότητες και μέσα ναυσιπλοΐας μεγάλων αποστάσεων καθώς και επαρκούς χωρητικότητας, αποτελώντας άλλη μία ακλόνητη απόδειξη για τον προηγμένο πολιτισμό τους. Επιπρόσθετα, πιστοποιεί ότι η πατρογονική επικράτεια τους επεκτείνονταν και σε ολόκληρη την κοιλάδα του ποταμού Σπερχειού, μέχρι την αρχαία ακτογραμμή του σημερινού Μαλιακού κόλπου, λαμβάνοντας υπόψη την αναγκαιότητα ύπαρξης ενός ναυστάθμου για τον ελλιμενισμό του στόλου τους.

Search-icons-for-images-white

8-9-Τύποι-πρώιμων-ανυψωτικών-μηχανών

Τύποι πρώιμων ανυψωτικών μηχανών. Ενδεχομένως οι Δρύοπες να χρησιμοποίησαν παρόμοιες μηχανές, μεγαλύτερης κλίμακας και ανυψωτικής ικανότητας για την κατασκευή των κυκλώπειων οικοδομημάτων στην περιοχή της νότιας Εύβοιας.

Οι Δρύοπες στον Τρωικό πόλεμο

Εκτός των άλλων, η ακραιφνής Ελληνικότητα των Δρυόπων δηλώνεται απερίφραστα από την συμμετοχή τους στον Τρωικό πόλεμο, που τοποθετείται με κάθε επιφύλαξη στα 1194 – 1184 π. Χ., με το συνασπισμό των Αχαιών – Πανελλήνων.

Στον κατάλογο των πλοίων που συγκροτούσαν τον εκστρατευτικό στόλο και συγκεντρώθηκαν στην Αυλίδα πριν αποπλεύσουν για την εκστρατεία κατά της Τροίας και ο οποίος παρατίθεται στην «Ιλιάδα» του Ομήρου, καταγράφονται και οι έξι κυριότερες πόλεις των Δρυόπων. Η Ασίνη, η Ερμιόνη, η Ηιόνα και ο Μάσης συμπαρατάχθηκαν με τις δυνάμεις του Άργους, υπό την γενική αρχηγία του Διομήδη. Η Κάρυστος και τα Στύρα έλαβαν μέρος μαζί με τις άλλες Ευβοϊκές πόλεις με κοινό ηγέτη τον Ελεφήνορα, τον βασιλιά των Αβάντων, του ισχυρότερου εθνοτικού φύλου που κυριαρχούσε στο μεσαίο τμήμα της νήσου εκείνη την περίοδο. Οι Δρύοπες λοιπόν, ήταν αποδεκτοί ως ομοεθνείς από τα υπόλοιπα Ελληνικά γένη, μιλώντας την ίδια γλώσσα και έχοντας αυτόχθονα συνείδηση και κοινές θρησκευτικές πεποιθήσεις.

Search-icons-for-images-white

10-Ερείπια-των-οχυρώσεων-της-αρχαίας-Καρύστου

Ερείπια των οχυρώσεων της αρχαίας Καρύστου: τμήμα των σωζόμενων τειχών. Από την μελέτη της Μαρίας Χιδίρογλου «Οχυρώσεις, Πύργοι, Δρακόσπιτα και Αγροικίες στην Νότια Εύβοια».

Η ζωή μετά τον πόλεμο

Ύστερα από τον Τρωικό πόλεμο, οι Δρύοπες της νότιας Εύβοιας δεν φαίνεται να ενεπλάκησαν σε ανταγωνιστικές συγκρούσεις με άλλες Ελληνικές πόλεις.

Ζούσαν μάλλον ειρηνικά στην απομονωμένη και δύσβατη επικράτεια τους, απασχολούμενοι με αγροτικές εργασίες, την αλιεία και ίσως με το ναυτικό εμπόριο. Αυτός είναι και ο λόγος που δεν υπάρχουν ιστορικές πληροφορίες για τις αρχαίες πόλεις τους, μέχρι και την περίοδο των Μηδικών πολέμων τον 5ο αιώνα π.Χ.. Μόνο ένα σοβαρό περιστατικό μίας αιφνιδιαστικής επιδρομής στην Κάρυστο, παρατίθεται συνοπτικά από τον λόγιο Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Φώτιο (820 – 891/898) στο επίτομο έργο του «Βιβλιοθήκη». Γύρω στον 10ο με 9ο αιώνα π.Χ., ξέσπασε σφοδρή διαμάχη ανάμεσα στους δύο διάδοχους του βασιλικού θρόνου της Μιλήτου, τους Λεωδάμαντα και Φίτρη. Αμφότεροι διεκδικούσαν την εξουσία, καθόσον ήταν εξάδελφοι και κατάγονταν από το βασιλικό γένος των Νηλειδών, δηλαδή ήταν απόγονοι του Νηλέα, του δευτερότοκου γιού του βασιλιά των Αθηνών Κόδρου (1089 – 1068 π. Χ.), ο οποίος επανίδρυσε την Μίλητο περί το 1050 π.Χ..

Η λύση της φιλονικίας των δύο άσπονδων συγγενών αποφασίστηκε να δοθεί μέσω μίας πρωτότυπης αναμέτρησης των ικανοτήτων τους. Ο καθένας τους θα οδηγούσε από ένα στρατιωτικό σώμα εναντίον δύο πολιτειών, με τις οποίες η Μίλητος διατηρούσε εχθρικές σχέσεις. Μετά από κλήρωση, ο Φίτρης εκστράτευσε κατά της Μήλου επιστρέφοντας άπρακτος. Ο δε Λεωδάμας επιτέθηκε στην Κάρυστο και κατάφερε να την αλώσει και να εξανδραποδίσει τους κατοίκους της, λαμβάνοντας για το ανδραγάθημα του τον τίτλο του βασιλιά της Μιλήτου. Το ένα δέκατο από τα λάφυρα το προσέφερε ως ανάθημα στο μαντείο των Βραγχίδων, στα οποία συγκαταλέγονταν και μία αιχμάλωτη γυναίκα από την Κάρυστο μαζί με το βρέφος της. Το παιδί ανατράφηκε από τον ιερέα Βράγχο και όταν έφτασε πια στην κατάλληλη ηλικία χρίστηκε από τον ίδιο ως «άγγελος μαντευμάτων», δίνοντας του το όνομα Ευάγγελος. Ο νεαρός Καρύστιος κατέστη διάδοχος του Βράγχου στο μαντείο και γενάρχης των Ευαγγελιδών στην Μίλητο[12]. Με βάση τα εθνολογικά δεδομένα, θα πρέπει να θεωρήσουμε ότι η αιχμάλωτη γυναίκα από την Κάρυστο ήταν Δρυοπικής καταγωγής και εντελώς ανέλπιστα ο Δρύοπας γιος της, Ευάγγελος, εξελίχθηκε σε ένα από τα πλέον σημαίνοντα πρόσωπα της Μικρασιατικής πόλης.

Search-icons-for-images-white

11-Ερείπια-των-οχυρώσεων-της-αρχαίας-Καρύστου

Ερείπια των οχυρώσεων της αρχαίας Καρύστου: κατάλοιπα τετράγωνου αμυντικού πύργου στην τοποθεσία Κοκκάλοι. Από την μελέτη της Μαρίας Χιδίρογλου «Οχυρώσεις, Πύργοι, Δρακόσπιτα και Αγροικίες στην Νότια Εύβοια».

Οι Δρύοπες στο Ληλάντιο πόλεμο

Περί τα μέσα του 7ου αιώνα π. Χ., η Εύβοια συνταράσσεται από τον μεγάλο εμφύλιο πόλεμο μεταξύ της Χαλκίδας και της Ερέτριας για τον έλεγχο του εύφορου Ληλάντιου πεδίου.

Όπως μας πληροφορεί ο Θουκυδίδης, η αδελφοκτόνα σύγκρουση έλαβε διευρυμένες διαστάσεις και ο Ελληνικός κόσμος διαχωρίστηκε σε δύο στρατόπεδα. Όμως οι γνωστοί ονομαστικά σύμμαχοι των δύο αντιμαχόμενων πόλεων είναι ελάχιστοι και από τα διαθέσιμα στοιχεία δεν μπορούμε να συμπεράνουμε αν συμμετείχαν και με ποια παράταξη συντάχθηκαν οι Δρυοπικές πόλεις της νότιας Εύβοιας. Είναι πολύ πιθανό να πήραν το μέρος των Χαλκιδαίων, λόγω της παλαιότερης έχθρας της Καρύστου με την Μίλητο, η οποία συμπαρατάσσονταν με την Ερέτρια. Έτσι, θα βρέθηκαν με την πλευρά των νικητών, αλλά αυτό ίσως επέφερε την υποβόσκουσα εμπάθεια των ηττημένων Ερετριέων, που μελλοντικά θα επεδίωκαν να τις εξουσιάσουν.

Search-icons-for-images-white

12-Η-κυκλώπεια-πύλη-της-ακρόπολης-της-Δύστου

Η κυκλώπεια πύλη της ακρόπολης της Δύστου, προσαρμοσμένη επί της γραμμής των τειχών. Ο Γερμανός ιστορικός Fritz Geyer επισημαίνει ότι την αρχαία πόλη την είχαν ιδρύσει οι Δρύοπες. Στο διπλό ογκολιθικό υπέρθυρο διακρίνονται οι εσοχές για την στήριξη της θύρας.

Η ανάμιξη των Δρυόπων στην πρώτη Περσική εισβολή

Στους Μηδικούς πολέμους οι Ευβοείς Δρύοπες αρχικά εξαναγκάστηκαν να υποταχθούν στους Πέρσες και αργότερα διχάστηκαν.

Πριν από την κρίσιμη μάχη του Μαραθώνα τον Σεπτέμβριο του 490 π.Χ., ο Περσικός στόλος κατέπλευσε στην Κάρυστο με αρχηγούς τους στρατηγούς Δάτη και Αρταφέρνη, με σκοπό να επιτεθεί πρώτα στην Ερέτρια και έπειτα να εισβάλει στην Αττική και να καταλάβει την Αθήνα. Οι βάρβαροι ζήτησαν από τους Καρύστιους να συστρατευτούν μαζί τους και να τους παραδώσουν ως ομήρους τα παιδιά τους, μία πρακτική που εφάρμοσαν και στα νησιά των βορείων Κυκλάδων μετά τον απόπλου τους από τη Δήλο, προκειμένου να εξασφαλίσουν τα νώτα τους, εν όψει των σχεδιαζόμενων επιχειρήσεων. Όταν οι Καρύστιοι αρνήθηκαν να στρατολογηθούν εναντίον γειτονικών πόλεων, οι Πέρσες πολιόρκησαν την πόλη και λυμαίνονταν την υπόλοιπη Δρυοπική χώρα, υποχρεώνοντας τους να ενδώσουν στην εχθρική θέληση, ενώ εκτιμάται ότι σε ανάλογο συμβιβασμό εξαναγκάστηκαν και τα Στύρα μαζί με τη Δύστο. Κατόπιν εφόρμησαν εναντίον της Ερέτριας, την οποία κατέλαβαν ύστερα από προδοσία και τη λεηλάτησαν αγρίως. Πολλοί κάτοικοι αιχμαλωτίστηκαν και συγκεντρώθηκαν στο νησί της Αιγίλιας (Στύρα), απέναντι από τα σημερινά Νέα Στύρα, από όπου οι Πέρσες τους μετέφεραν ως υπόδουλους στα Σούσα, κατά την εσπευσμένη αναχώρηση τους από την Ελλάδα, μετά την σαρωτική ήττα τους από τους Αθηναίους στην μάχη του Μαραθώνα.

Search-icons-for-images-white

13-τα-εντυπωσιακά-ερείπια-της-«Μεγάλης-Οικίας»

Μέσα από την πυκνή βλάστηση που καλύπτει τον χώρο της Δρυοπικής ακρόπολης της Δύστου, αναδύονται τα εντυπωσιακά ερείπια της «Μεγάλης Οικίας», που ανήκει σε ένα ευρύτερο σύμπλεγμα κτιριακών εγκαταστάσεων εντός του οχυρωματικού περιβόλου.

Η εμπλοκή των Δρυόπων στη δεύτερη Περσική επίθεση

Ύστερα από δέκα χρόνια, περί τον Αύγουστο του 480 π. Χ., οι πολυεθνικές ορδές των Περσών με επικεφαλής τον ίδιο τον βασιλιά Ξέρξη, κατακλύζουν τον Ελλαδικό χώρο.

Τότε έλαβε χώρα η επική μάχη των Θερμοπυλών, ενώ ταυτόχρονα στην θάλασσα διεξάγονταν η αμφίρροπη ναυμαχία στα ανοιχτά του ακρωτηρίου Αρτεμίσιον της βόρειας Εύβοιας. Τον Ελληνικό στόλο συνέδραμαν τα Στύρα με δύο πολεμικά πλοία, την ώρα που η Κάρυστος αδρανούσε αναμένοντας την έκβαση των επιχειρήσεων. Η ενότητα των Δρυόπων της νότιας Εύβοιας είχε διασπαστεί. Στις Θερμοπύλες τα Ελληνικά όπλα με προεξάρχοντες τους 300 Σπαρτιάτες υπό τον θρυλικό βασιλιά Λεωνίδα έγραψαν σελίδες απαράμιλλης δόξας και αυτοθυσίας, αλλά η μάχη εναντίον του υπέρογκου Περσικού στρατεύματος ήταν εκ προοιμίου άνιση και μοιραία γνώρισαν μία θριαμβευτική ήττα. Στο δε Αρτεμίσιο ο Ελληνικός στόλος αποχώρησε για τη Σαλαμίνα με μεγάλες απώλειες, έχοντας επιφέρει βαρύ πλήγμα στην εχθρική αρμάδα.

Search-icons-for-images-white

14-τα-εντυπωσιακά-ερείπια-της-«Μεγάλης-Οικίας»

Μέσα από την πυκνή βλάστηση που καλύπτει τον χώρο της Δρυοπικής ακρόπολης της Δύστου, αναδύονται τα εντυπωσιακά ερείπια της «Μεγάλης Οικίας», που ανήκει σε ένα ευρύτερο σύμπλεγμα κτιριακών εγκαταστάσεων εντός του οχυρωματικού περιβόλου.

Οι Δρύοπες της Καρύστου Μηδίζουν

Στη συνέχεια ο στρατός του Ξέρξη προέλασε ανενόχλητος προς την Αττική και κατέλαβε την Αθήνα. Εκείνες τις δραματικές στιγμές, οι πολίτες της Καρύστου επιλέγουν να προσχωρήσουν στο πλευρό των Περσών, ενισχύοντας με πλοία των εχθρικό στόλο, καθώς εκτιμούσαν ότι όλα πλέον είχαν κριθεί.

Ωστόσο, οι Έλληνες βγαίνουν νικητές από την συγκλονιστική ναυμαχία της Σαλαμίνας και αλλάζουν άρδην την τακτική κατάσταση. Στην ναυτική σύρραξη συμμετείχαν και πάλι τα Στύρα με δύο πολεμικά πλοία. Ο αρχαίος ιστορικός Ηρόδοτος, περιγράφοντας την συγκρότηση του Ελληνικού στόλου στο βιβλίο Θ’ των «Ιστοριών» του, αναφέρει σαφέστατα τους Στυρείς ως Δρυοπικό λαό μαζί με τους Κύθνιους και επιπλέον απονέμει τον ίδιο εθνολογικό προσδιορισμό στους Ερμιονείς και Ασιναίους, όταν μνημονεύει την σύνθεση των Πελοποννησιακών χερσαίων δυνάμεων του Συνεδρίου των Ελλήνων, που είχαν οχυρωθεί στον Ισθμό της Κορίνθου για να δώσουν τον ύστατο αγώνα υπέρ βωμών και εστιών.

Search-icons-for-images-white

15-Η-εσωτερική-πλευρά-της-κύριας-εισόδου-στην-αρχαία-ακρόπολη-της-Δύστου

Η εσωτερική πλευρά της κύριας εισόδου στην αρχαία ακρόπολη της Δύστου. Η πύλη προστατεύονταν από δύο παράπλευρους αμυντικούς πύργους.

Η εκδίκηση του Θεμιστοκλή

Το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα από τη ναυμαχία της Σαλαμίνας, ο εμπνευστής της νίκης, Θεμιστοκλής, αποφάσισε να τιμωρήσει τα Ελληνικά νησιά που συντάχθηκαν με τον εχθρό, μάλλον σε μία προσπάθεια να απεξαρτηθούν από τον έλεγχο της ανερχόμενης Αθήνας.

Κοντά σε αυτές, θα πλήρωνε και η Κάρυστος πολύ ακριβά τον «μηδισμό» της. Υπό το πνεύμα μίας μισαλλόδοξης αντεκδίκησης, αλλά και από ιδιοτελή κίνητρα, ο θριαμβευτής Αθηναίος στρατηγός έστειλε απειλητικά μηνύματα στα νησιά απαιτώντας την καταβολή χρημάτων για να μην τους επιτεθεί, εν αγνοία των υπόλοιπων στρατηγών. Η Άνδρος ήταν η πρώτη που αρνήθηκε και μοιραία πολιορκήθηκε. Το άκουσμα αυτής της εξέλιξης τρομοκράτησε τους Καρύστιους και τους Πάριους, οι οποίοι απέστειλαν στον Θεμιστοκλή μεγάλα χρηματικά ποσά, κάτι που ενδεχομένως έπραξαν και άλλοι νησιώτες. Η δε Πάρος κατάφερε να αποφύγει την επίθεση, όχι όμως και η Δρυοπική πόλη της νότιας Εύβοιας. Όταν ο Θεμιστοκλής διαπίστωσε ότι δεν μπορούσε να κυριεύσει την Άνδρο, στράφηκε εναντίον της Καρύστου και αφού την λεηλάτησε, γύρισε με τον στόλο στη Σαλαμίνα. Ακόμα στο πλαίσιο του «μηδισμού» των Καρύστιων, δημιουργήθηκε μετέπειτα η φήμη πως δεν ήταν ο Εφιάλτης αυτός που πρόδωσε τους Έλληνες στις Θερμοπύλες, αλλά ο Ονήτης, ο γιός του Φαναγόρου από την Κάρυστο μαζί με τον Κορυδαλλό από την Αντίκυρα, χωρίς όμως να γίνει ευρέως πιστευτή.

Search-icons-for-images-white

16-Κατάλοιπα-πύργου-στο-Νημποριό-Στυρών

Κατάλοιπα πύργου στο Νημποριό Στυρών. Από την μελέτη της Μαρίας Χιδίρογλου «Οχυρώσεις, Πύργοι, Δρακόσπιτα και Αγροικίες στην Νότια Εύβοια».

Η συμβολή των Δρυόπων στη μάχη των Πλαταιών

Το καλοκαίρι του 479 π. Χ., ο Μαρδόνιος με το πολυπληθές Περσικό στράτευμα διασχίζει την Βοιωτία με κατεύθυνση την Αθήνα.

Παράλληλα, ο στρατός του Συνεδρίου των Ελλήνων με επικεφαλής τον Σπαρτιάτη στρατηγό Παυσανία, κινήθηκε για να τον αναχαιτίσει, φθάνοντας στις βόρειες πλαγιές του όρους Κιθαιρών. Ακολούθησε η καθοριστική μάχη των Πλαταιών, στην οποία οι συνασπισμένοι Έλληνες οπλίτες κατήγαγαν μία μεγαλειώδη νίκη, αναγκάζοντας τους Πέρσες να αποσυρθούν οριστικά από την κυρίως Ελλάδα. Στην σύνθεση της Ελληνικής παράταξης, ανάμεσα στους Ερμιονείς και στους Χαλκιδαίους, συγκαταλέγονταν και ένα τμήμα 600 οπλιτών από τα Στύρα και την Ερέτρια, στους οποίους αντιστοιχούσε από ένας ελαφρά οπλισμένος βοηθητικός, ανεβάζοντας τον αριθμό των μάχιμων στο διπλάσιο. Σύμφωνα με κάποιες εκτιμήσεις, περίπου οι μισοί από αυτούς υπολογίζεται ότι ήταν Δρύοπες Στυρείς πολεμιστές.

Search-icons-for-images-white

17-σωζόμενο-τμήμα-πύργου-στην-θέση-Αμινού-Στυρών

Μερικά από τα κτίσματα που συγκαταλέγονται στα περίφημα «Δρακόσπιτα» αποτελούσαν αρχαία οχυρωματικά έργα. Στη φωτογραφία το σωζόμενο τμήμα πύργου στην θέση Αμινού Στυρών. Από την μελέτη της Μαρίας Χιδίρογλου «Οχυρώσεις, Πύργοι, Δρακόσπιτα και Αγροικίες στην Νότια Εύβοια».

Η Αθήνα κηρύσσει πόλεμο στους Δρύοπες της Καρύστου

Στα 478 / 477 π.Χ., η Αθήνα ιδρύει την Συμμαχία της Δήλου, στην οποία προσχωρούν αμέσως τα Στύρα, σε αντίθεση με την Κάρυστο, φανερώνοντας την διχαστική τάση και τον διαφορετικό πολιτικό προσανατολισμό μεταξύ των Δρυόπων της νότιας Εύβοιας.

Όμως, το ισχυρό Αθηναϊκό κατεστημένο δεν θα ανέχονταν την παρουσία μίας πόλεως, που αμφισβητούσε απροκάλυπτα την υπεροχή της και η οποία πρόσφατα είχε συμμαχήσει με τους μισητούς Πέρσες. Περί το 472 π.Χ., οι Αθηναίοι με στρατιωτικό ηγέτη τον Κίμωνα, κηρύσσουν πόλεμο κατά της Καρύστου, με τις υπόλοιπες Ευβοϊκές πόλεις να παραμένουν ουδέτερες. Μάλιστα διεξάχθηκε μία μάχη μεταξύ των εμπολέμων στην αταύτιστη τοποθεσία Κύρνος της Καρυστίας, όπου σκοτώθηκε ο Αθηναίος αθλητής Ερμόλυκος και τάφηκε στην Γεραιστό[13]. Ύστερα από μακρά περίοδο πολιορκίας, οι Καρύστιοι παραδόθηκαν διά συνθήκης και εισήλθαν καταναγκαστικά στην Συμμαχία της Δήλου, με την υποχρέωση της άνευ όρων στρατολόγησης υπέρ των Αθηναίων και την καταβολή υψηλού φόρου. Αρκετοί ιστορικοί ερευνητές εικάζουν πως έπειτα από περίπου δύο δεκαετίες, εγκαταστάθηκαν στην Κάρυστο και στην Νάξο έποικοι από την Αθήνα, βασιζόμενοι στο εξής χωρίο του Διόδωρου Σικελιώτη: «Τολμίδης ο έτερος στρατηγός εις Εύβοιαν παρέλθων άλλοις χιλίοις πολίταις… την των Ναξίων γην διένειμε». Μολονότι αυτή η μετακίνηση χρονολογείται με ασφάλεια στο 453 π.Χ., εντούτοις η φράση στο αρχαίο κείμενο παρουσιάζει ένα συντακτικό κενό, δημιουργώντας ενδοιασμούς ως προς τον τελικό τόπο προορισμού εκείνων των Αθηναίων πολιτών και επιπρόσθετα δεν αναφέρεται σαφώς αν ένα μέρος τους παρέμεινε στην νότια Εύβοια και συγκεκριμένα στην περιοχή της Καρυστίας. Πάντως, αυτή η εκδοχή γίνεται αποδεκτή από κάποιες απορρέουσες ενδείξεις ενός κατοπινού γεγονότος.

Search-icons-for-images-white

18-Σχεδιαστική-απόδοση-του-διάσημου-«Δρακόσπιτου»-στην-κορυφή-του-όρους-Όχη

Σχεδιαστική απόδοση του διάσημου «Δρακόσπιτου» στην κορυφή του όρους Όχη στα τέλη του 19ου αιώνα. Από σύγγραμμα «La Grece, Paris, 1884» των E. Guhl και W. Koner.

Οι Δρυοπικές πόλεις της νότιας Εύβοιας απέχουν από την επανάσταση κατά των Αθηναίων

Το 446 π.Χ., οι Ευβοϊκές πόλεις επαναστατούν επιχειρώντας να αποτινάξουν την Αθηναϊκή επικυριαρχία, αλλά ο Περικλής καταπνίγει την εξέγερση και εγκαθιστά Αθηναίους κληρούχους σε Χαλκίδα, Ερέτρια και Ιστιαία, οι οποίες δέχονται επαχθείς όρους υποτέλειας.

Στην εξέγερση δεν συνάγεται ότι μετείχαν οι Δρυοπικές πόλεις της νότιας Εύβοιας και ειδικότερα η Κάρυστος και τα Στύρα, που ήταν οι πιο σημαντικές, καθόσον δεν παρατίθεται καμία σχετική πληροφορία. Η συμπεριφορά αυτή εξηγείται μόνο αν δεχτούμε πως είχαν ήδη δεχτεί Αθηναίους εποίκους, με την έννοια της στρατιωτικής φρουράς, οι οποίοι διατήρησαν την καθεστηκυία τάξη. Η διαφαινόμενη πολιτική εξάρτηση τους από την Αθήνα, υποδηλώνεται και από το ότι δεν υπάρχει καμία καταγραφή για την επιβολή κάποιου κολάσιμου επιτιμίου σε αυτές, όπως συνέβηκε με τις σημαίνουσες Ευβοϊκές πόλεις που επαναστάτησαν. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να θεωρήσουμε ως δεδομένο πως στην ευρύτερη Καρυστία είχε εγκατασταθεί ένα τμήμα από τους Αθηναίους πολίτες, τους οποίους καθοδήγησε ο στρατηγός Τολμίδης το 453 π.Χ., σύμφωνα με την εξιστόρηση του Διόδωρου. Σε κάθε περίπτωση, η παρουσία εποίκων δείχνει να επιβεβαιώνεται από την ανακάλυψη στην Κάρυστο μερικών επιτύμβιων επιγραφών των μέσων του 5ου αιώνα π.Χ., που εκτιμάται ότι ανήκουν σε κληρούχους από την Αθήνα.

Search-icons-for-images-white

19-Υπερμεγέθεις-μονολιθικοί-κίονες-σε-αρχαίο-λατομείο-στην-τοποθεσία-Κολώνες-του-οικισμού-Μύλων-Καρύστου

Υπερμεγέθεις μονολιθικοί κίονες σε αρχαίο λατομείο στην τοποθεσία Κολώνες του οικισμού Μύλων Καρύστου. Την Ρωμαϊκή περίοδο στις περιοχές της Καρύστου και των Στυρών βρίσκονταν σε λειτουργία πολλά λατομεία μαρμάρου.

Οι Δρύοπες κατά τον Πελοποννησιακό πόλεμο

Ενδεχομένως, μετά από αυτή την περίοδο τα Στύρα, αλλά και η Δύστος για την οποία τα ιστορικά στοιχεία είναι μηδαμινά, προσδένονται στο άρμα της Ερέτριας και χάνουν την αυτονομία τους.

Θα περάσουν στην σφαίρα επιρροής της, αποτελώντας Ερετριακούς δήμους, ενώ το ιστορικό στίγμα τους γίνεται εξαιρετικά δυσδιάκριτο τους επόμενους αιώνες. Το σχίσμα των Δρυόπων της νότιας Εύβοιας είναι ανεπανόρθωτο. Η Κάρυστος διατήρησε την ανεξαρτησία της, υπό την εποπτική επικυριαρχία της Αθήνας και τάχθηκε υποχρεωτικά στο πλευρό τους κατά τον αδελφοκτόνο Πελοποννησιακό πόλεμο (431/430 – 404 π. Χ.), χωρίς όμως να διαδραματίσει ιδιαίτερο ρόλο σε όλη την κλίμακα των πολυετών πολεμικών επιχειρήσεων. Ειδικότερα, οι Καρύστιοι συνέδραμαν με ένα στρατιωτικό απόσπασμα την Αθηναϊκή δύναμη του στρατηγού Νικία σε μία νικηφόρα επιδρομή εναντίον της Κορίνθου το καλοκαίρι 425 π.Χ., η οποία ήταν ελάσσονος σημασίας. Μετά από δέκα χρόνια, η Κάρυστος και τα Στύρα συνεισέφεραν στην αποτυχημένη Σικελική εκστρατεία (415 – 413 π.Χ.). Ο δε ιστορικός Θουκυδίδης όταν αφηγείται για τους λαούς που ενεπλάκησαν στις Συρακούσες, στα πλαίσια της υπόψη επιχείρησης, κατονομάζει τους Καρύστιους σαφώς ως Δρύοπες. Το 411 π.Χ., το πολίτευμα της Αθήνας μεταβάλλεται σε ολιγαρχικό και η φρουρά της πόλης ενισχύεται μεταξύ άλλων και από 300 Καρύστιους οπλίτες, λόγω έλλειψης στρατευσίμων ανδρών. Ύστερα από εκείνο το έτος, η Κάρυστος μαζί με την Ερέτρια και την Χαλκίδα ιδρύουν το Κοινό των Ευβοέων, σπάζοντας τα δεσμά υποτέλειας των Αθηναίων, καθώς ήταν αναμενόμενη η ήττα τους από τους Λακεδαιμόνιους στον Πελοποννησιακό πόλεμο.

Search-icons-for-images-white

20-Υπερμεγέθεις-μονολιθικοί-κίονες-σε-αρχαίο-λατομείο-στην-τοποθεσία-Κολώνες-του-οικισμού-Μύλων-Καρύστου

Υπερμεγέθεις μονολιθικοί κίονες σε αρχαίο λατομείο στην τοποθεσία Κολώνες του οικισμού Μύλων Καρύστου. Την Ρωμαϊκή περίοδο στις περιοχές της Καρύστου και των Στυρών βρίσκονταν σε λειτουργία πολλά λατομεία μαρμάρου.

Ο ήλιος της Βεργίνας ανατέλλει και στη νότιο Εύβοια

Τον 4ο αιώνα π.Χ., ο Ελληνικός κόσμος συνταράσσεται από ένα νέο κυκεώνα εμφύλιων συγκρούσεων, οι οποίες θα σταματήσουν όταν ανατείλει ο ήλιος της Μακεδονικής κυριαρχίας.

Στην μάχη της Χαιρώνειας το 338 π.Χ., ο βασιλιάς της Μακεδονίας Φίλιππος Β’ αναδεικνύεται νικητής, επισφραγίζοντας τις προσπάθειες του για ένωση όλων των Ελλήνων. Οι Δρυοπικές πόλεις της νότιας Εύβοιας εντάσσονται βιαίως στο διευρυμένο Μακεδονικό βασίλειο, με πρώτη την Δύστο εναντίον της οποίας εκστρατεύει ο Φίλιππος αμέσως μετά την υποταγή της Ερέτριας, όπως αφηγείται ο ιστορικός ρήτορας Θεόπομπος ο Χίος (380 – 323 / 300 π.Χ.) στο σύγγραμμα του «Φιλιππικά»[14]. Στην μετέπειτα Ελληνιστική περίοδο, ο επεκτατισμός της Ρώμης θα επηρεάσει την εύθραυστη πολιτικοστρατιωτική κατάσταση της Ελλάδας υπό την εξάρτηση των Μακεδόνων, καταλήγοντας στην οριστική κατάκτηση της χώρας από τις Ρωμαϊκές λεγεώνες το 146 π.Χ..

Search-icons-for-images-white

21-Αρχαίο-λατομείο-κοντά-στον-οικισμό-Αετός-Καρύστου-όπου-υπάρχουν-ημιτελείς-μονολιθικοί-κίονες

Αρχαίο λατομείο κοντά στον οικισμό Αετός Καρύστου, όπου υπάρχουν ημιτελείς μονολιθικοί κίονες.

Οι Δρυοπικές πόλεις επί Ρωμαιοκρατίας

Κατά την διάρκεια της Ρωμαιοκρατίας, τα Στύρα και η Κάρυστος γνώρισαν μεγάλη οικονομική άνθηση, εξαιτίας της βιομηχανικής λειτουργίας των λατομείων του πρασινόφαιου μαρμάρου, το οποίο ήταν δημοφιλές δομικό υλικό στους αρχιτέκτονες εκείνης της εποχής.

Ο φημισμένος γεωγράφος Στράβων στο έργο του «Γεωγραφικά», μας δίνει μία ανεπαίσθητη εικόνα για τις πόλεις αυτές περί τα τέλη του 1ου αιώνα π.Χ. καταγράφοντας: «Η Κάρυστος βρίσκεται κάτω από το όρος Όχη, κοντά είναι τα Στύρα και το Μαρμάριον, όπου υπάρχει το λατομείο των Καρυστίων κιόνων και ιερό του Μαρμαρινού Απόλλωνα. Από εδώ διαπλέει κανείς στις Αραφηνίδες Αλές[15]. Στην δε Κάρυστο φύεται και η λίθος, η οποία ξύνεται και υφαίνεται και από αυτό το συστατικό γίνονται χειρόμακτρα, που μόλις λερωθούν τα ρίχνουν στην φωτιά και καθαρίζουν, παραπλήσια με τα λινά όταν αυτά πλένονται. Τα μέρη αυτά έχουν κατοικηθεί από ανθρώπους προερχόμενους από την Τετράπολη περί τον Μαραθώνα και τους Στειριείς. Τα Στύρα καταστράφηκαν στον Μαλιακό πόλεμο από τον στρατηγό των Αθηναίων Φαίδρο και την χώρα τους κατέχουν οι Ερετριείς. Υπάρχει δε Κάρυστος και τόπος της Λακωνικής, της Αίγυος προς την Αρκαδία, απ’ όπου ο Αλκμάν λέει για Καρύστιο οίνο».

Search-icons-for-images-white

22-Αρχαίο-λατομείο-κοντά-στον-οικισμό-Αετός-Καρύστου-όπου-υπάρχουν-ημιτελείς-μονολιθικοί-κίονες

Αρχαίο λατομείο κοντά στον οικισμό Αετός Καρύστου, όπου υπάρχουν ημιτελείς μονολιθικοί κίονες.

Τα ορυχεία της Καρύστου και η καύση των νεκρών Δρυόπων

Στην διήγηση του Στράβωνα απαιτείται να τονίσουμε μερικά πολύ ενδιαφέροντα σημεία.

Ο αναφερόμενος πυρίμαχος λίθος που επιδέχονταν υφαντικής κατεργασίας είναι φυσικά ο αμίαντος, ο οποίος κρυσταλλώνεται υπό μορφή μακριών ινών, καθιστώντας δυνατή την χρησιμοποίηση του για την παρασκευή κλωστών, υφασμάτων, φύλλων και άλλων προϊόντων, που είναι άκαυστα. Από την φιλοσοφική πραγματεία του Πλούταρχου (45 – 120 μ.Χ.) «Περί Εκλελοιπόντων Χρηστηρίων», πληροφορούμαστε ότι στην εποχή του τα ορυχεία της Καρύστου είχαν σταματήσει την παραγωγή πετρωδών νημάτων[16]. Η καταγραφή αυτή, οδήγησε σχεδόν όλους τους νεότερους μελετητές να θεωρήσουν πως είχαν εξαντληθεί τα κοιτάσματα αμιάντου, πιθανότατα προς το τέλος του 1ου αιώνα μ.Χ.. Όμως, ο μεταγενέστερος Λατίνος συγγραφέας Γάϊος Ιούλιος Σόλινος, που έζησε στον πρώιμο 3ο αιώνα μ.Χ., στο έργο του «Πολυϊστορία» μνημονεύει ότι στην Κάρυστο παράγεται ύφασμα που αντέχει στη φωτιά[17], υποδηλώνοντας την επαναλειτουργία των ορυχείων, μετά από μία προσωρινή παύση στα χρόνια του Πλούταρχου ή την ανεύρεση νέων κοιτασμάτων. Άρα λοιπόν, εκτός της λατόμευσης, οι Καρύστιοι διέθεταν και την τεχνογνωσία της εξόρυξης και επεξεργασίας του αμίαντου, ο οποίος απαντάται ακόμα και σήμερα στην περιοχή εντός σχηματισμών οφίτη (σερπετίνη) λίθου. Έχει διατυπωθεί η άποψη πως η δημιουργία αυτών των ανθεκτικών υφασμάτων στην αρχαιότητα, σχετίζονταν με τον τρόπο καψίματος των νεκρών, που αποτελούσε κατάλοιπο ταφικών εθίμων των Δρυόπων. Η σωρός του θανόντα ατόμου τυλίγονταν από πανί ή λωρίδες αμιάντου, έτσι ώστε να παραμείνουν εντός οι στάχτες μαζί τα οστέινα λείψανα και να μην αναμειχθούν με τα λοιπά υπολείμματα της καύσης. Ωστόσο, με την πρακτική αυτή η πλήρης αποτέφρωση του νεκρού είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν θα επιτυγχάνονταν, εξαιτίας της πυρίμαχης προστασίας του ιδιότυπου σαβάνου, ενώ είναι πιο λογική η εκδοχή του ανάματος της νεκρικής πυράς πάνω σε ένα υπόστρωμα αμιάντου. Όταν τα τελετουργικά υφάσματα ρυπαίνονταν δεν τα έπλεναν, αλλά τα καθάριζαν ρίχνοντας τα στην φωτιά, στην οποία απέδιδαν εξαγνιστικές ιδιότητες.

Search-icons-for-images-white

23-Γενική-άποψη-του-συγκροτήματος-των-τριών-«Δρακόσπιτων»-τύπου-αρχαίας-ποιμενικής-αγροικίας-στην-τοποθεσία-Πάλλη-Λάκα-Στυρών

Γενική άποψη του συγκροτήματος των τριών «Δρακόσπιτων» τύπου αρχαίας ποιμενικής αγροικίας στην τοποθεσία Πάλλη Λάκα Στυρών. Σύμφωνα με τις απτές ιστορικές ενδείξεις, τα ιδιόμορφα κτίσματα αυτής της κατηγορίας ανεγέρθηκαν από τους Δρύοπες.

Γιατί οι Στυρείς καταφρονούσαν τις Δρυοπικές ρίζες τους

Ο Στράβωνας διατείνεται ότι στα Στύρα και στην Κάρυστο διέμεναν μέτοικοι από την Τετράπολη του Μαραθώνα και τον Αττικό δήμο της Στειρίας[18], εγείροντας ερωτήματα για το πότε και κάτω από ποιες συνθήκες πραγματοποιήθηκε αυτός ο εποικισμός.

Σίγουρα δεν πρέπει να αποτελούσαν το σύνολο του αστικού και αγροτικού πληθυσμού, καθόσον ο μεταγενέστερος Παυσανίας αναφέρει τους Στυρείς ως απαρνημένους Δρύοπες. Ακόμα έχει εκφραστεί η άποψη πως οι έποικοι από τα ανατολικά παράλια της Αττικής ήταν Δρυοπικής καταγωγής, λόγω της παρεμφερούς ονομασίας του αρχαίου δήμου της Στειρίας με τα Ευβοϊκά Στύρα. Ίσως πάλι από αυτή την ανάμειξη να επήλθε κάποια αλλοίωση στην εθνοτική συνείδηση των κατοίκων, με αποτέλεσμα σταδιακά να απολέσουν την φυλετική τους ταυτότητα. Έτσι εξηγείται η αληθινή αιτία που οι Στυρείς καταφρονούσαν τις Δρυοπικές ρίζες τους, οι οποίες εξακολουθούσαν να τους αποδίδονται στον 2ο αιώνα μ.Χ., όπως αφήνει να εννοηθεί ο Παυσανίας.

Search-icons-for-images-white

24-Το-εσωτερικό-ενός-από-τα-δύο-μακρόστενα-«Δρακόσπιτα»-στην-τοποθεσία-Πάλλη-Λάκα-Στυρών

Το εσωτερικό ενός από τα δύο μακρόστενα «Δρακόσπιτα» στην τοποθεσία Πάλλη Λάκα Στυρών. Διακρίνεται ο εκφορικός τρόπος δόμησης με πλακόπετρες κυκλώπειων διαστάσεων, που εισέχουν κλιμακωτά σε επάλληλες διαστρώσεις.

Η καταστροφή των Στυρών το 323 π.Χ.

Ένα άλλο αξιόλογο ιστορικό δεδομένο είναι η καταστροφή των Στυρών από τον Αθηναίο στρατηγό Φαίδρο του Καλλία.

Το γεγονός αυτό μάλλον έλαβε χώρα το 323 π.Χ., κατά την πρώτη φάση του Μαλιακού ή επικρατέστερα του Λαμιακού πολέμου (323 – 322 π.Χ.), που ξέσπασε αμέσως μετά τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, μεταξύ του Μακεδονικού βασιλείου και των πόλεων της αντιμακεδονικής παράταξης της νότιας Ελλάδας, με κύριο υποκινητή τη πόλη της Αθήνας. Η επιδρομή εκτιμάται ότι επρόκειτο για μία περιστασιακή επιχείρηση εκφοβισμού των πόλεων της Εύβοιας, οι οποίες είχαν ταχθεί με το μέρος των Μακεδόνων. Τέλος, ο Στράβων κάνει λόγο και για την ύπαρξη της Πελοποννησιακής Καρύστου, που βρίσκονταν στα δυτικά σύνορα της Λακωνίας με την Αρκαδία, πλησίον του σημερινού χωριού Γεωργίτσι. Αυτή η αρχαία πόλη δεν έχει καμία συγγενική σχέση με την Ευβοϊκή Κάρυστο και πρόκειται για απλή συνωνυμία, ενώ φημίζονταν για την ποιότητα του οίνου της, τον οποίο εξυμνούσε ο Λάκωνας λυρικός ποιητής Αλκμάν (περί το 650 π. Χ.).

Search-icons-for-images-white

25-Το-εσωτερικό-ενός-από-τα-δύο-μακρόστενα-«Δρακόσπιτα»-στην-τοποθεσία-Πάλλη-Λάκα-Στυρών

Το εσωτερικό ενός από τα δύο μακρόστενα «Δρακόσπιτα» στην τοποθεσία Πάλλη Λάκα Στυρών. Διακρίνεται ο εκφορικός τρόπος δόμησης με πλακόπετρες κυκλώπειων διαστάσεων, που εισέχουν κλιμακωτά σε επάλληλες διαστρώσεις.

Το τέλος της ιστορικής διαδρομής των Δρυόπων

Με την είσοδο στην Βυζαντινή περίοδο, οι Δρύοπες δεν εμφανίζονται πλέον ως ξεχωριστό εθνοτικό φύλο στους τοπικούς πληθυσμούς των κείμενων περιοχών στην Πελοπόννησο και στην νότια Εύβοια.

Αποτελούν ήδη μια ανάμνηση της αρχαιότητας και η ιστορική υπόσταση τους καταγράφεται σε πραγματείες και λεξικά, όπως του Στέφανου Βυζάντιου (τέλη 5ου αιώνα μ.Χ.) και του Σουίδα (12ος αιώνας μ.Χ.), πολλές φορές αρκετά διαστρεβλωμένη. Μάλιστα, στο δεύτερο αναπαράγεται η κακόπιστη δοξασία ότι ήταν έθνος «άδικον», που ερμηνεύεται ως επιβλαβές και αδίστακτο, μεταφέροντας αυτή την εσφαλμένη εντύπωση στους σύγχρονους μελετητές. Επίσης, στο ίδιο λεξικό του Σουίδα παρατίθεται μία επουσιώδης μυθολογική παραλλαγή για την εκδίωξη των Δρυόπων από την πατρογονική κοιτίδα τους, η οποία τοποθετείται εδώ περί την «Πυθώνα» χώρα, δηλαδή γύρω από την περιοχή του μαντείου των Δελφών[19] στην Φωκίδα. Σύμφωνα με αυτή, τους μετοίκισε ο Ηρακλής όταν φέροντας τον σκοτωμένο Ερυμάνθιο κάπρο (τρίτος άθλος), ζήτησε από εκείνους φαγητό και αυτοί δεν του έδωσαν. Πάντως, για την συγκεκριμένη καταχώριση του Σουίδα δεν είναι δυνατόν να εξακριβωθούν οι αρχαίες φιλολογικές παραπομπές της και ίσως να συνιστά χαλκευμένο μύθευμα, προκειμένου να τεκμηριωθεί η σαθρή άποψη πως οι Δρύοπες ήταν ένας απολίτιστος και αφιλόξενος λαός, παρόλο που οι ιστορικές μαρτυρίες και τα διατηρούμενα αρχιτεκτονικά μνημεία φανερώνουν ακριβώς το αντίθετο.

Search-icons-for-images-white

26-Το-τετράγωνο-«Δρακόσπιτο»-της-Καψάλας-Στυρών

Το τετράγωνο «Δρακόσπιτο» της Καψάλας Στυρών. Πρόκειται για το πιο προσβάσιμο κτίσμα καθώς βρίσκεται επί της οδού Στυρών – Καρύστου.

Που στηρίζεται η ορθολογική απόδειξη ότι οι Δρύοπες υπήρξαν οι δημιουργοί των Δρακόσπιτων

Όπως παρουσιάσαμε παραπάνω, οι Δρύοπες κατά την μεταναστευτική πορεία τους προς το νότο εγκαταστάθηκαν σε ολόκληρη την επικράτεια της νότιας Εύβοιας στα μέσα της Υστεροελλαδικής εποχής (ΥΕ ΙΙΙ Β2, 1250 – 1190 π.Χ.).

Η δε ονομαστική παρουσία της εθνοτικής ταυτότητας του πρωτοελληνικού φύλου ήταν διαχρονική και αδιάλειπτη, τουλάχιστον μέχρι τα χρόνια του περιηγητή Παυσανία τον 2ο αιώνα μ.Χ., στην δύση της Ρωμαϊκής περιόδου. Πάνω σε αυτό το ιστορικό υπόβαθρο στηρίζεται η ορθολογική απόδειξη ότι οι Δρύοπες υπήρξαν οι δημιουργοί των μεγαλιθικών κατασκευών στο νότιο τμήμα της νήσου. Ωστόσο, προς εξάλειψη και των τελευταίων ψηγμάτων αμφιβολιών, απαιτείται να γνωρίσουμε τους άλλους επίδοξους διεκδικητές, αφού πρώτα γίνει μία σύντομη μνεία στα διαφιλονικούμενα κυκλώπεια οικοδομήματα.

Search-icons-for-images-white

27-Το-μνημειακό-«Δρακόσπιτο»-στην-κορυφή-του-όρους-Όχη

Το μνημειακό «Δρακόσπιτο» στην κορυφή του όρους Όχη. Αποτελεί το καλύτερα κατασκευασμένο κτίσμα αυτής της κατηγορίας και από τα αρχαιολογικά ευρήματα συνάγεται ότι ήταν αρχαίο ιερό των Δρυόπων.

Οι επιβεβαιωμένες οχυρώσεις με μεγαλιθική δόμηση στη νότια Εύβοια

Όσον αφορά τις επιβεβαιωμένες οχυρώσεις με μεγαλιθική δόμηση της Δρυοπικής επικράτειας, αυτές απαντώνται κυρίως σε δύο φρουριακά συγκροτήματα.

Το ένα από αυτά είναι η αρχαία ακρόπολη των Στυρών που βρίσκεται στο βραχώδες ύψωμα του Αγίου Νικολάου, στα νοτιοδυτικά της σύγχρονης κωμόπολης. Διασώζεται μόνο η εμβληματική πύλη πλαισιωμένη με λίγα κατάλοιπα τειχών, κατασκευασμένων από εντυπωσιακούς λαξευμένους ογκόλιθους. Το δεύτερο είναι η ακρόπολη της αρχαίας Δύστου, που οι οχυρώσεις της περιβάλλουν τον κωνικό λόφο Καστρί, στην ανατολική όχθη της ομώνυμης λίμνης. Η συγκεκριμένη περίπτωση είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα, καθώς δεν έχει πραγματοποιηθεί καμία συστηματική ανασκαφή, παρά μόνο κάποιες επιφανειακές αρχαιολογικές έρευνες. Μέσα στην πυκνή βλάστηση παραμένουν αποκρυμμένα τα μεγαλιθικά ερείπια του οχυρωματικού περιβόλου και των έντεκα αμυντικών πύργων του, της μνημειακής πύλης της ακρόπολης, που εμφανίζει δομικές ομοιότητες με την αντίστοιχη των Στυρών, αλλά και διάφορων κτισμάτων ιδιαίτερης αρχιτεκτονικής, όπως η λεγόμενη «Μεγάλη Οικία», η οποία διατηρείται σε σχετικά καλή κατάσταση διαθέτοντας δόμηση από ογκώδεις κατεργασμένους λίθους και στήλες.

Αξίζει να αναφερθεί ότι η Δύστος τεκμηριώνεται συμπερασματικά ως Δρυοπική πόλη και από τον Γερμανό ιστορικό Fritz Geyer (1879 – 1938) στην σχετική πραγματεία του για την ιστορία της νήσου Εύβοιας. Μία μεθοδική ανασκαφική έρευνα στην τοποθεσία του λόφου Καστρί, ίσως φέρει στο φως σημαντικά κινητά ευρήματα, ακόμα και επιγραφικά, αποκαλύπτοντας τις χαμένες σελίδες της ιστορίας της αρχαίας πολίχνης, ενώ σίγουρα θα αναδεικνύονταν ένα επιβλητικό μνημειακό σύνολο, εφάμιλλο πολλών προβεβλημένων αρχαιολογικών χώρων της Ελλάδας.

Search-icons-for-images-white

28-Το-εσωτερικό-του-«Δρακόσπιτου»-της-Όχης

Το εσωτερικό του «Δρακόσπιτου» της Όχης. Διακρίνεται καθαρά ο εκφορικός τρόπος δόμησης της στέγης, καθώς και το πελώριο προεκτεινόμενο μονολιθικό υπέρθυρο, βάρους αρκετών τόνων.

Τα «Δρακόσπιτα» της νότιας Εύβοιας

Άλλες μεγαλιθικές κατασκευές στην νότια Εύβοια είναι τα αινιγματικά «Δρακόσπιτα».

Πρόκειται για 20 λίθινα αρχαία οικοδομήματα[20], τετράγωνης ή ορθογώνιας παραλληλόγραμμης κάτοψης, που είναι διεσπαρμένα από την περιοχή των Στυρών και νοτιότερα, έχοντας αρβανίτικά τοπωνύμια. Τα γνωστότερα από αυτά είναι το διάσημο κτίσμα στην κορυφή του όρους Όχη και το σύμπλεγμα των τριών «Δρακόσπιτων» στην θέση Πάλλη Λάκα Στυρών. Με τα «Δρακόσπιτα» έχουν ασχοληθεί εκτενώς ο αρχιτέκτων – αρχαιολόγος Νικόλαος Μουτσόπουλος και ο Ευβοέας ιατρός – ερευνητής Θεόδωρος Σκούρας, προσδίδοντας τους ένα ομοειδή χαρακτήρα, λόγω του εκφορικού τρόπου δόμησης τους από διαδοχικές επικαλυπτόμενες στρώσεις ογκολιθικών πλακόπετρων. Ωστόσο, μέσα από μία πιο εξειδικευμένη μελέτη τους προκύπτει ότι δύναται να διαχωριστεί ο σκοπός της χρήσης τους. Με βάση την μορφολογική διαρρύθμιση τους και τα αρχαιολογικά ευρήματα, τα δεκατέσσερα κατατάσσονται ως αρχαίες αγροικίες, με δωμάτια και αυλή, και τα πέντε ως μεμονωμένοι πύργοι. Μόνο το καλοδιατηρημένο κτίριο στην κορυφή του όρους Όχη, φαίνεται να είχε διαφορετικό χαρακτήρα και φαίνεται να αποτελούσε κάποιου είδους ιερό, με δεδομένα την ανακάλυψη εντός του ορισμένων λατρευτικών αντικειμένων, αλλά και την διαπίστωση της τέλεσης θυσιών τόσο στον εσωτερικό, όσο και στον εξωτερικό χώρο του, τουλάχιστον από την Αρχαϊκή εποχή (περ. 700 – 500 π.Χ.) και έπειτα. Η δε ακριβής χρονολόγηση των «Δρακόσπιτων» παρουσιάζει δυσκολίες, καθώς δέχτηκαν μικροεπεμβάσεις κατά την διάρκεια των αιώνων. Οι πρόσφατες πιλοτικές μετρήσεις με την μέθοδο της θερμοφωταύγειας στην μεγαλιθική πύλη της ακρόπολης των Στυρών και στα «Δρακόσπιτα» Πάλλη Λάκα και Καψάλας, έδωσαν ένα φάσμα χρονολογιών με την παλαιότερη οικοδομική φάση να ανάγεται στο 650 π.Χ.. Όμως, προκειμένου να πιστοποιηθεί η χρονική τοποθέτηση τους, απαιτείται η διασταύρωση των στοιχείων με την συγκριτική εφαρμογή και άλλων μεθόδων χρονολόγησης και στα υπόλοιπα παρόμοια μνημεία της νότιας Εύβοιας. Ενδεχομένως, τα αποτελέσματα μίας πιο αναλυτικής έρευνας να επιφέρουν εκπλήξεις, ανάγοντας το αρχικό δομικό στάδιο των κτισμάτων σε ακόμα αρχαιότερη περίοδο.

Search-icons-for-images-white

29-Μερικά-από-τα-αρχαία-αγγεία-όπως-βρέθηκαν-κάτω-από-το-δάπεδο-του-«Δρακόσπιτου»-της-Όχης

Μερικά από τα αρχαία αγγεία, όπως βρέθηκαν κάτω από το δάπεδο του «Δρακόσπιτου» της Όχης, κατά τις διενεργηθείσες ανασκαφές το καλοκαίρι του 1959, υπό την επίβλεψη του καθηγητή του ΑΠΘ Νικόλαου Μουτσόπουλου.

Γιατί ονομάστηκαν «Δρακόσπιτα»

Η ονομασία «Δρακόσπιτα» δόθηκε από τους απλοϊκούς χωρικούς των μεσαιωνικών χρόνων, μάλλον από τους Αρβανίτες εποίκους του 15ου αιώνα, επειδή πίστευαν ότι τους υπερμεγέθεις ογκόλιθους που χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή τους δεν ήταν δυνατόν να τους μετακινήσουν άνθρωποι, παρά μόνο εκείνα τα υπερφυσικά όντα, οι τρομεροί δράκοι.

Αυτή είναι μία άκρως ελκυστική, αλλά εντελώς φανταστική δοξασία, που αποτελεί αγαπημένο θέμα των λαογραφικών παραδόσεων. Οι αληθινοί δημιουργοί των κυκλώπειων μνημείων υπήρξαν με βεβαιότητα οι Δρύοπες, οι αρχέγονοι κάτοικοι των Στυρών και της Καρύστου, όπως εξάγεται μέσα από τις αρχαίες πηγές. Εντούτοις, αρκετοί ερευνητές, ανάμεσα τους και έγκριτοι ιστορικοί, εξέφρασαν διαφορετικές απόψεις πάνω σε αυτό το ζήτημα, κατακυρώνοντας την θεμελίωση τους σε κάποια άλλα πρωτοελληνικά φύλα, χωρίς να διατυπώνουν επαρκείς δικαιολογητικές σκέψεις.

Search-icons-for-images-white

30-Άποψη-του-«Δρακόσπιτου»-της-Όχης-από-ψηλά

Άποψη του «Δρακόσπιτου» της Όχης από ψηλά. Διακρίνεται η στέγαση της οροφής με μεγαλιθικές πλάκες, ενώ κατά πάσα πιθανότητα το δομικό υλικό προσπορίστηκε επί τόπου, από το υφιστάμενο βραχώδες έδαφος της κορυφής.

Ποιοι είναι οι υπόλοιποι υποψήφιοι κατασκευαστές των «Δρακόσπιτων»

Έτσι λοιπόν, ως υποψήφιοι κατασκευαστές εμφανίζονται οι Δόλοπες, οι οποίοι ουδέποτε μετατοπίστηκαν από την χώρα τους στην οροσειρά των Αγράφων, περί την βορειοδυτική Ευρυτανία, ενώ η φυλετική συγγένεια τους με τους Δρύοπες επέτεινε την σύγχυση.

Ένας άλλος λαός είναι οι Κάρες, που είχαν εποικίσει την περιοχή της νοτιοδυτικής Μικράς Ασίας, απέναντι από την Σάμο και την Ρόδο, ορμώμενοι από τον νησιωτικό χώρο του Αιγαίου, πιθανότατα γύρω στα μέσα της 2ης χιλιετίας π.Χ.. Η εκδοχή ότι αυτοί ήταν οι αρχιτέκτονες των «Δρακόσπιτων» της νότιας Εύβοιας, στηρίζεται στην παρουσία ανάλογων κτισμάτων σε οχυρώσεις και ταφικά μνημεία στην Καρία (χερσόνησος της Αλικαρνασσού) και στην Λυκία, ωστόσο το εκφορικό ή εμφορικό σύστημα δόμησης τους ήταν ευρύτατα διαδεδομένο στον αρχαιοελληνικό κόσμο και δεν μπορεί να καταλογιστεί ως κριτήριο προέλευσης. Οι δε Κάρες, σύμφωνα με τον Όμηρο, έλαβαν μέρος στον Τρωικό πόλεμο (1194 – 1184 π.Χ.) με την πλευρά των Τρώων, όταν ένας Δρυοπικός κλάδος είχε ήδη εγκατασταθεί στα Στύρα και στην Κάρυστο, συμμετέχοντας στην επική σύγκρουση με το μέρος των Ελλήνων Αχαιών.

Το ίδιο ισχύει και για τους Λέλεγες, των οποίων η επικράτεια βρίσκονταν στα Μικρασιατικά παράλια αντίκρυ από την Λέσβο και είχαν συνταχθεί και αυτοί με τους Τρώες[21]. Επίσης, εντελώς αβάσιμη είναι η υπόθεση πως μετά την αποχώρηση του Ξέρξη από τον Ελληνικό χώρο το 480 π.Χ., ένας αριθμός από Κάρες πολεμιστές της Περσικής στρατιάς παρέμεινε πίσω και εποίκισε την περιοχή της Καρυστίας. Έστω και αν αποδεχτούμε ότι συνέβηκε πράγματι αυτό το περιστατικό, είναι αδύνατον οι εκείνοι επήλυδες να επικράτησαν του γηγενούς Δρυοπικού πληθυσμού, χωρίς να καταφέρουν να διατηρήσουν την ονομασία του φύλου τους ως ιστορικών κατοίκων της νότιας Εύβοιας. Άλλωστε, όπως προαναφέρθηκε η παλαιότερη διαπιστωθείσα οικοδομική φάση των μεγαλιθικών κτισμάτων τοποθετείται στο 650 π. Χ., δηλαδή πάνω από ενάμιση αιώνα πριν την εκστρατεία του Ξέρξη. Για τους ίδιους χρονολογικούς λόγους, εξίσου ανεδαφική είναι και η εικασία ότι ανεγέρθηκαν από Κάρες ή Λέλεγες σκλάβους, που εργάζονταν στα λατομεία του «Καρύστιου λίθου» κατά την διάρκεια της Ρωμαϊκής περιόδου και επιπλέον κάτι τέτοιο δεν προκύπτει μέσα από τα κείμενα της αρχαίας Ελληνικής γραμματείας.

Σε κάποιες νεότερες πηγές αναφέρονται ακόμα και οι Φοίνικες ως οι κατασκευαστές των «Δρακόσπιτων», οι οποίοι φέρονται αόριστα να έχουν αποικίσει την Εύβοια. Πάνω σε αυτό το πνεύμα έχει υποστηριχθεί αυθαίρετα πως το όνομα της Δρυοπικής πόλης Στύρα προέρχεται από την προφορική παραφθορά της Φοινικικής θεότητας Αστάρτη (Αστύρα), μία ετυμολογία την οποία απορρίπτει ο Fritz Geyer. Αυτή η υποθετική εγκατάσταση των Φοινίκων στην νήσο στηρίζεται σε εντελώς αίολα επιχειρήματα, αποτελώντας μία ευφάνταστη ερμηνευτική προέκταση των πληροφοριών κυρίως του Ηροδότου σχετικά με τον Φοινικικής καταγωγής Κάδμο, για τον οποίο επινοήθηκε από ορισμένους ξένους ιστορικούς του 19ου αιώνα η εκδοχή πως πριν μεταβεί στην Βοιωτία διήλθε από την Εύβοια, όπου παρέμεινε ένα μέρος από τους Φοίνικες έποικους που καθοδηγούσε. Η εσφαλμένη αντίληψη για την τυχόν κατοίκηση της νήσου από τους Φοίνικες αντικρούεται επαρκέστατα από τον Άγγελο Φουριώτη, στην μελέτη του «Η Εύβοια έως τον Ζ’ Αιώνα π.Χ.» και στο τρίτο κεφάλαιο, στο οποίο πραγματεύεται τους λαούς (εθνοτικά φύλα) που εγκαταστάθηκαν σε αυτήν στην απώτερη αρχαιότητα. Πιθανότατα, οι Ευβοείς να είχαν διακομιστικές συναλλαγές με τους εμπορικά δραστήριους Φοίνικες, αλλά η σχέση αυτή δεν δικαιολογεί ένα ενδεχόμενο εποικισμό του νότιου τμήματος της Εύβοιας από τους δεύτερους σε τόσο ευρεία κλίμακα, που να επηρεάσει τον υπάρχοντα Δρυοπικό πολιτισμό. Τέλος, στην εμπεριστατωμένη μελέτη του Άγγελου Φουριώτη δεν γίνεται κανένας απολύτως λόγος για μία πιθανή εγκατάσταση Καρών, Λελέγων ή Δολόπων στην νότια Εύβοια ή κάπου αλλού στην νήσο. Το ίδιο διαπιστώνεται και μέσα από την πραγματεία του Fritz Geyer ο οποίος ασχολήθηκε ενδελεχώς με την ιστορία της νήσου μέχρι την εποχή του Πελοποννησιακού πολέμου (431 – 404 π. Χ.).

Search-icons-for-images-white

31-Άποψη-του-«Δρακόσπιτου»-της-Όχης-από-τα-νότια

Άποψη του «Δρακόσπιτου» της Όχης από τα νότια.

Το πολιτισμικό ίχνος των Δρυόπων διακρίνεται αδιαφιλονίκητα στα υφιστάμενα μεγαλιθικά μνημεία της νότιας Εύβοιας

Δίχως καμία αμφιβολία, το πρωτοελληνικό φύλο των Δρυόπων διατήρησε ακραιφνή την εθνοτική του ταυτότητα, κατά την διάρκεια της αρχαιότητας και συμμετείχε ενεργά σε καθοριστικά γεγονότα για τον Ελληνισμό, όπως η Τρωική εκστρατεία και οι Μηδικοί πόλεμοι.

Το πολιτισμικό τους ίχνος διακρίνεται αδιαφιλονίκητα στα υφιστάμενα μεγαλιθικά μνημεία, φανερώνοντας ότι κατείχαν σπουδαίες γνώσεις αρχιτεκτονικής και εφαρμοσμένης μηχανικής, καθώς για την ανύψωση και την τοποθέτηση των γιγαντιαίων ογκόλιθων, απαιτούνταν η χρήση κατάλληλων ανυψωτικών μηχανημάτων. Στην παρούσα εργασία επιχειρήθηκε μία αντικειμενική προσέγγιση στην γηγενή καταγωγή των Δρυόπων και στην ονομαστική δραστηριότητα τους, μέσα από μία αναδρομή στις πρωτογενείς ιστορικές αναφορές για τις αρχαίες πολίχνες της Καρύστου, των Στυρών και της Δύστου, προκειμένου να γίνει πλήρως κατανοητός ο άρρηκτος δεσμός τους με την επικράτεια της νότιας Εύβοιας.

Παραπομπές

[1] Πριν από την πληθυσμιακή εξάπλωση των Ιώνων, Αχαιών, Αιολέων και Δωριέων, που εκλαμβάνονται ως τα αμιγέστερα Ελληνικά γένη, στον ευρύτερο Ελληνικό χώρο και στα Μικρασιατικά παράλια κυριαρχούσαν διάφορα φύλα, όπως οι Πελασγοί, οι Δόλοπες, οι Δρύοπες, οι Αίμονες, οι Λέλεγες, οι Κάρες και άλλοι, τα οποία προσδιορίζονται ως εθνολογικά ομοιογενή και αυτόχθονα, έχοντας αναπτύξει ταυτόσημα πολιτισμικά στοιχεία, συνιστώντας την στέρεα βάση του προαιώνιου Ελληνισμού. Η γηγενής διαχρονικότητα τους αποδεικνύεται απερίφραστα μέσα από την αρχαία Ελληνική γραμματεία, με κορυφαίο παράδειγμα το Δρυοπικό φύλο, που διατήρησε ακμαία την ομοιογένεια του από τα βάθη της αρχαιότητας έως την Κλασσική εποχή και μετέπειτα. Για αυτόν τον λόγο, ο χαρακτηρισμός ως «προελλήνων» εκείνων των πρωτογενών φύλων με κοινές εγγενείς καταβολές είναι εντελώς αδόκιμός και αντ’ αυτού θα έπρεπε να χρησιμοποιείται ο όρος «πρωτοέλληνες», ο οποίος ταιριάζει και με τον χρονολογικό διαχωρισμό των ιστορικών εποχών. Η δε ανυπόστατη θεωρία περί δήθεν ινδοευρωπαϊκής προέλευσης της Ελληνικής γλώσσας και των Ελληνικών φύλων που επικράτησαν μεταγενέστερα, έχει καταρριφθεί παταγωδώς από τα αδιάψευστα αρχαιολογικά ευρήματα και τις σύγχρονες ανθρωπολογικές μελέτες.

[2] Αρκετοί ιστορικοί ερευνητές υποστηρίζουν ότι οι Δρύοπες προέρχονταν από το γεωγραφικό διαμέρισμα της Ηπείρου, όπου υπήρχε χώρα καλούμενη επίσης Δρυοπίς και πόλη με το όνομα Δρυς. Ωστόσο, η εγκατάσταση μίας πληθυσμιακής ομάδας τους σε αυτή την περιοχή φαίνεται να έγινε μεταγενέστερα, καθώς στην Ήπειρο κατοικούσαν πρωτογενώς κάποια άλλα Ελληνικά φύλα. Στην εντύπωση αυτή συνέτεινε η αντίληψη της εσφαλμένης ταύτισης των Δρυόπων με το συγγενικό φύλλο των Δολόπων, η επικράτεια των οποίων ορίζονταν γύρω από την οροσειρά των Αγράφων, με επίκεντρο το βόρειο τμήμα του σημερινού νομού Ευρυτανίας.

[3] Κατά μία άλλη μυθολογική παραλλαγή, ο Δρύοψ θεωρούνταν γιός του ποτάμιου Θεού Πηνειού, ενώ ορισμένοι ερευνητές ισχυρίζονται εσφαλμένα ότι πρόκειται για τον νόθο γιό του Πριάμου, ο οποίος σκοτώθηκε από τον Αχιλλέα στην πολιορκία της Τροίας και συνεπώς δεν μπορεί να ήταν ο γενάρχης ενός πρωτοελληνικού φύλου όπως οι Δρύοπες, που προϋπήρχαν του Τρωικού πολέμου και μάλιστα συμμετείχαν σε αυτόν εναντίον των Τρώων (Ομήρου Ιλιάδα, ραψωδία Υ, στίχος 455). Τέλος, σε άλλη εκδοχή που μνημονεύεται εν μέρει και από τον περιηγητή Παυσανία, ο Δρύοπας αναφέρεται ως γιός του Θεού Απόλλωνα και της Δίας, κόρης του βασιλιά της Αρκαδίας Λυκάονα, η οποία απέκρυψε το νεογέννητο σε κάποια δρυ. Αυτή η δοξασία εντάχθηκε ως παρένθετη στην μυθολογική παράδοση των Δρυόπων μάλλον μετά την μετανάστευση τους στην Πελοπόννησο, λόγω της συνωνυμίας του γενάρχη τους με τον γιό της Δίας και εγγονό του Πελασγού και της εξευμενιστικής λατρείας τους προς τον Απόλλωνα.

[4] Οι Αμαδρυάδες θεωρούνταν ως νύμφες των δασών και των λόγγων. Εκπορεύονταν από το δέντρο Δρυς και άλλα δέντρα, τα οποία προστάτευαν. Ο κύκλος της ζωής τους ήταν προσαρμοσμένος με την ανάπτυξη των δέντρων που διαφύλασσαν και πέθαιναν όταν αυτά αφανίζονταν.

[5] Σύμφωνα με μία μυθολογική παραλλαγή, στον Άμφισσο αποδίδεται και η ίδρυση της αρχαίας Άμφισσας, που όμως υπήρξε Λοκρική πόλη και όχι Δρυοπική, ενώ ήταν πιο διαδεδομένη η δοξασία ότι η υπόψη πόλη πήρε το όνομα της από την Άμφισσα, την κόρη του Μάκαρος, γιού του Αίολου.

[6] Η Αρκαδική «Μαλεάτιδα χώρα» μνημονεύεται από τον Ξενοφώντα στο έργο του «Ελληνικά» (βιβλίο ΣΤ’) και η κώμη Μαλέα συμπεριλαμβάνεται σε παλαιά εξειδικευμένα αρχαιολογικά λεξικά, όπως το «Λεξικόν των Αρχαίων Μυθολογικών, Ιστορικών και Γεωγραφικών Κύριων Ονομάτων» του Νικολάου Λωρεντή του 1837 και το «Λεξικόν της Ελληνικής Αρχαιολογίας» του Αλέξανδρου Ραγκαβή του 1888.

[7] Αργότερα την περιοχή ανάμεσα στα όρη Οίτη και Παρνασσός, δηλαδή το βόρειο τμήμα του σύγχρονου νομού Φωκίδας, την κατέλαβαν Δωριείς ορμώμενοι από την τοποθεσία των ορέων Όσσα και Όλυμπος και της έδωσαν την επωνυμία Δωρίς (Δωρίδα).

[8] Η Λυκώρεια ήταν αταύτιστη μυθική πόλη της αρχαίας Φωκίδας, που θεωρείται ότι βρίσκονταν στα νοτιοδυτικά υψίπεδα του Παρνασσού ή ακόμα και κοντά στην ψηλότερη κορυφή του (2.457 μέτρα), η οποία στην αρχαιότητα αποκαλούνταν με το ίδιο όνομα, αλλά μάλλον κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας παραφθάρηκε σε Λιάκουρα. Πάντως, και τα δύο τοπωνύμια της κορυφής επισημαίνονται μαζί στους στρατιωτικούς χάρτες.

[9] Ορισμένοι εκφράζουν την άποψη ότι τα ερείπια στο Οινοχώριο ανήκουν σε μία άλλη αρχαία πόλη με την ονομασία Δρυόπη, αλλά κάτι τέτοιο δεν προκύπτει μέσα από τις πρωτογενείς συγγραφικές πηγές, ούτε στηρίζεται σε επιγραφικά αρχαιολογικά ευρήματα.

[10] Το φαράγγι της Αρχάμπολης βρίσκεται στην βορειοανατολική Καρυστία, ανάμεσα στους οικισμούς Θύμι και Ευαγγελισμός. Η πιθανή ταύτιση των υφιστάμενων αρχαίων ερειπίων με την πόλη των Αιγών έγινε από τον Αμερικάνο αρχαιολόγο Keller D., που ερεύνησε την θέση το 1986, και η άποψη του εκλαμβάνεται ως η περισσότερο αληθοφανής.

[11] Αυτή η επιδερμική θεωρία στηρίζεται σε ένα χωρίο του Στράβωνα (βιβλίο Ζ’, κεφάλαιο 7, εδάφιο 1), όπου τα αρχέγονα φύλα (Πελασγοί, Δρύοπες κ.α.) που κατοικούσαν στην Ελλάδα παρουσιάζονται γενικά ως βαρβαρικά, επαναλαμβάνοντας την άποψη του προγενέστερου ιστοριογράφου Εκαταίου του Μιλήσιου (560/550 – πριν 480 π. Χ.), η οποία απηχούσε μία προσωπική εκτίμηση του τελευταίου, χωρίς επιστημονικά τεκμηριωμένο υπόβαθρο.

[12] Φωτίου, Βιβλιοθήκη, σελίδες 139 – 140 (Έκδοση Bekkeri, 1824). Σε αρκετές πηγές, κυρίως του διαδικτύου, το συμβάν της δηώσεως της Καρύστου από τον Λεωδάμαντα τοποθετείται χρονικά πολύ μεταγενέστερα από το 10ο – 9ο αιώνα π. Χ.. Συγκεκριμένα μετά εικάζεται ότι έγινε το 630 π. Χ., μετά τον πόλεμο για τον έλεγχο του Ληλάντιου πεδίου μεταξύ Χαλκίδας και Ερέτριας στα μέσα του 7ου αιώνα π. Χ., με το σκεπτικό πως η Μίλητος είχε συνταχθεί με το πλευρό της Ερέτριας στην σύρραξη και η Κάρυστος ήταν διαφαινόμενη σύμμαχος της Χαλκίδας. Όμως, ενώ το πρώτο σκέλος της αιτιολογίας είναι σωστό, το δεύτερο είναι εξαιρετικά αμφισβητήσιμο και δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί. Ο Λεωδάμας υπήρξε ο τελευταίος βασιλιάς – τύραννος της Μιλήτου, καθώς δολοφονήθηκε από τον στασιαστή Φίτρη, ο οποίος με την σειρά του εξοντώθηκε από τους γιούς του φονευθέντα. Τότε επελέγη ως αισυμνήτης (άρχοντας) ο Επιμένης που εξολόθρευσε την ομάδα των γιών του Φίτρη και μετέβαλλε το πολίτευμα σε αριστοκρατικό. Σύμφωνα με έγκριτους ιστορικούς, η κατάλυση της βασιλείας – τυραννίας στην Μίλητο πραγματοποιήθηκε σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα από την εγκαθίδρυση της από τον Νηλέα, περί το 1050 π. Χ.. Άρα λοιπόν, είναι πιο δόκιμο η αναφερόμενη άλωση της Καρύστου να αναχθεί στον 10ο – 9ο αιώνα. Επιπλέον, η αιχμάλωτη γυναίκα από την Κάρυστο εμφανίζεται να έχει αποκτήσει το παιδί της από τον Λεωδάμαντα ή από ένα γιό του, κάτι που δεν αναγράφεται στο εδάφιο του Πατριάρχη Φωτίου.

[13] Σύμφωνα με την επικρατέστερη εκδοχή, η τοποθεσία Κύρνος τοποθετείται αόριστα στην περιοχή της Γεραιστού, ενώ παλαιότεροι ιστορικοί υποστηρίζουν ότι βρίσκονταν είτε στο ακρωτήριο Παξιμάδι, στον δυτικό βραχίονα του όρμου της Καρύστου, είτε στο ακρωτήριο Μανδήλι, στο νοτιότατο σημείο της Εύβοιας. Ο δε Ερμόλυκος, γιός του Ευθοίνου, είχε διαπρέψει στην ναυμαχία της Μυκάλης εναντίον των Περσών το 479 π. Χ., και ήταν πρωταθλητής στην πυγμή και στην πάλη.

[14] Θεόπομπος, Φιλιππικά, βιβλίο ΚΔ’. Η πληροφορία αυτή διασώζεται στα «Εθνικά» του Στέφανου Βυζάντιου στο λήμμα «Δύστος» και αποτελεί ίσως την παλιότερη ιστορική καταχώρηση για την αρχαία πόλη της Δύστου.

[15] Όλη η παραλία από την Ραφήνα μέχρι τη σημερινή Λούτσα λεγόταν «Αραφηνίδες Αλές».

[16] Πλουτάρχου, Ηθικά, Περί Εκλελοιπόντων Χρηστηρίων, ΙΙ – 434α.

[17] Caius Julius Solinus, Polyhister, chapter 11, paragraph 15.

[18] Η Αττική Τετράπολις προέρχονταν από την ένωση των όμορων αρχαίων δήμων Μαραθώνα, Οινόης, Προβαλίνθου και Τρικορύθου. Ο Αττικός δήμος των Στειριέων (Στειρία) βρίσκονταν στην θέση του σημερινού Λιμένα Μαρκόπουλου, παρά τον όρμο του Πόρτο Ράφτη. Από ορισμένους εκφράζεται η άποψη ότι οι κάτοικοι αυτών των αρχαίων πόλεων κατάγονταν από το Δρυοπικό φύλο, αλλά αυτό δεν δύναται να επιβεβαιωθεί με ασφάλεια.

[19] Στο λεξικό του Σουίδα σημειώνεται ότι «Πυθώ» είναι η χώρα της Φωκίδος στην Ελλάδα, όπου υπήρχε πόλη καλούμενη ως Δελφοί και σε αυτή ήταν το ιερό του Απόλλωνος, που αποκαλούνταν Πυθώ (έκδοση Bekkeri,1854, σελίδες 320 και 920).

[20] Άλλα δύο κτίσματα τύπου «Δρακόσπιτου» εντοπίζονται στην κεντρική Εύβοια.

[21] Ο Ηρόδοτος αναφέρει μία παράδοση των Κρητών, κατά την οποία οι Λέλεγες κατοικούσαν αρχικά στα νησιά του Αιγαίου και όταν μετανάστευσαν στα Μικρασιατικά παράλια και στην εκείθεν ενδοχώρα, μετονομάστηκαν σε Κάρες και η χώρα τους αποκαλέστηκε Καρία, αλλά σημειώνει πως οι δεύτεροι αποποιούνταν αυτή την ταύτιση και θεωρούσαν τους εαυτούς τους αυτόχθονες, που έφεραν πάντοτε το ίδιο όνομα. Ο δε Στράβων παρουσιάζει τα δύο φύλα ως σύνοικους και συμπολεμιστές, που διέμεναν στην ίδια περιοχή της Μικράς Ασίας, η οποία μετέπειτα καταλήφθηκε από Ίωνες και ονομάστηκε Ιωνία. Όμως, καταγράφει και την αντίληψη πως οι Λέλεγες κατοικούσαν κάποτε και σε διάφορα μέρη του Ελληνικού χώρου, χωρίς ανάμεσα τους να συμπεριλαμβάνεται η Εύβοια.

Ενδεικτική βιβλιογραφία:

1. Παυσανία, Ελλάδος Περιήγησις – Βιβλίο Δ’ – Μεσσηνιακά – Εκδόσεις «Κάκτος» – Αθήνα – 1992.

2. Στράβωνος, Γεωγραφικά – Βιβλία Η’ (Πελοπόννησος) και Ι (Δυτική Ελλάδα, Νησιά του Αιγαίου) – Εκδόσεις «Κάκτος» – Αθήνα – 1994.

3. Διόδωρος Σικελιώτης – Βίβλος Τέταρτη και Ενδέκατη– Βιβλιοθήκη Ιστορική – Εκδόσεις «Κάκτος» – Αθήνα – 1992.

4. Ηρόδοτος – Ιστορίαι – (Μέρος Β’, βιβλία Ε-Ι) – Εκδόσεις «4π» – Αθήνα – 2011.

5. Ομήρου, Ιλιάδα (Μέρος Α’, Ραψωδίες Α-Μ) – Εκδόσεις «4π» – Αθήνα – 2011.

6. Θουκυδίδη – Ιστορίαι (Πελοποννησιακός Πόλεμος) – (τρίτομο έργο) – Εκδόσεις «4π» – Αθήνα – 2011.

7. Η Ιστορία της Αρχαίας Εύβοιας του Jules Girard (Νεοελληνική απόδοση με πρόλογο από τον Γ. Ι. Φουσάρα) – ΑΕΜ – Τόμος ΙΑ’ – 1964.

8. Τοπογραφία και Ιστορία της Νήσου Εύβοιας μέχρι του Πελοποννησιακού Πολέμου του Fritz Geyer (κατά μετάφραση εκ του Γερμανικού υπό του Ανδρέου Ζάπαλου) – ΑΕΜ – Τόμος Θ’ – 1962.

9. Οχυρώσεις, Πύργοι, Δρακόσπιτα και Αγροικίες στην Νότια Εύβοια – Μαρία Χιδίρογλου – ΑΕΜ – Τόμος ΛΗ’ – 2008/2009.

10. Η Εύβοια έως τον Ζ’ Αιώνα π. Χ. – Κεφάλαιο Τρίτο (Λαός) – Άγγελου Φουριώτη – ΑΕΜ – Τόμος ΙΣΤ’ – 1971.

11. Τοπογραφία και Ιστορία της Νήσου Εύβοιας μέχρι του Πελοποννησιακού Πολέμου του Fritz Geyer (κατά μετάφραση εκ του Γερμανικού υπό του Ανδρέου Ζάπαλου) – ΑΕΜ – Τόμος Θ’ – 1962.

12. Τα Δρακόσπιτα της Εύβοιας – Σκούρας Θεόδωρος – Χαλκίδα – 1991.

13. «Τα Δρακόσπιτα της ΝΔ Εύβοιας» – Νικόλαος Κ. Μουτσόπουλος – Επιστημονική Επετηρίδα της Πολυτεχνικής Σχολής, Τμήμα Αρχιτεκτόνων ΑΠΘ – Τόμος Η’ (σελ. 263 – 478) – Θεσσαλονίκη – 1982.

Ενδεικτικές ιστοσελίδες – ιστότοποι.

1. el.wikipedia.org / Δρακόσπιτα – Δρύοπες.

2. evoikanea.blogspot.gr / Εύβοια: Δρακόσπιτα – Τα Μεγαλιθικά Μνημεία.

3. epathlo.gr / Τα Δρακόσπιτα της Εύβοιας.

4. galaxy.gr / Δρακόσπιτα – Κάρυστος.

5. infocenterevia.gr / Δρακόσπιτα – Ακρόπολη Στύρων.

6. academia.edu / Megalithic Monuments in Ancient Greece.

7. filoumenos.com / Δρύοπες.

8. stelladirodi.it / Αρχαία Ελληνικά Φύλα.

9. hellasforce.com / Δρύοπες.

10. ethnologic.blogspot.gr / Προελληνικοί Λαοί.

11. karystos.net / Εύβοια και Ιστορία / Κάρυστος.

12. constantinoupoli.com / Ο Φυλετικός Χάρτης της Αρχαίας Ελλάδας και της Μικράς Ασίας.

13. koutouzis.gr / driopi+alla.htm / Ποιοί Ήταν οι Δρύοπες.

 

ΠΗΓΗ  https://www.square.gr/oi-driopes-kai-ta-drakospita-ths-evias/11913